Ο Χρήστος Καούρης αναλύει τους κάθε άλλο παρά ανεπαίσθητους μετασεισμούς του «αιώνιου» ντέρμπι.

Αρχή από τα βασικά, είδαμε ματς. Κανονικό, όχι την καρικατούρα αγώνα που είχε γίνει στο Σ.Ε.Φ., για πολλούς και διάφορους λόγους και με ευθύνη αμφότερων των ομάδων. Είχαν φυσικά πάμπολλες δικαιολογίες για εκείνο το αποκρουστικό πενηντακάτι-εξηντακάτι, αλλά με βάση την ποιότητα τους είχαν περάσει πολύ κάτω από τη βάση. Ο Παναθηναϊκός οδήγησε στο σκορ από την αρχή ως το τέλος, αλλά οι πάμπολλες διακυμάνσεις, τα δυσάρεστα απρόοπτα και οι επιστροφές του Ολυμπιακού έδωσαν άγρια ομορφιά.

Το αποτέλεσμα ως αυθύπαρκτο γεγονός αλλά και η εικόνα υπεροχής του Παναθηναϊκό στο μεγαλύτερο διάστημα του αγώνα ως το 35΄ επισφράγισε και με τη βούλα πλέον την αλλαγή των ισορροπιών που είχαν διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια. Φυσικά ουδείς είχε αμφιβολία πως ο Παναθηναϊκός θα ήταν πολύ πιο ανταγωνιστικός από τα προηγούμενα ανυπόληπτα χρόνια, όμως το πόσο πιο ανταγωνιστικός ήταν ένα ζήτημα προς διερεύνηση. Όχι μόνο γιατί λόγω της δικής του ποιότητας, προόδου και συνολικής ισχύος, αλλά γιατί η δυναμική του ζευγαριού εξαρτάται σε κάθε περίπτωση και από τον έτερο ανταγωνιστή.

Ο Ολυμπιακός ξεκίνησε με κεκτημένη ταχύτητα από τα προηγούμενα χρόνια, έκανε περίπατο στο Σούπερ Καπ και κέρδισε στην παράταση στο ΟΑΚΑ στην πρεμιέρα της Ευρωλίγκας, μεταφέροντας την αίσθηση πως όχι μόνο ο Παναθηναϊκός δεν είχε προοδεύσει όσο θα ήθελε, αλλά ότι και ο ίδιος θα μπορούσε να παραμείνει κοντά στα ιλιγγιώδη στάνταρντ που είχε θέσει την προηγούμενη σεζόν. Όταν υποδέχτηκε τον Παναθηναϊκό στο πρώτο παιχνίδι πρωταθλήματος ήταν το ξεκάθαρο φαβορί του αγώνα, ακόμα κι αν είχαν διαφανεί ήδη τα πρώτα κενά αέρος που είχαν προκαλέσει οι πρώιμοι τραυματισμοί. Η νίκη του τριφυλλιού εκείνο το βράδυ ισορρόπησε σε ένα βαθμό την πλάστιγγα, όμως οι ένορκοι δεν ήταν ακόμη βέβαιοι αν η επιτυχία εκείνη ήταν ένα αποτέλεσμα «τύπου Κάτας». Όταν δηλαδή ο συμπαθής Ισραηλινός είχε οδηγήσει τον Παναθηναϊκό σε διπλό στο Φάληρο με tall ball, τον Παπαπέτρου 2άρι και καλύτερους τους Μποχωρίδη, Σαντ-Ρος, μια one of a kind κατάσταση δηλαδή. Ο κύριος λόγος δεν ήταν ότι ο Παναθηναϊκός αμέλησε να δείξει κάμποσες από τις ποιότητες που τον ακολούθησαν στη σεζόν (με κυριότερο την αμυντική συνέπεια), αλλά γιατί τα ευρωπαϊκά του πεπραγμένα συνέχιζαν να είναι θολά, ασταθή και ανασφαλή.

Fast forward στο βράδυ της Δευτέρας, όταν οι πράσινοι φιλοξένησαν τον Ολυμπιακό αισθανόμενοι φαβορί. Ελαφρύ έστω, αλλά φαβορί. Και είχαν λόγους να το κάνουν: ρεκόρ 8-1 το τελευταίο διάστημα στην Ευρωλίγκα, άμυνα που είχε ήδη πάρει πιστοποίηση απέναντι σε σκόρερ όπως ο Λάρκιν και ο Τζέιμς, κερδισμένα ματς στο όριο, κοινό που ήταν από καιρό έτοιμο να ξορκίσει τους εφιάλτες του πρόσφατο παρελθόντος, αύρα και αυτοπεποίθηση. Την ίδια στιγμή ο Ολυμπιακός ερχόταν από νίκη σταθεροποίησης απέναντι στη Μακάμπι, όμως εκστράτευε στο Μαρούσι χωρίς τον βασικό του πύργο Μουστάφα Φαλ και αποπνέοντας μια μεταβατική αίσθηση, όπως συμβαίνει με τις ομάδες που κυοφορούν ερωτηματικά στο εσωτερικό τους σχετικά με το ποιος, πότε και πως. Δύο ώρες μετά το τζάμπολ στο κατάμεστο Ο.Α.Κ.Α., το μπλοκάκι του μελετητή είχε γεμίσει από σημειώσεις.

