Την επιθυμία του να παραμείνει έως το τέλος της καριέρας του στον Ολυμπιακό, εξέφρασε ο Νταβίντ Φουστέρ. Ο Ισπανός μεσοεπιθετικός αναφέρθηκε στους οπαδούς των «ερυθρολεύκων», υπογραμμίζοντας πως αυτοί του δίνουν έμπνευση. Επίσης, ο Φουστέρ αναφέρθηκε και την εικόνα του Ολυμπιακού σε Ελλάδα και Ευρώπη. Ο Φουστέρ μίλησε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά». Αναλυτικά:
Για την έλευσή του στην Ελλάδα το 2010:
«Δύο χρόνια νωρίτερα είχα έρθει κρουαζιέρα στον Πειραιά. Με λεωφορείο πήγαμε στην Ακρόπολη κι όταν περνούσαμε έξω από το “Καραϊσκάκη”, με ρώτησε η γυναίκα μου, Αντζελίνα, ποια ομάδα έπαιζε σε αυτό το γήπεδο. Της απάντησα: “ο Ολυμπιακός”, αλλά δεν φανταζόμουν φυσικά αυτό που θα ακολουθούσε. Ομολογώ ότι στους πρώτους αγώνες δεν πέρασα καλά. Υπήρχε μουρμούρα, αμφισβήτηση και γκρίνια από τον κόσμο. Ήταν εξάλλου και η πρώτη φορά που έπαιζα εκτός Ισπανίας και χρειαζόμουν χρόνο προσαρμογής. Ο κόσμος θέλει γρήγορα αποτελέσματα και πιέζει πολύ την ομάδα. Το κλίμα άρχισε να αλλάζει στο ματς με τον Ατρόμητο, όταν δέχθηκα αγκωνιά από αντίπαλο και, παρότι έτρεχαν αίματα, συνέχισα να παίζω μπανταρισμένος».
Για την επαφή του με τον κόσμο:
«Έγινα ένα με τον κόσμο. Λένε ότι γεννήθηκα στον Πειραιά και παίζω σαν βέρος Ολυμπιακός. Απολαμβάνω την αγάπη τους. και στην Έλτσε με αγαπούσαν, αλλά στον Ολυμπιακό με εμπνέουν περισσότερο οι οπαδοί μας, μου ταιριάζουν».
Για τα γκολ κατά της Μάλμε, θυμάται:
«Πήρε κεφάλια ο Κασάμι και το ένστικτό μου με οδήγησε στο κατάλληλο σημείο. Δεν δίστασα να βάλω το κεφάλι μου ανάμεσα σε πόδια και έγινε ό,τι έγινε. Ομολογώ ότι δεν είδα την μπάλα στα δίχτυα. Έπεσα κάτω και από τις φωνές του κόσμου κατάλαβα ότι πέτυχα γκολ. Δεν έχασα πάντως τις αισθήσεις μου».
Για το καλύτερο ευρωπαϊκό τέρμα που έχει σημειώσει:
«Το γκολ επί της Καζάν ήταν το σπουδαιότερο γιατί μας έδωσε την πρόκριση, αλλά και επί της Μάλμε το χάρηκα το ίδιο, ίσως και περισσότερο. Ιδιαίτερα στην κατάστασή μου, όταν ο κόσμος φώναξε το όνομά μου. Το γκολ είναι η ολοκλήρωση ενός ποδοσφαιριστή, ιδιαίτερα όταν τραγουδάει ο κόσμος για σένα και σου δείχνει την αγάπη του».
Για τον Ερνέστο Βαλβέρδε που ήταν εκείνος που τον επέλεξε και τον έφερε στον Ολυμπιακό:
«Χρωστάω ευγνωμοσύνη στον Ερνέστο, γιατί έψαχνε έναν παίκτη με τα δικά μου χαρακτηριστικά και μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω στο εξωτερικό και στον Ολυμπιακό. Από τότε πέρασαν πολλοί προπονητές και με εμπιστεύτηκαν όλοι, γιατί δίνω τον καλύτερό μου εαυτό. Έχω επαφή με τον Βαλβέρδε, αλλά και τους συνεργάτες του, Γιον Ασπιάθου και Ρος Ποθάνθο. Επικοινωνούμε με μηνύματα, μαθαίνουν τα νέα μου κι εγώ τα δικά τους».
Για το αν το υπάρχουν ομοιότητες ανάμεσα στον Βαλβέρδε και τον Μίτσελ:
«Ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο σκέψης για το ποδόσφαιρο. Παρόλα αυτά, ταιριάζουν γιατί είναι γεννημένοι νικητές και παίρνουν καλά αποτελέσματα».
Για το μέλλον του:
«Θέλω να μείνω για πάντα, γιατί είναι ευτυχισμένη και η γυναίκα μου. Ήδη μίλησα με τον πρόεδρο και του ζήτησα να ανανεώσουμε τη συνεργασία μας. Το θέλει ο πρόεδρος, το θέλω κι εγώ. Και μετά τη λήξη της καριέρας μου, θα ήθελα να παραμείνω. Έχω δίπλωμα προπονητή Α κατηγορίας, για μικρά παιδιά από το Πανεπιστήμιο της Βαλένθια και είμαι διατεθειμένος να πάρω και τα ανώτερα. Στην Ελλάδα, εξάλλου, είμαι πιο αγαπητός και αναγνωρίσιμος από ό,τι στην Ισπανία».
Για τη διαφορετική εικόνα που δείχνει ο Ολυμπιακός σε Ελλάδα και Ευρώπη:
«Πρέπει κάποιοι ποδοσφαιριστές να καταλάβουν ότι ναι μεν είναι όμορφο να παίζεις στο Champions League, όπου σε βλέπει περισσότερος κόσμος, αλλά για να μετάσχεις σε αυτή η διοργάνωση, πρέπει να κερδίσεις το πρωτάθλημα».