Η ποίηση δεν αποτελεί μία κλειστή ενότητα σημαινόντων που παραπέμπουν μονοσήμαντα σε αυστηρά καθορισμένα σημαινόμενα. Δεν είναι το ταμείο μιας και μοναδικής αλήθειας την οποία ο ειδικός κάτοχος των κανόνων και του κώδικα καλείται να ανακαλύψει και να μεταδώσει. Ακόμα και τα ποιήματα που διακρίνονται από έναν ιδιότυπο κι αξιομνημόνευτο ερμητισμό, όπως του Γιάννη Αντιόχου («αυτός ο κάτω ουρανός» Ίκαρος, 2019) είναι ανοιχτά στην αναγνωστική πρόσληψη ως ένα πεδίο δυναμικής ανάπτυξης λεκτικών και συναισθηματικών σχέσεων που νοηματοδοτεί ο αναγνώστης όταν πιάσει στα χέρια του το ποιητικό κείμενο. Αυτός διακρίνει τις κοινές προσλήψιμες αξίες της ποίησης, το υποκειμενικό βίωμα στο οποίο προσδίδει με την εμπλοκή του έναν συλλογικό χαρακτήρα συνδέοντας τον δημιουργό με το κοινό. Είναι ένα ευρύ πεδίο συνειρμών και σημασία δομικών λειτουργιών με αυτοκίνητη αξία.
Η ερμητικότητα στη συνθετική συλλογή του Αντιόχου ορίζει η διακειμενικότητα και η χαρακτηριστική εικονοποιία του. Τις εικόνες του διακρίνει μία αγριότητα, μία -θα λέγαμε καταχρηστικά- νατουραλιστική ωμότητα. Η επιλογή της λέξης δόντια εκφράζει με ενάργεια αυτή τη διάθεση (σιωπή είν’ η αγάπη σου, sentir le fauve, ψηλάφιση, το γαλάζιο λουλούδι, ο Θεός -δεν- είναι μαζί μας). Η εικαστική του αποτυπώνει έναν κόσμο αποκαλυπτικό. Η καταστροφή και ο φόβος εκρέουν από κάθε ποίημα της συλλογής. Σε μία ελιοτική οπτική του ΚΑ’ αιώνα, ο ποιητής καταθέτει το απόσταγμα της αγωνίας για έναν κόσμο που καταρρέει μεταξύ πολέμων, οικολογικής αδιαφορίας, θρησκευτικής μισαλλοδοξίας στον οποίο προσπαθεί να αφήσει ο έρωτας. οι χώροι του και η δράση εφιαλτική. Το άλογο εισέρχεται με έναν τρόπο συνειρμικής διάχυσης συμβολισμού και αγριότητας της εικόνας (πόλεμος, sentir le fauve, ψηλάφιση, Βαλχάλα 16.10.1813). Η ποιητική γλώσσα με την αλογία απομακρύνεται από την πεζή ακόμα περισσότερο.
Το άλογο στοιχείο στην ποίηση του Αντιόχου λειτουργεί ως συνάντηση των συντεταγμένων της εμπειρίας και του συναισθήματος (ständchen, αυτός ο κάτω ουρανός, ο Θεός -δεν- είναι μαζί μας, nachts). Είναι μία αντιστοίχιση εννοιολογικών πεδίων που με βάση τη γνωσιακή θεωρία στηρίζεται στην αναγνώριση τύπων σχέσεων μεταξύ των αντικειμένων μέσα από τη γραμματική της εμπειρίας του αναγνώστη και το συντακτικό της αισθητικής του αντίληψης για τη γλώσσα. Η ελλειπτικότητα και τα παράλληλα επίπεδα ερμηνείας μιας μεταφοράς συσπειρώνονται πάνω στο αναγνωστικό βίωμα, ως ατομική ή συλλογική συνθήκη. Ενισχύει εικαστικά το ποιητικό κάδρο και ενδυναμώνει το συναίσθημα και το περιεχόμενο (η λίμνη, εν γη Σενναάρ). Ο Αντιόχου με έμφαση στην εικόνα αφήνει το συναίσθημα και τις αισθήσεις να πλημμυρίσουν τον αναγνώστη και εκείνος να στοχαστεί παρατείνοντας τον χρόνο πρόσληψης και δικαιώνοντας έτσι -κατά τον Shlovsky- το έργο.
