Για είκοσι λεπτά, το φάντασμα του Τόμας Γουόκαπ στοίχειωνε τον Ολυμπιακό. Όταν έφυγε, όλα έγιναν καταιγιστικά απλά. Ή απλώς καταιγιστικά. Γράφει ο Χρήστος Καούρης.

Δεν ήταν απλό, γιατί δε θα μπορούσε να είναι. Για δύο σερί χρόνια, ο Ολυμπιακός ξεκινούσε να απαγγέλει το μπασκετικό του αλφάβητο από το «Τ» και το «Γ» του Τόμας Γουόκαπ. Από την πίεση στην μπάλα που λειτουργεί ως το πρώτο ανάχωμα. Από την ανθεκτικότητα απέναντι στους αντιπάλους αμυντικούς και την ικανότητα να βάζει την επίθεση σε θέση να λειτουργεί, αυτό που αμερικανιστί αποκαλείται playmaking skills. Τη μία βραδιά που αυτός έλλειψε, η συναστρία έφερε άλλους δύο στο περίπου (Γουίλιαμς-Γκος, Μήτρου – Λονγκ) και τον έσχατο να μοιάζει οριστικά αποστραγγισμένος από αυτοπεποίθηση και πίστη (Λούντζης).

Η Βίρτους είχε μυρίσει αίμα πριν ακόμα η μπάλα μπει στο παρκέ. Χάκετ και Κορντινιέ προκάλεσαν κυκλοφοριακό με το καλημέρα, λες και το ματς γινόταν στον Κηφισό στις 8 το πρωί. Έγραφα χθες πως «το να παίζεις χωρίς γκαρντ είναι σαν να προσπαθείς να οδηγήσεις αυτοκίνητο χωρίς τιμόνι». Για είκοσι λεπτά ο Ολυμπιακός κουτούλαγε δεξιά κι αριστέρα, κι αν κάτι περιόρισε τη διαφορά στους 9 πόντους στο ημίχρονο, αυτή ήταν η ηγετική εμφάνιση του Κώστα Παπανικολάου.

Δε χρειαζόταν να είναι κανείς «πανεπιστήμονας» του μπάσκετ, όπως λέγε ο συγχωρεμένος Ντούντα, για να καταλάβεις ότι η ελλιπέστατη περιφερειακή πίεση επέτρεπε στη Βίρτους να παίξει απροβλημάτιστα και να ολοκληρώνει το ένα σύστημα μετά το άλλο, ούτε πως η βελόνα της τραχύτητας θα έπρεπε να σημαδέψει το κόκκινο για να υπήρχε πιθανότητα να διαφοροποιηθεί το σκηνικό.

Το δεύτερο μέρος ήταν περσινός Ολυμπιακός με αλλαγή, αυτή του Γουίλιαμς-Γκος αντί του Γουόκαπ. Ο Μπαρτζώκας έπραξε σοφά αναθέτοντας στον Κάναν να πιέσει στο όριο τον Χάκετ, ακόμα και αν αυτό κόστιζε κάποια φάουλ. Το κόλπο δούλεψε, ο Χάκετ είδε το παιχνίδι ως προσωπική μονομαχία και αίφνης οι υπόλοιποι, σαν μωρά αποκομμένα από τον ομφάλιο λώρο, μαράζωσαν και έχαναν και τα ελεύθερα.

Στην απέναντι πλευρά αποδείχτηκε εκ νέου πως το βάθος του ερυθρόλευκου πάγκου είναι η κεφαλαιώδης διαφορά σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο της σεζόν. Απλώς σκεφτείτε τη μισή τέταρτη περίοδο με τον Σίκμα στο «5» και τον Πίτερς, σε μέτρια μέρα, στο «4» για να συνεννοηθούμε. Ο Ράιτ κατέθεσε ενέργεια και αρκούσε που κέρδισε περίπου όσες μάχες κέρδισε, την ώρα που ο Φίλιπ Πετρούσεφ έκανε με μεγάλη διαφορά το πρώτο του more than average αμυντικό παιχνίδι από τότε που ήρθε στον Πειραιά. Ο τύπος είναι σπάνιο ταλέντο επιθετικά, αυτό το γνωρίζουν όλοι, οπότε δεν είναι να απορείς που κέρδισε τον Σενγκέλια σε mano a mano στο χαμηλό ποστ. Την ίδια στιγμή έχασε μόνο μία καθαρή μονομαχία από τον γεωργιανό ταύρο, δεν του επέτρεψε ούτε ένα από τα επιθετικά ριμπάουντ που αυτός διεκδίκησε και την ίδια στιγμή επέλεξε με θαρρείς ασυνείδητη μπασκετική παιδεία την ασίστ στον Πίτερς μετά το short roll, στη φάση που κλείδωσε τη διαφορά και την ισοβαθμία.

Στο τέλος της μέρας, ο Ολυμπιακός απέδειξε πως είναι σε playoff mode από τον Μάρτη, σκορπώντας ανασφάλεια σε όποιον κληθεί να τον αντιμετωπίσει με ή χωρίς πλεονέκτημα έδρας. Όμως πριν συμβούν όλα αυτά θα έρθει η τιτανομαχία με τον Παναθηναϊκό: μόνο ανόητος ή αφελής υποτιμά τη συναισθηματική επίδραση που έχουν αυτά τα παιχνίδια και στους πιο έμπειρους.