Ο Δημήτρης Καρύδας γράφει στο προσωπικό του blog για τον αποκλεισμό του Ολυμπιακού από τα πλέι - οφ της Εuroleague.

Ξημέρωνε Πρωταπριλιά του 2011 στη Σιένα. Λίγη ώρα νωρίτερα ο Ολυμπιακός ήταν ο αρνητικός πρωταγωνιστής της απόλυτης φάρσας που έμοιαζε με κακόγουστο Πρωταπριλιάτικο ψέμα. Είχε μόλις ηττηθεί για Τρίτη φορά στη σειρά από την Ιταλική ομάδα και είχε αποκλειστεί από το φάιναλ φορ της Βαρκελώνης, κρατώντας ως….παραφωνία της σειράς το απίστευτο ξεκίνημα του. Σε αυτό που αντιπροσώπευε το πιθανώς καλύτερο παιχνίδι της Ευρωπαϊκής ιστορίας του είχε σαρώσει με 89-41 τη Σιένα αλλά ο υποτιθέμενος περίπατος είχε μετατραπεί σε μια ατελείωτη Γολγοθική ανηφόρα. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς είχε ξεμείνει μόνος του στο σαλόνι του ξενοδοχείου της ομάδας. Εκεί τον πέτυχα επιστρέφοντας από το βραδινό φαγητό. Τον Ντούσαν παρέα με ένα μπουκάλι ουίσκι για συντροφιά. Παρότι η επιστροφή στην Ελλάδα θα ξεκινούσε σε λίγες ώρες μας πήρε το ξημέρωμα. Τα λόγια του ‘’σοφού’’ αποδείχθηκαν προφητικά. ‘’Αν μείνω, μπρε, στην ομάδα θα τους ξηλώσω όλους. Τα αποδυτήρια είναι άρρωστα, έχουν γκρίνια, μουρμούρα, όλα τα κουσούρια των βετεράνων. Αφού δεν με σέβονται θα κρατήσω μόνο παίκτες που θα με φοβούνται’’. Στα αυτιά μου εκείνα τα λόγια ήχησαν κάτι ανάμεσα σε κουβέντες ενός απογοητευμένου ανθρώπου και….Πρωταπριλιάτικες εξαγγελίες. Όταν ήρθε το καλοκαίρι του 2011 που έμελλε να αλλάξει τα πάντα στην ιστορία του συλλόγου ο Ίβκοβιτς μάλλον άκουσε με ικανοποίηση από τους αδελφούς Αγγελόπουλους την απόφαση για τη δραστική μείωση του μπάτζετ σχεδόν στο 1/3. Από τον πυρήνα της ομάδας που είχε ταπεινωθεί στη Σιένα έμειναν μόνο ο Σπανούλης και ο Παπανικολάου. Τα υπόλοιπα λίγο ως πολύ είναι ευρέως γνωστά…

Οκτώ χρόνια αργότερα ο Ολυμπιακός βρίσκεται σε ένα ανάλογο σταυροδρόμι και μπροστά σε μια σειρά γενναίων αποφάσεων που θα καθορίσουν το μέλλον του. Για δεύτερη μόλις φορά την τελευταία δεκαετία που υπάρχουν πλέι οφ στην Ευρωλίγκα η σεζόν του τελείωσε τόσο πρόωρα με ένα μίζερο ρεκόρ 15-15 και δεν θα παίξει στα πλέι οφ. Οι 15 νίκες αγγίζουν τις λιγότερες που έχει πετύχει σε Ευρωπαϊκή χρονιά του μέσα σ΄ αυτή τη δεκαετία, οι 15 ήττες είναι οι περισσότερες που έχει υποστεί ποτέ σε μια σεζόν στην Ευρωλίγκα και η εικόνα της ομάδας το τελευταίο δίμηνο θύμιζε περισσότερο ‘’σκόρπια διαδήλωση’’ μέσα στο παρκέ.

