«Σημαίνει καταρχάς πλήρη προσχώρηση σε μια μυωπική δημοσιονομική αντίληψη βασισμένη στην υπερφορολόγηση κάθε στοιχειωδώς παραγωγικής δραστηριότητας και κάθε μορφής περιουσίας. Μια αντίληψη που αδιαφορεί κατ´ αποτέλεσμα για την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας», αναφέρει σε άρθρο του στην προσωπική του ιστοσελίδα ο Ευάγγελος Βενιζέλος.

«Σημαίνει καταρχάς πλήρη προσχώρηση σε μια μυωπική δημοσιονομική αντίληψη βασισμένη στην υπερφορολόγηση κάθε στοιχειωδώς παραγωγικής δραστηριότητας και κάθε μορφής περιουσίας. Μια αντίληψη που αδιαφορεί κατ´ αποτέλεσμα για την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας», αναφέρει σε άρθρο του στην προσωπική του ιστοσελίδα ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ερμηνεύοντας το μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 και προσθέτει «πρόκειται για τη γνωστή αδυναμία σύνδεσης του στόχου της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους με τον παρονομαστή του κλάσματος “χρέος προς ΑΕΠ”, δηλαδή με μια πτωτική καμπύλη του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ που προκύπτει από την ονομαστική διόγκωση του ΑΕΠ, λόγω θετικού ρυθμού ανάπτυξης, σε συνδυασμό με ένα θεμιτό, για τα δεδομένα της Ευρωζώνης, ποσοστό πληθωρισμού».

Ο κ. Βενιζέλος επισημαίνει ότι «αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η ελληνική κυβέρνηση, ενώ ισχυρίζεται ότι αξιοποιεί τη στάση του ΔΝΤ προκειμένου να πετύχει περαιτέρω μείωση της παρούσας αξίας του χρέους, του ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης του και άρα των ετήσιων χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας, ώστε με τον τρόπο αυτό να απαλλαγεί από το φορτίο των υψηλών ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων, με την υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων και των άλλων δημοσιονομικών μέτρων που οδήγησαν σε πολύ υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα ήδη από το 2016, προσφέρει ισχυρό και απτό επιχείρημα υπέρ των σκληρότερων Ευρωπαίων παραγόντων που επιμένουν σε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που θεωρούν απολύτως εφικτά για αρκετά χρόνια και τώρα η ελληνική κυβέρνηση αποδεικνύει καταχαρούμενη ότι είναι “εφικτά”».

Τέλος, o Ευάγγελος Βενιζέλος υποστηρίζει ότι «η δημοσιονομική υπεραπόδοση του 2016, όχι μόνο δεν εντάσσεται σε κάποια στρατηγική εξόδου από την κρίση, αλλά μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά στη δυναμική της διαπραγμάτευσης όπου το βασικό ζητούμενο είναι ο συνδυασμός ανάκαμψης και μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους».