Στο Παρίσι, την πόλη που σε ένα χρόνο από σήμερα θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ο Αποστόλης Τεληκωστόγλου έγραψε Ιστορία για το ελληνικό Ολυμπιακό ταεκβοντό. Έγινε ο πρώτος Έλληνας αθλητής που έφτασε σε τελικό Γκραν Πρι, παίρνοντας την σκυτάλη από τον Κωνσταντίνο Χαμαλίδη ο οποίος νωρίτερα φέτος ήταν τρίτος στο Γκραν Πρι της Ρώμης.
Ο Τεληκωστόγλου, όπως και το 2019 στο Παγκόσμιο του Μάντσεστερ, έτσι και σήμερα κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο, που θα του δώσει 36 επιπλέον βαθμούς στην Ολυμπιακή κατάταξη. Πριν από το Γκραν Πρι της γαλλικής πρωτεύουσας, ο Έλληνας πρωταθλητής, μέλος της προολυμπιακής ομάδας που έχει συσταθεί από την ΕΛΟΤ, βρισκόταν στην 12η της Ολυμπιακής κατάταξης και στην 7η της Παγκόσμιας. Με τους 36 βαθμούς που πήρε σήμερα, θα ανέβει τουλάχιστον δύο θέσεις και πλέον, διεκδικεί με ακόμη μεγαλύτερες πιθανότητες, μια θέση στην πρώτη εξάδα των -80kg που ισοδυναμεί με απευθείας πρόκριση για το «Παρίσι 2024».
Ο Κοζανίτης πρωταθλητής, ο οποίος σε Γκραν Πρι είχε να επιδείξει μια 5η θέση στο 2022 στην Ρώμη, έμοιαζε ασταμάτητος. Απέναντι σε αντιπάλους που βρίσκονται στις 32 πρώτες θέσεις της Ολυμπιακής κατάταξης (στο συγκεκριμένο τουρνουά, διαβάθμισης G6, μετέχουν οι 32 καλύτεροι από κάθε κατηγορία), έδειχνε αγωνιστικά πιο ώριμος και πιο συγκεντρωμένος από ποτέ. Ειδικά στον προημιτελικό αλλά και στον ημιτελικό (αλλά και στις δύο πρώτες περιόδους του τελικού), το πείσμα και η θέλησή του για να φτάσει ψηλά, έδειχναν να βρίσκονται στο… κόκκινο!
Στον γύρο των 32, ο Τεληκωστόγλου νίκησε 2-0 τον Γεωργιανό Κιντσουρασβίλι, ενώ με το ίδιο σκορ προκρίθηκε στην οκτάδα μετά την επικράτηση επί του Βραζιλιάνου Ροντρίγκες. Για να έρθει η πρόκριση στον ημιτελικό, ξεπέρασε το εμπόδιο – με σκορ 2-1 – του Γάλλου Μπουζίντ Σουιχιλί, ενώ στον ματς της τετράδας, νίκησε επίσης με 2-1 τον Τούρκο Γιλντίζ. Στον τελικό, με αντίπαλο τον Ιρανό Μπαρκχονταρί, ο Τεληκωστόγλου έχασε το πρώτο σετ με 8-6, πήρε το δεύτερο με 9-7, για να χάσει το τρίτο με 12-0, καταλαμβάνοντας έτσι την δεύτερη θέση, η οποία εκτός όλων των άλλων του απέφερε και το χρηματικό ποσό των 3.000 δολαρίων.