BASKET LEAGUE 2023 – 2024 / ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ / EUROKINISSI)

Ο Παναθηναϊκός επιβεβαίωσε την ορμή της στιγμής και την ποιότητα του, έχοντας εκρηκτικά διαστήματα με τα οποία χανόταν από τον ορίζοντα του αντιπάλου του. Τα σολαρίσματα του Ναν στη δεύτερη περίοδο έδωσαν την ψευδαίσθηση μιας ομάδας που βασίστηκε αποκλειστικά στο ατομικό ταλέντο των παικτών της, όμως ήταν οι off ball δράσεις με εκτελεστή τον Γκριγκόνις αυτές που έστρωσαν το πράσινο χαλί, μαζί με την πίεση σε κάθε πάσα που αποδιοργάνωσε από την αρχή τον Ολυμπιακό και έβγαλε από την αρχή από την εξίσωση τον Κάναν χάρη στο μέγεθος του Γκραντ. Έχοντας να αντιμετωπίσει στην πορεία και το απρόοπτο με την θλάση του Σλούκα, η ομάδα του Αταμάν έδειξε προσαρμοστικότητα στα νέα δεδομένα και κατάφερε να βγει σε αρκετές στιγμές ως και κερδισμένη από όσα έφερε στο τραπέζι ο Καλαϊτζάκης, τόσο μάλιστα όσο να μείνει περισσότερο του αναμενομένου στον πάγκο στο δεύτερο μέρος ο Ναν. Ο Τούρκος κόουτς φανερά θορυβήθηκε από το πόσο αποτελεσματικά ο σούπερ σκόρερ του χτυπήθηκε από τον Γκος και από τη στιγμή που το ισοζύγιο του έβγαινε θετικό με την αξιοποίηση των σουτέρ της weak side, έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Κρητικό.

Την ίδια στιγμή οι γηπεδούχοι συνέχισαν στο επιτυχημένο μοτίβο της εξάντλησης του αντιπάλου με το εύρος των επιθετικών τους λύσεων. Το χορό άνοιξε ο Γκριγκόνις και ο Γκραντ, ύστερα την μπαγκέτα πήρε ο Ναν, στην τρίτη περίοδο ο Λιθουανός επέστρεψε με μικρό-πινελιές από τους Γκραντ/Χουάντσο και στο μισό της τέταρτης ανέλαβαν δράση οι Λεσόρ-Μήτογλου απέναντι στην αποψιλωμένη αντίπαλη γραμμή ψηλών. Σε μια βραδιά στην οποία έλειπε η instant offense που φορές-φορές φέρνει από τον πάγκο ο Βιλντόσα και που ο Σλούκας ήταν μη-παράγοντας ως τον τραυματισμό του (0/4 σουτ, 0 ασίστ), η εναπομείνασα ποιότητα έφτανε για να φέρει μια συμπαγή ομάδα όπως ο Ολυμπιακό στα σχοινιά.

Μπορεί να μοιάζει υπερβολικό ή εξωφρενικό, όμως ακόμα και αν είχε χάσει ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να μείνει ικανοποιημένος. Όχι προφανώς από το αποτέλεσμα, αλλά από το ότι θα είχε λόγους να αισθάνεται πως στη ζυγαριά του ταλέντου είναι τουλάχιστον ισοβαρής, αν όχι πιο μπροστά από τον αντίπαλο του. Και πως έχει τέσσερις μήνες μπροστά του προκειμένου να προοδεύσει ακόμη περισσότερο, ειδικά έχοντας τακτοποιήσει τους ρόλους και διατηρώντας 2-3 ακόμη δεδομένα καλούς παίκτες που για διάφορους λόγους πέρασαν κάτω από τον πήχη το πρώτο τρίμηνο (Χουάντσο, Βιλντόσα, Παπαπέτρου).

BASKET LEAGUE 2023 – 2024 / ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (ΜΑΡΚΟΣ ΧΟΥΖΟΥΡΗΣ / EUROKINISSI)

O Ολυμπιακός θα έφευγε από το Μαρούσι ψυχωμένος αν έλειπε ο τραυματισμός του Μιλουτίνοφ, όμως αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο «αν» για να το ξεπεράσει κανείς, ειδικά από τη στιγμή που ο ένας μήνας του διαστρέμματος έγινε το δίμηνο του κατάγματος. Οι ερυθρόλευκοι έδειξαν πως το μπαρουτοκαπνισμένο σασί τους μπορεί να κλονίζεται σε ηφαίστεια όπως αυτό του Ο.Α.Κ.Α., όμως παραμένουν μια συμπαγής, δυσκολοκατάβλητη ομάδα που είναι σε θέση να παίξει το μπάσκετ του προπονητή της. Το να επιστρέψει κανείς όχι μία, αλλά τρεις φορές στο σουτ από διψήφιες διαφορές σε αυτό το περιβάλλον πιστώνεται στη συνολική δυναμική του οργανισμού, στην προσαρμοστικότητα μπροστά στη δυσκολία και την ανθεκτικότητα στην ατυχία. Έγραφα πριν ένα μήνα πως «Ομάδα που νιώθει τους συνεκτικούς της δεσμούς στη θέση τους είναι εξ ορισμού σε θέση να ξεπεράσει τα άσχημα διαστήματα με μεγαλύτερη ψυχραιμία, ομοθυμία και επιμονή σε σχέση με κάποια που ο καθένας δείχνει τον εαυτό του με το δάχτυλο – και αυτό δεν είναι μικρό πράγμα σε βάθος μίας σεζόν».

Το εντυπωσιακό – και καθόλου τυχαίο – είναι πως ο Γιώργος Μπαρτζώκας διαφοροποίησε θεαματικά πολύ για τα δικά του δεδομένα το παιχνίδι της ομάδας του προκειμένου να χτυπήσει τον αδύναμα σημεία του αντιπάλου του. Αυτό δεν θα έπρεπε να είναι είδηση μιλώντας γενικά, όμως για τον προπονητή του Ολυμπιακού αυτό είναι μια πολύ ορατή τροποποίηση, αφού φαντάζομαι πως έχει γίνει κοινός τόπος πια πως ο Έλληνας κόουτς είναι αυτός που θέλει να βάζει τους κανόνες του δικού του παιχνιδιού, όχι να αντιδρά η ομάδα του σε αυτό που ο αντίπαλος πράττει – το λεγόμενο act/react που έλεγε και ξαναέλεγε μετά τα παιχνίδια της Ισπανίας κόντρα στη Μπαρτσελόνα και τη Μπασκόνια.

Πιθανώς κάποια από αυτά ήρθαν και ένεκα του τραυματισμού του Φαλ, αφού ο Γάλλος συνιστά τη ραχοκοκαλιά του αμυντικού σχεδιασμού αλλά και της επιθετικής γεωμετρίας, όμως τόσο τα post up των γκαρντ, η απαγκίστρωση από το pick n roll για να ευνοηθεί το iso του Γουίλιαμς-Γκος και τα 5-out σχήματα με τον Πετρούσεφ στην κορυφή του τριπόντου ήταν αλλαγές που έδωσαν κρίσιμες επιθετικές λύσεις και κατά βάση έδωσαν την ευκαιρία στον Ολυμπιακό όχι μόνο να επιστρέψει δύο φορές από διψήφιες διαφορές, αλλά να φτάσει και ένα λέι-απ προπόνησης μακριά από το να πάρει το προβάδισμα από το -15.

Με τον Γκος να σηκώνει το γάντι και να οδηγεί για άλλη μία φορά μετά τη Βαρκελώνη τον Ολυμπιακό στην παρ΄ ολίγον ανατροπή, τον Πετρούσεφ να βγάζει στο παρκέ το πολυσχιδές επιθετικό του ταλέντο (και μαζί την αμυντική του αδυναμία), οι Πειραιώτες θα είχαν λόγους να χαμογελούν ακόμα και αν το ντεφορμάρισμα των Γουόκαπ, Παπανικολάου βγάζει μάτι. Δεν είναι, φυσικά, να απορεί κανείς. Μεγάλα κορμιά αμφότεροι, χωρίς το σουτ που μπορεί να λειτουργήσει σαν αλεξίπτωτο στην πτώση και αδιαπραγμάτευτα ταγμένοι στην άμυνα, είναι φανερό πως είναι τόσο σωματικά όσο και πνευματικά ξοδεμένοι. Ο «Παπ» το είπε δυο εβδομάδες πριν, μετά την ΑΕΚ, αυτό όμως δεν τον εμπόδιζε να βγαίνει μπροστά από τον Λεσόρ σαν δαιμονισμένος, άγκυρα της καμικάζι άμυνας που λίγο έλειψε να κάνει κόλπο γκρόσο.

