Ο Μαξίμ Μποσίς είναι ένας από τους κορυφαίους παίκτες που έβγαλε ποτέ το Γαλλικό ποδόσφαιρο, κερδίζοντας με τα επιτεύγματα του, το προσωνύμιο, «Ο Μεγάλος Μαξ».

Ο Μαξίμ Μποσίς είναι ένας από τους κορυφαίους παίκτες που έβγαλε ποτέ το Γαλλικό ποδόσφαιρο, κερδίζοντας με τα επιτεύγματα του, το προσωνύμιο, «Ο Μεγάλος Μαξ».
Ο Γάλλος κεντρικός αμυντικός Μαξίμ Μποσίς (Maxime Bossis), γεννήθηκε στις 26 Ιουνίου του 1955, στο Σεντ Αντρέ, μια μικρή πόλη στη Χώρα του Λίγηρα, κοντά στη Ναντ. Έκανε 76 διεθνείς συμμετοχές με ένα γκολ για τη γαλλική εθνική ομάδα και κατέκτησε το κέρδισε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1984 Ποδοσφαίρου, ενώ έπαιξε και σε δύο ημιτελικούς Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ένας από τους πληρέστερους αμυντικούς που ανέδειξε το γαλλικό ποδόσφαιρο. Ξεκίνησε ως αριστερός οπισθοφύλακας, για να διακριθεί μετά στη θέση του λίμπερο. Ψύχραιμος και ταχύς στις επεμβάσεις του, ιδιαίτερα δύσκολος αντίπαλος, διέθετε και στόφα ηγέτη. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ποδοσφαιρικής του καριέρας του παίζοντας για τη Ναντ, βοηθώντας την στη κατάκτηση 3 τίτλων στη γαλλική Ligue 1 και σ’ ένα Κύπελλο Γαλλίας. Αγωνίστηκε και για μια τετραετία (1985-1989) στη Ρασίνγκ Παρί, επιστρέφοντας για μια τελευταία σεζόν στη Ναντ. Ονομάστηκε 2 φορές Γάλλος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς από το “France Football”, το 1979 και το 1981. Είχε το παρατσούκλι «Le Grand Max» (Ο Μεγάλος Μαξ)!
Εντάχθηκε στη Ναντ το 1973, έχοντας προηγουμένως αγωνιστεί στη Σεν Αντρέ Σπορ και την Ιονέ. Για τα επόμενα 12 χρόνια ήταν βασικό και αναντικατάστατο στέλεχος της ενδεκάδας των «καναρινιών», κάνοντας 379 εμφανίσεις στο πρωτάθλημα και πετυχαίνοντας 24 γκολ. Πανηγύρισε την κατάκτηση 3 πρωταθλημάτων (το 1977, το 1980 και το 1983) και ενός Κυπέλλου Γαλλίας, το 1979, με αυτή ακριβώς τη περίοδο να θεωρείται από πολλούς, ως η πιο επιτυχημένη στην ιστορία του συλλόγου της Βρετάνης. Τις σεζόν που δεν κατέκτησε τον τίτλο, η Ναντ τερμάτισε σε όλες στη 2η θέση, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι τον τίτλο του 1983 το πήρε με 10 βαθμούς διαφορά από την Μπορντό.
Επόμενος «σταθμός» του, το 1985, ήταν η Ρασίνγκ Παρί, που εκείνον τον καιρό είχε ξοδέψει αρκετά χρήματα για να φέρει παγκοσμίου φήμης αστέρες στο ρόστερ της, όπως ο Ουρουγουανός Έντσο Φραντσέσκολι (Enzo Francescoli) και ο Γερμανός Πιέρ Λιτμπάρσκι (Pierre Littbarski). Δεν δυσκολεύτηκε να πάρει φανέλα βασικού, ωστόσο οι επιτυχίες που περίμεναν όλοι στους πρωτευουσιάνους δεν ήλθαν ποτέ… Το 1989 κι αφού είχε συμπληρώσει 120 συμμετοχές, με 2 τέρματα για τους «Πιγκουίνους», επέστρεψε στη Ναντ και κρέμασε ως παίκτης της τα παπούτσια του δύο σεζόν αργότερα, το 1991. Αναδείχθηκε Κορυφαίος Ποδοσφαιριστής στη πατρίδα του, 2 φορές το 1979 και το 1981. Σε 710 αγώνες συνολικά στην 18ετή καριέρα του, ο Μαξίμ Μποσίς κατάφερε να αντικρύσει μόλις 4 φορές την κίτρινη κάρτα (3 φορές όσο ήταν στη Ναντ και 1 στη Ρασίνγκ Παρί) και ΚΑΜΙΑ κόκκινη κάρτα!
Έπαιξε τον πρώτο διεθνή αγώνα του, εναντίον της Τσεχοσλοβακίας, στις 27 Μαρτίου του 1976, κάνοντας ντεμπούτο μαζί με τον Μισέλ Πλατινί (Michel_Platini) και τον Ντιντιέ Σιξ (Didier_Six). Χρίσθηκε 76 φορές διεθνής -τις 6 ως αρχηγός- και πέτυχε ένα γκολ, το πρώτο στη νίκη με 4-1 επί του Κουβέιτ, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982. Πήρε μέρος, στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1978, του 1982 τερματίζοντας στη 4η θέση και του 1986, κατακτώντας τελικά τη 3η θέση. Είναι ο άνθρωπος που έχασε το τελευταίο πέναλτι για τους Γάλλους στη διαδικασία, στον ημιτελικό της διοργάνωσης του 1982, στη «Νύχτα της Σεβίλλης», εναντίον της Δυτικής Γερμανίας! Με το σκορ στο 4-4, ο Μαξίμ Μποσίς έχασε το 5ο πέναλτι, επιτρέποντας στον Χορστ Χρούμπες (Horst Hrubesch) να σκοράρει στο τελευταίο γερμανικό, παίρνοντας τη πρόκριση για τον τελικό.
Συμμετείχε επίσης και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1984, όπου και κατέκτησε τον πιο σημαντικό τίτλο της καριέρας του, έχοντας για συμπαίκτες του, τη σπουδαιότερη ίσως φουρνιά του γαλλικού ποδοσφαίρου, με πρώτο βιολί τον Μισέλ Πλατινί (Michel Platini) και τους σπουδαίους Αλέν Ζιρές (Alain Giresse), Πατρίκ Μπατιστόν (Patrick Battiston), Ζαν Τιγκανά (Jean Tigana), Λουί Φερναντέζ (Luis Fernández), κ.ά. Ο τελευταίος αγώνας του για τους «τρικολόρ» ήταν ο μικρός τελικός του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1986, στις 28 Ιουνίου εναντίον του Βελγίου.
Από το 1985 έως το 1992, κατείχε το γαλλικό ρεκόρ συμμετοχών, πριν το καταρρίψει ο Μανουέλ Αμορός (Manuel Amoros), φτάνοντας αργότερα τις 82. Κατείχε επίσης το ρεκόρ αγώνων σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου για τη Γαλλία, με 15 παιχνίδια, που αργότερα ξεπεράστηκε από τον Φαμπιάν Μπαρτέζ (Fabien Barthez). Κατέχει επίσης το ρεκόρ νικών (42) με την εθνική ομάδα της Γαλλίας!
Ο νεότερος αδελφός του, Τζοέλ (Joël Bossis), έπαιξε επίσης επαγγελματικό ποδόσφαιρο και κατέχει το ρεκόρ πρώτου σκόρερ όλων των εποχών για τη Σαμουά Νιορτέ, σύλλογο στη γαλλική Ligue 2. Όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, ανέλαβε για λίγο επικεφαλής στη Κεντρική Επιτροπή του Κυπέλλου Γαλλίας (1993-1995), ενώ αργότερα υπήρξε αθλητικός διευθυντής της Σεντ Ετιέν (1996/97). Αργότερα απασχολήθηκε ως τηλεοπτικός σχολιαστής, απασχολούμενος πρώτα για το κανάλι «TPS», στη συνέχεια για την «Orange Sport» και από το 2014 για το «BeIn Sport».
ΠΗΓΗ: Ευλογημένο ποδόσφαιρο, Wikipedia.