Προφανώς και οι αποφάσεις δεν είναι υπόθεση ούτε των δημοσιογράφων, ούτε των λογής λογής διαδικτυακών μαϊντανών που ήδη έχουν αρχίσει να καταστρώνουν σχέδια επί….πληκτρολογίου με πιθανές ομάδες και προπονητές της αρεσκείας τους. Είναι υπόθεση δύο ανθρώπων που ακόμη δεν έχουν τοποθετηθεί δημόσια και ήταν απλοί θεατές του ατελείωτου κατήφορου. Για τη δική τους παραμονή στην ομάδα ακούγονται ποικίλα όσα σενάρια αλλά αν μου επιτρέπεται να καταθέσω τη δική μου άποψη και με βάση τα όσα γνωρίζω από τον Παναγιώτη και τον Γιώργο Αγγελόπουλο θεωρώ σχεδόν απίθανη την αποχώρησή τους. Εκτός αν υπάρχουν άγνωστα στοιχεία και δεδομένα στη συγκεκριμένη εξίσωση.

Ο Ολυμπιακός του 2011 ήταν προϊόν γενναίων αποφάσεων και κυρίως της λογικής ότι τα μπάτζετ των 35 εκατομμυρίων τη σεζόν δεν οδηγούσαν πουθενά παρά μόνο σε μια ακατάσχετη οικονομική αιμορραγία σε καιρούς δύσκολους που πλέον όλοι ξέρουμε ότι έχουν γίνει ακόμη πιο δύσκολοι για τους ιδιοκτήτες του μπασκετικού Ολυμπιακού. Τα λάθη που έφεραν την κατρακύλα του 2019 δεν είναι σημερινά. Απλά σήμερα βλέπουμε όλοι την επίδραση τους. Οι διαδοχικές κατακτήσεις τίτλων το 2012 και το 2013 δημιούργησαν μια ψευδαίσθηση. Ότι τα πάντα είναι εφικτά με χαμηλά μπάτζετ και ότι ο Ολυμπιακός είναι κάτοχος της απόλυτης μπασκετικής τεχνογνωσίας. Και σε κάθε πιθανή ή απίθανη περίπτωση ερχόταν στην επιφάνεια η κουβέντα για το μπάτζετ. Όταν ο Ολυμπιακός έφτανε άλλες δύο φορές σε φάιναλ φορ το χαμηλό μπάτζετ αποθεωνόταν γιατί απέδιδε καρπούς. Στις αντίθετες περιπτώσεις αποτελούσε το τέλειο άλλοθι για κάθε ήττα. Οι δύο όψεις του ίδιου ακριβώς νομίσματος κατά το δοκούν. Τα δύο αδέλφια έμοιαζαν να αντιμετωπίζουν σχεδόν….ενοχικά τη μείωση του μπάτζετ. Η αλήθεια είναι μια και απλή: Αυτά έχουν, αυτά μπορούν και αυτά βάζουν. Εκείνοι ελέγχουν πόσα μπορούν και αντέχουν να χάνουν κάθε χρόνο. Και όταν απαγκιστρωθούν από την ανάγκη να χρησιμοποιούν τις δύο όψεις αυτού του νομίσματος τα πράγματα θα γίνουν πιο απλά….Μέχρι τότε θα είναι ‘’απολογητές’’ για τους λάθος λόγους…