Εντούτοις ο σοβαρός τραυματισμός του Νίκολα Μιλουτίνοφ έρχεται να πέσει σαν σκιά 2.13 μέτρων και να κρύψει το οποία περιθώρια αισιοδοξίας είχαν δικαιολογημένα διαφανεί. Με τον Φαλ ήδη εκτός μάχης, ο Ολυμπιακός απομένει με τρεις ψηλούς, τον Πίτερς, τον Πετρούσεφ και τον Σίκμα, αφού ο νεαρός Τανούλης δεν είναι ακόμη έτοιμος να μπει στη φωτιά. Η απώλεια του Σέρβου δεν προκαλεί μόνο το προφανές πρόβλημα λειψανδρίας και αποστράγγισης σε ταλέντο και ποιότητα, αλλά βάζει τριγμό σε όλο το αμυντικό οικοδόμημα της ομάδας, δηλαδή στο βαρύ της χαρτί. Ακόμα κι αν κάποιος αισιόδοξος υποθέσει πως το επιθετικό ταλέντο του Πετρούσεφ θα καλύψει το κενό και ταυτόχρονα θα δώσει την ευελιξία κάποιων σχημάτων που πιθανώς να δώσουν νέα πνοή στην επίθεση (και ένα πιο λειτουργικό δέσιμο με τον Σίκμα), ο Ολυμπιακός έχει εκπαιδευτεί τα τελευταία 2.5 χρόνια να αμύνεται έχοντας στην καρδιά της ρακέτας του κάποιον ικανό να κρύψει τον ουρανό. Τροποποιήσεις προφανώς θα γίνουν, όμως δεν είναι εύκολο αυτές να είναι σε βάθος χρόνου αποτελεσματικές στην εξουθενωτική και ανελέητη Ευρωλίγκα.

Με την κακοτυχία όχι μόνο να μην σταματά αλλά να κορυφώνεται, ο Ολυμπιακός θα βγει υποχρεωτικά στην αγορά προς αναζήτηση του παίκτη που θα γεμίσει το ρόστερ. Το να βρει κάποιον που να κάνει τη διαφορά είναι προφανώς εκτός ρεαλιστικής συζήτησης – η πραγματική ζωή δεν είναι NBA2K. Το πιο αισιόδοξο σενάριο είναι να βρεθεί κάποιος ο οποίος θα αποκαταστήσει τις ισορροπίες στις προπονήσεις και θα είναι σε θέση να δώσει 10-12 λεπτά στα οποία οι υπόλοιποι δεν θα νιώθουν πως πρέπει να καλύψουν το κενό του (φυσιολογικά) ανίδεου νεοφερμένου. Αν μιλάγαμε για ένα μήνα πριν, ο Φρέντι Γκιλέσπι θα ήταν μια προφανής επιλογή ανάγκης, για να συνεννοούμαστε στο προφίλ.

Ανακεφαλαίωση, επιστρέφοντας στην αρχή του κειμένου. Ο Παναθηναϊκός έκανε αρκετά το τελευταίο τρίμηνο για να θεωρεί πως οι εντός των συνόρων ισορροπίες έχουν αλλάξει, με τον ίδιο να κάθεται πια στην καρέκλα του φαβορί. Δεν είναι και μικρό πράγμα, ούτε για τον ίδιο, ούτε για τον συνηθισμένο να φέρει ένα αέρα ισοπεδωτικής υπεροχής τα τελευταία χρόνια Ολυμπιακό. Μετά και τον σοβαρό τραυματισμό του Μιλουτίνοφ, οι ερυθρόλευκοι μετατοπίζονται σε ρόλο διεκδικητή, αφού για να διατηρήσουν τα σκήπτρα θα πρέπει να φύγουν νικητές τουλάχιστον μία φορά από το σπίτι του αιώνιου αντιπάλου.

Αμφότεροι έχουν λόγους να πιστεύουν πως στο τέλος της άνοιξης θα είναι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους και πως αυτό θα είναι αρκετό. Μπορεί να έχουν στέρεους λόγους για κάτι τέτοιο, αλλά η κορυφή χωράει μόνο έναν. Μέχρι να έρθει εκείνη η ώρα, θα κονταροχτυπηθούν για τον πρώτο τίτλο της σεζόν και θα δοκιμάσουν τις αντοχές στους στο αμόνι και το φυσερό της Ευρωλίγκας.