Η ανοικείωση αποτελεί βασικό στοιχείο της ρητορικής του. Τόσο η πολυσύνθετη φόρμα όσο και η πλούσια γλώσσα με την εισαγωγή του παραλόγου και των θρυμματισμένων εικόνων θεμελιώνονται στην ανοικειωτική ποιητική μυθοπλασία. Ξαφνιάζει τον ακροατή, εκπλήσσει τον αναγνώστη, αφήνοντας συχνά ένα μειδίαμα. Τα ίδια τα διακείμενα και η παρουσία του γερμανικού πολιτισμού αποτελούν μέρος της ανοικειωτικής μηχανής. Εικόνες και φωνητικές σημάνσεις συνδέονται πάντα στα ρήγματα που αφήνει ο Αντιόχου με μία ασυνείδητη ερμηνευτική ανάγνωση νοηματοδοτώντας το κείμενο. Για τον Barthes (2007) η ουσία ενός κειμένου δεν πρέπει να αναζητάται στην πηγή του, αλλά στον προορισμό. Άλλωστε, κεντρικό ζήτημα είναι η ελεύθερη κίνηση των σημασιών ενός κειμένου∙ δεν μιλά ο ποιητής αλλά η γλώσσα, η οποία απλώς τον χρησιμοποιεί για να ενσαρκωθεί σε απτή γραφή και για να εκφράσει την πληθωρικότητα και την πολυσημία της στον αναγνώστη. Έτσι, το ποιητικό κείμενο του Αντιόχου είναι «πληθυντικό»∙ δεν υπόκειται σε μία ερμηνεία, αλλά σε μία έκρηξη ερμηνειών∙ διαβάζεται χωρίς την επιγραφή του πατρός του και προκαλεί τον αναγνώστη σε ένα παιχνίδι ενεργητικό που μπορεί να το απολαύσει (Barthes, 1987). Δεν είναι ένα προσδιορισμένο αντικείμενο, που οδηγεί τον αναγνώστη σε κάποια συμπεράσματα. Είναι διαρκώς ανοιχτό σε ερμηνείες και το νόημα δεν καθηλώνεται πίσω από μία μονάχα οπτική, στοιχεία που αντανακλούν την μοντερνιστική λογοτεχνία. To νόημα να παράγεται κατά την αναγνωστική διαδικασία. Η επικοινωνία ανάμεσα στο κείμενο και στον αναγνώστη δεν είναι καθορισμένη∙ η απροσδιοριστία αυτή αυξάνει την ποικιλία των επικοινωνιακών δυνατοτήτων (Iser, 2000). Το συνθετικό κείμενο του Αντιόχου με τη στήριξη και της διακειμενικότητας οδηγεί σε αλληλοσυγκρουόμενες ερμηνείες, ιδέες και συνειρμούς που χειραφετούν το κείμενο από τον συγγραφέα. Η γλώσσα, άλλωστε, είναι ασταθής και μοιάζει με δίκτυο όπου κυκλοφορούν ακαθόριστα στοιχεία, που δεν προσδιορίζονται από ένα συγκεκριμένο νόημα (Ήγκλετον).
Θρυμματισμένες εικόνες μοντάρονται στην αναγνωστική πρόσληψη (οι ασυχώρετοι, το ερωτικό τραγούδι του Αγίου Σεβαστιανού, ο θάνατος του Νάρκισσου, Βαλχάλα 16.10.1813, Ständchen, το ιντερμέδιο του Ρένφιλντ, ένας + άλλος ένας βρώμικος άνθρωπος, πρίγκηψ Άμλετ της Δανιμαρκίας) μέσα στη συνειρμική κίνηση της ποιητικής αφήγησης. Το κάδρο του είναι σκοτεινό, είτε ως συναίσθημα είτε δεδηλωμένο. Η σκοτεινή κάμαρα (ο θάνατος του Νάρκισσου, ψηλάφηση, φθινόπωρο, nachts, λευκό φίδι, το γαλάζιο λουλούδι), με τη σκοτεινή χοάνη (οι ασυχώρετοι) και το νυχτερινό τοπίο (το ερωτικό τραγούδι του Αγίου Σεβαστιανού, φθινόπωρο, λευκό φίδι) κυριαρχούν σε όλες τις συνθέσεις της συλλογής. Μία αίσθηση θλίψης και απογοήτευσης απορρέει από τον στίχο με την επικέντρωση σε επιλεγμένες λέξεις (ερειπωμένα κάστρα, ιερή σαπίλα, μπλε στίγματα, σκοτεινή χοάνη, μαραίνονται τα φύλλα, σκούρο μελάνι, ασφυξία κ.ά.τ), ενώ ο θάνατος (οι ασυχώρετοι) και ο πόλεμος (πόλεμος, φθινόπωρο) είναι διαρκώς παρόντες σε μία γοτθική θρησκευτική προσέγγιση. Το γαλάζιο, του ουρανού και της θάλασσας, είναι ένα από τα κυρίαρχα χρώματα της συλλογής που δημιουργεί αντίθεση με το σκούρο νυχτερινό κάδρο και το κόκκινο του αίματος, που καταγράφεται συχνά, ή του τριαντάφυλλου. Τα πουλιά αποτελούν ένα άλλο σταθερό μοτίβο στην ποιητική του Αντιόχου, καταγεγραμμένα άλλοτε ως συγκεκριμένο είδος (κουκουβάγια, αετός, αηδόνια), άλλες φορές άμεσα (πρίγκηψ Άμλετ της Δανιμαρκίας, nachts, το γαλάζιο λουλούδι, τα πουλιά, ο Θεός –δεν- είναι μαζί μας, Βαλχάλα 16.10.1813, εν γη Σενναάρ) κι άλλοτε συνυποδηλωτικά (ένας + άλλος ένας βρώμικος άνθρωπος, τα πουλιά, ο Θεός -δεν- είναι μαζί μας).
Διαβάστε όλο το θέμα στο TVXS.gr