Ο Ροζέ Πιαντονί υπήρξε ένας από τους κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών στην Γαλλία, που παρέα με τους Κοπά, Βενσάν και Φοντέν αποτέλεσαν την θρυλική επιθετική τετράδα των «τρικολόρ».
Ο Γάλλος κεντρικός επιθετικός Ροζέ Πιαντονί (Roger Piantoni), γεννήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου του 1931, στην Μοζ (Meuse) της Λωρραίνης. Βασικός στράικερ της εθνικής ομάδας της Γαλλίας στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1958. Θεωρείται ένας από τους καλύτερους Γάλλους παίκτες της γενιάς του. Κατατάσσεται ως ο 6ος Κορυφαίος Γάλλος Σκόρερ με συνολικά 203 γκολ στη πρώτη κατηγορία.
Πέρασε τα νεανικά του στα ορυχεία της Λα Μουριέρ (La Mourière). Το 1948, κέρδισε με τους δόκιμους της Λωρραίνης το εθνικό κύπελλο. Την επόμενη χρονιά ενσωματώθηκε στην ομάδα της Γαλλίας για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων. Ξεκίνησε την καριέρα του, στα 19 του χρόνια με την ομάδα της Νανσί την περίοδο 1950/51. Έπαιξε τον πρώτο του αγώνα εναντίον της Λενς στις 27 Αυγούστου του 1950, όταν και σκόραρε δύο φορές. Στην πρώτη του σεζόν, κατάφερε να γίνει ο πρώτος σκόρερ της ομάδας με 28 γκολ. Σκόραρε πέντε φορές εναντίον της Χάβρης (6-1) και δύο φορές 4 γκολ εναντίον της Λενς (4-2) και του Στρασβούργου (5-1).
Στις 7 σεζόν με την Νανσί, σκόραρε 92 γκολ, χωρίς να κατακτήσει κάποιο τίτλο. Ηττήθηκε στον τελικό του Κυπέλλου του 1953 από την Λιλ με 1-2 και στις 23 Σεπτεμβρίου του 1953, νίκησαν σ’ έναν φιλικό αγώνα την Ρεάλ Μαδρίτης στο Τσαμαρτίν (Chamartin –η Ρεάλ αργότερα μεταφέρθηκε στο Σαντιάγκο Μπερναμπέου) με 4-2. Στον αγώνα αυτό σκόραρε το 4ο γκολ, στο 60ο λεπτό και έκανε το ντεμπούτο του με τη Ρεάλ, ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο. Ωστόσο, η Νανσί, για να αντιμετωπίσει τα σοβαρά οικονομικά της προβλήματα, την περίοδο 1956/57 υποβιβάστηκε και αναγκάστηκε να αφήσει τους καλύτερους παίκτες της. Ο Πιαντονί μεταγράφηκε για 250.000 φράγκα (25 εκατομμύρια παλιά φράγκα πριν από το 1960) στη Ρεμς, η οποία είχε μόλις παραχωρήσει τον Ρειμόντ Κοπά (Raymond Kopa) στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Η Ρεμς, ενισχύθηκε επίσης με τον Ζιστ Φοντέν (Just Fontaine) και τον Ζαν Βενσάν (Jean Vincent) αναδεικνυόμενη πρωταθλήτρια Γαλλίας το 1958. Την ίδια χρονιά κέρδισε και το Κύπελλο. Την περίοδο 1957/58, σκόραρε 20 γκολ κάνοντας ένα τρομερό δίδυμο με τον Φοντέν, βοηθώντας την Ρεμς να κυριαρχήσει στο γαλλικό ποδόσφαιρο των τελών του 1950 και αρχών του 1960. Την ίδια περίοδο, συμμετείχε με την εθνική στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958, τερματίζοντας στη 3η θέση, αφού ηττήθηκε στον ημιτελικό από την Βραζιλία.