Η διαχείριση του μπάτζετ είναι ένα άλλο εντελώς διαφορετικό ζήτημα. Και αυτό ήταν το βασικό λάθος του φετινού Ολυμπιακού που ήρθε να προστεθεί στα όσα έγιναν τα τελευταία καλοκαίρια. Ο Ολυμπιακός δημιούργησε ένα ελληνικό πυρήνα και αποφάσισε να πορευτεί με αυτόν κάτι που δεν αποτέλεσε λάθος. Στην πορεία όμως έγιναν λάθος αξιολογήσεις και ο Ολυμπιακός σε πολλές περιπτώσεις πλήρωσε υπεραξίες που δημιούργησε ο ίδιος. Την ίδια στιγμή που η προσέγγιση αντίστοιχων περιπτώσεων ξένων ή Ελλήνων παικτών δεν ήταν αντίστοιχη. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τη διοίκηση του Ολυμπιακού γιατί αποφάσισε να πορευτεί μέχρι τέλους με τον Σπανούλη και τον Πρίντεζη. Αλλά στον πρώτο έπρεπε εδώ και δύο χρόνια να έχει γίνει κατανοητό ότι έπρεπε να κάνει ένα ή περισσότερα βήματα πίσω όχι μόνο για να επιμηκύνει τη μπασκετική του καριέρα και ο δεύτερος να πλαισιωθεί με παίκτες που θα του έδιναν ανάσες. Κάθε τέτοια κουβέντα που ακουγόταν από λογικά μυαλά προσέκρουε σε δεκάδες οργισμένες αντιδράσεις. Το αποτέλεσμα ήταν οι περιφερειακοί παίκτες που ήρθαν τα τελευταία 3-4 χρόνια στον Ολυμπιακό να αποτελούν μια σειρά χαμένων στοιχημάτων και ο Πρίντεζης να παίζει τρεις σερί χρονιές χωρίς ικανοποιητικό supporting cast στη θέση του. Κάπως έτσι τα πράγματα έφτασαν στην οριακή κατάσταση να παίζει η ομάδα για τους δύο παίκτες και όχι αυτοί για την ομάδα. Ο Ολυμπιακός του 2019 θυμίζει σε πολλά τα τελευταία χρόνια της θρυλικής αυτοκρατορίας του Άρη. Τότε οι Γκάλης-Γιαννάκης-Σούμποτιτς έπαιρναν το 65% του μπάτζετ της μακράν πιο πλούσιας ομάδας της εποχής και δεν περίσσευαν λεφτά για παραπάνω από ένα καλό ξένο. Κάπως έτσι ο Άρης βρισκόταν λειψός στο ζύγισμα των φάιναλ φορ που έδωσε το παρόν.

Στο όνομα της συντήρησης του ελληνικού πυρήνα και με δεδομένους τους οικονομικούς περιορισμούς ο Ολυμπιακός άφησε με καλές ή ισχνές δικαιολογίες να φύγουν μακριά ο Σλούκας, ο Ντάνστον, ο Χάινς, ο Μπριτς ή ακόμη και παίκτες που δεν ήταν πρωταγωνιστές αλλά θα βοηθούσαν όπως ο Χάκετ και ο Χάντερ. Επιπρόσθετα και παρότι η ομάδα έδωσε έμφαση στην ανάπτυξη των τμημάτων υποδομής αυτά για την ώρα δεν έχουν αποφέρει κάποιο αληθινά δελεαστικό project πλην της περίπτωσης Ποκουσέφκσι. Με τον αστερίσκο ότι ο πολλά υποσχόμενος νεαρός για την ώρα δεν έχει ελληνικά χαρτιά και έχει διαλέξει τη Σέρβικη μπασκετική υπηκοότητα κάτι που σημαίνει ότι καταλαμβάνει θέση ξένου. Όλοι οι υπόλοιποι παίκτες που αποκτήθηκαν στη λογική του φρεσκαρίσματος του ρόστερ ή δεν βρήκαν τις ευκαιρίες και παίζουν πλέον αλλού ή δεν δικαίωσαν τις προσδοκίες