Την επόμενη χρονιά σκόραρε 20 γκολ σε 30 αγώνες και το αποκορύφωμα ήλθε, στην ευρωπαϊκή σκηνή, με την συμμετοχή στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, στην Στουτγάρδη, στις 3 Ιουνίου του 1959 όπου ηττήθηκαν (0-2)από την Ρεάλ Μαδρίτης. Την επόμενη σεζόν 1959/60 ήλθε και η εντυπωσιακή κατάκτηση του πρωταθλήματος, με την Ρεμς να σκοράρει 109 γκολ σε 38 αγώνες (!) με τον ίδιο να σκοράρει τα 18, δέκα λιγότερα από τον Φοντέν. Την περίοδο 1960/61 αναδείχθηκε πάλι πρωταθλητής και πρώτος σκόρερ, 11 χρόνια μετά την αντίστοιχη πρωτιά του.
τον αγώνα μεταξύ Γαλλίας και Βουλγαρίας, στις 11 Οκτωβρίου του 1959, από ένα δυνατό μαρκάρισμα του Νίκολα Κοβάτσεφ (Nicola Kovatchev), υπέστη σοβαρή ζημιά στο γόνατό του, που επηρέασε και την καριέρα του. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών περιόδων του στη Ρεμς, (1961 με 1964), έπαιξε μόνο 37 παιχνίδια πρωταθλήματος, σκοράροντας 28 γκολ. Σημείωσε το τελευταίο γκολ του στις 3 Μαΐου του 1964 εναντίον της Βαλενσιέν. Το 1964, αγωνίστηκε για μια χρονιά στη Νις, στη δεύτερη κατηγορία, όπου έκανε μια πλήρη σεζόν, κερδίζοντας το πρωτάθλημα και την άνοδο στην κορυφαία κατηγορία. Αμέσως μετά ανακοινώσε την αποχώρησή του απ’ την ενεργό δράση.
Έκανε το ντεμπούτο του με την εθνική Γαλλίας στις 16 Νοεμβρίου του 1952, σε ένα φιλικό αγώνα στο Δουβλίνο εναντίον της Ιρλανδίας, στο οποίο σκόραρε στο 67ο λεπτό. Εξαιτίας ενός τραυματισμού, δεν συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954 στην Ελβετία. Ήταν από τα αστέρια της ομάδας του 1958, όπου μαζί με τον Φοντέν και τον Κοπά συνέθεσαν μια τρομερή επιθετική γραμμή. Έπαιξε το τελευταίο παιχνίδι του με τους «τρικολόρ» στις 28 Σεπτεμβρίου του 1961, σ’ ένα προκριματικό αγώνα για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962 κατά της Φινλανδίας (5-1). Στο 79ο λεπτό του παιχνιδιού και σε ένα ελεύθερο λάκτισμα σκόραρε το τελευταίο του γκολ στην διεθνή του καριέρα. Συνολικά αγωνίστηκε σε 37 αγώνες, σκοράροντας 18 γκολ.
Μετά την αποχώρησή του έγινε παίκτης-προπονητής στην Καρπεντράς από το 1967 έως το 1971. Αργότερα, από τις 29 Αυγούστου του 1970 έως την 31η Δεκεμβρίου του 1988, διετέλεσε μέλος του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου της Γαλλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FFF). Διατήρησε την σχέση του με την Νανσί και ήταν ο άνθρωπος που ανακάλυψε τον Μισέλ Πλατινί. Εργάστηκε για αρκετά χρόνια ως σχολιαστής ποδοσφαιρικών αγώνων στο κανάλι «Antenne 2».
Ο Ροζέ Πιαντονί πέθανε στις 26 Μαΐου του 2018, στο Νανσί, σε ηλικία 86 ετών. Η μια εξέδρα του σταδίου «Μαρσέλ Πικό» (Stade Marcel Picot) της Νανσί φέρει το όνομά του.
ΠΗΓΗ: Ευλογημένο ποδόσφαιρο, Wikipedia.
Ροζέ Πιαντονί: Ο «ωραίος» των γκολ
Ο Ροζέ Πιαντονί υπήρξε ένας από τους κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών στην Γαλλία, που παρέα με τους Κοπά, Βενσάν και Φοντέν αποτέλεσαν την θρυλική επιθετική τετράδα των «τρικολόρ».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