Το περασμένο καλοκαίρι όταν έκλεισε ο κύκλος του Γιάννη Σφαιρόπουλου η διοίκηση αποφάσισε να επενδύσει σε ένα προπονητή υψηλών απαιτήσεων και να ρίξει πάλι ζαριές στη μεταγραφική αγορά. Και εδώ δεν φταίει το μικρό μπάτζετ αφού είναι ξεκάθαρο ότι οι επιλογές που έκανε ο Μπλατ δεν του βγήκαν. Ο Γκος είναι ακόμη ερωτηματικό και ενδεχόμενα αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία. Ο Λεντέι ήρθε ως πεντάρι για να παίζει ο Ολυμπιακός small ball και κατέληξε να μπορεί να αποδώσει μόνο σαν τεσσάρι αφήνοντας μόνο και έρημο τον συγκινητικό Μιλουτίνοφ στο ‘’5’’. Παρότι υπήρχε ο Παπανικολάου που πρόσφατα μάλιστα είχε ανανεώσει το συμβόλαιο του η θέση ‘’3’’ φορτώθηκε χωρίς λόγο και αιτία με αποτέλεσμα ο μεν Τουπάν να περάσει χωρίς να ακουμπήσει ο δε Τίμα που επελέγη την τελευταία στιγμή και προτιμήθηκε αντί κάποιου περιφερειακού να καταλήξει στη Χίμκι. Η ανάγκη ενίσχυσης της περιφέρειας όταν ήρθαν οι τραυματισμοί και η κούραση οδήγησε στην απόκτηση του φιλότιμου Γουέμπερ που όμως ταιριάζει γάντι σε ομάδες που θέλουν να παίξουν ένα άναρχο μπάσκετ ενστίκτου και όχι σε ομάδες που προσπαθούν να παίξουν συντεταγμένα. Ο Γουέμπερ έκανε και με το παραπάνω το καθήκον του και έκανε απόσβεση των χρημάτων που πήρε αλλά δεν αποτελεί ακριβώς εύφημο μνεία για το μπάσκετ που ήθελε να παίξει ο Μπλατ ένας παίκτης αυτού του στιλ να είναι σταθερά ο δεύτερος καλύτερος της ομάδας το τελευταίο δίμηνο. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι ο Ολυμπιακός είχε μεν τα χρήματα αλλά αυτά δαπανήθηκαν με λάθος τρόπο. Την ίδια ώρα που ανακύκλωνε παίκτες της Ευρωλίγκας ή έβαζε στοιχήματα χαμηλής απόδοσης και υψηλού ρίσκου ο Ντέρικ Γουίλιαμς κυκλοφορούσε ελεύθερος στην αγορά και έκλεισε με το ευτελές ποσό των 350 χιλιάδων δολαρίων στη Μπάγερν. Για να μη μιλήσουμε για την πληθώρα των Αμερικάνων γκαρντ που κακοπληρώνονται δεξιά και αριστερά και άριστα θα μπορούσαν να σταθούν στον φετινό Ολυμπιακό.

Προφανώς και το ανάθεμα δεν μπορεί να πέσει όλο στις επιλογές του Μπλατ. Γιατί με τα ίδια πάνω κάτω δεδομένα η ομάδα μασκάρευε τα κενά και τις τρύπες της και έπαιζε καλό μπάσκετ μέχρι τη 19η αγωνιστική. Τότε δηλαδή που το ρεκόρ του 12-7 έμοιαζε ικανό τουλάχιστον για μια θέση στα πλέι οφ. Στις 24 Ιανουαρίου ο Ολυμπιακός έχανε στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης από τη Φενέρ και από εκείνο το βράδυ ξεκίνησε ένας κατήφορος που οδήγησε στον πικρό αποκλεισμό από τα πλέι οφ. Προφανώς και από τότε μέχρι το τέλος της κανονικής περιόδου μεσολάβησε μια σειρά άλλων γεγονότων που δεν έχουν να κάνουν ούτε με το μπατζετ, ούτε με τη στελέχωση του ρόστερ. Αλλά αυτή ακριβώς η επίδραση των συγκεκριμένων γεγονότων είναι αντικείμενο μιας άλλης εντελώς διαφορετικής ανάλυσης την οποία θα επιχειρήσουμε μια από τις επόμενες μέρες.