Με ελάχιστα περιθώρια ελιγμών, οι Καταλανοί βελτιώθηκαν μεν, αλλά μάλλον όχι αρκετά σε δεδομένες δομικές αδυναμίες τους.

«Τι ακριβώς περίμενες δηλαδή; Να ξεριζώσουν τη μισή ομάδα; Πέρσι ήταν για το μεγαλύτερο διάστημα της σεζόν στη δεύτερη θέση και αν δεν έκλειναν τόσο άσχημα την κανονική περίοδο, πιθανώς να ήταν και στο φάιναλ φορ».

Ναι, αλλά όχι.

Όλοι σέβονταν την περσινή Μπάρσα, όπως θα έπρεπε δηλαδή, δεν ήταν καμιά ομάδα του πεταματού. Εντούτοις δεν υπήρχαν και πολλοί που να την φοβόντουσαν, παρότι ως τις 15 Δεκέμβρη είχε απόρθητη έδρα και τριγύριζε άνετη στην τετράδα μεταξύ δεύτερης και τρίτης θέσης. Οι λόγοι ήταν αρκετοί.

Πρώτος και κύριος, ο προπονητής. Ο Γκριμάου ήταν μια κλασική περίπτωση καταλανικού ρίσκου, όμως λαχεία τύπου Πασκουάλ δεν εμφανίζονται ούτε καν ανά δεκαετία. Με ανύπαρκτη εμπειρία και μονάχα της δάφνες του «δικού μας παιδιού», ο 46χρονος Καταλανός αμφισβητήθηκε από νωρίς, επιβίωσε χάρη στο καλό μισό της σεζόν αλλά κονιορτοποιήθηκε από τον Μπαρτζώκα στα πλέι-οφ και αποχαιρέτησε δικαίως τον πάγκο. Φυσικά ουδείς διατείνεται πως είχε στη διάθεση του ένα πυρηνικό ρόστερ – το αντίθετο.

Αν συμφωνήσουμε πως τα κύρια στοιχεία που πρέπει να έχει κανείς στο σύγχρονο μπάσκετ είναι η αθλητικότητα (όχι μόνο με τη μορφή της ταχύτητας και έκρηξης, αλλά και του μεγέθους) και το σουτ, η περσινή Μπάρσα μετά βίας ανέβαινε τη βάση. Παρότι ο Βέσελι έκανε All-Star χρονιά, το ταίριασμα με τον Μπίλι Ερνανγκόμεθ αποδείχτηκε, όπως αναμενόταν, προβληματικό: πλήρης απουσία παιχνιδιού πάνω από τη στεφάνη και στις δύο πλευρές του παρκέ και αδυναμία αντιμετώπισης των «δεινόσαυρων» που πλέον έχουν επανέλθει για τα καλά. Καθόλου τυχαία, από τους 5 καλύτερους παίκτες του Ολυμπιακού βάσει αξιολόγησης στη σειρά των πλέι-οφ, οι τρεις ήταν ψηλοί (Μιλουτίνοφ, Πετρούσεφ, Φαλ). Την ίδια στιγμή ο Βέσελι σούταρε με 44% εντός παιδιάς και ο Ερναγκόμε με 49%.

Η Μπάρσα ήταν στα καλύτερα της όταν μπορούσε να μεταφράσει την συμπαγή της άμυνα σε πόντους στο ανοιχτό γήπεδο, εκεί όπου η ταχύτητα των Πάρκερ, Σατοράνσκι, Μπριθουέλα έδινε λύσεις, όμως συνολικά οι Καταλανοί ήταν μια αργή και μάλλον προβλέψιμη ομάδα, ειδικά στο σετ παιχνίδι. Με μοναδικό αξιόπιστο σουτέρ από ντρίμπλα τον Λαπροβίτολα, περίμεναν απεγνωσμένα λύσεις από τον μόνο περιστασιακά σημαντικό Αμπρίνες για να ανοίξουν το γήπεδο, αφού ο Σατοράνσκι δεν είναι σουτέρ και ο Γιοκουμπάιτις τριγυρνούσε στο Παλάου νοσταλγώντας τη ζεστή αγριοφωνάρα του Σάρας. Ο Τζαμπάρι Πάρκερ τελείωσε τη σεζόν με το αξιοπρεπέστατο 38% από μακριά, όμως ο συμβατικής πια τεχνολογίας Κάλινιτς δεν ήταν πια ικανός να τραβήξει καμία βοήθεια με τα ποσταρίσματά του.

Με τον Γκριμάου να μην μπορεί να βρει τα σχήματα που θα του έλυναν το πρόβλημα και την έλευση του Ρούμπιο μάλλον να περιπλέκει παρά να εξομαλύνει την κατάσταση, στα πλέι-οφ οι Καταλανοί σκόραραν μόλις μία φορά πάνω από 80 πόντους και τελείωσαν τη σειρά με το κάτισχνο 70.2 στην επίθεση με 31.6% στα τρίποντα. Τα σημάδια φυσικά είχαν φανεί και νωρίτερα: 6/21 τρίποντα απέναντι στον Παναθηναϊκό στο Ο.Α.Κ.Α. στο παιχνίδι που έκρινε τη 2η θέση, 8/25 απέναντι στη Φενέρ στην Κωνσταντινούπολη, 7/27 στη Λιόν, 4/27 στο Παλάου κόντρα στη Μονακό.

Το καλοκαίρι ξεκίνησε με δημοσιεύματα περί συζητήσεων με τον Τσάβι Πασκουάλ, όμως πραγματικό ενδεχόμενο επιστροφής του Τσάβι δεν υπήρχε ποτέ. Ο λόγος δεν ήταν τόσο οικονομικός, όσο πραγματιστικός: η πλειονότητα του κορμού στο ρόστερ ήταν δεσμευμένη με μακροχρόνια συμβόλαια (Ερνανγκόμεθ, Βέσελι, Πάρκερ, Λαπροβίτολα, Αμπρίνες, Σατοράνσκι), κάτι που σε συνδυασμό με τα άσχημα οικονομικά δεδομένα του συλλόγου άφηνα μικρά ως ελάχιστα περιθώρια στον νέο προπονητή να προβεί σε δραστικές αλλαγές. Όχι τυχαία, στην άκρη του πάγκου προκρίθηκε μια φτηνή και αναλώσιμη λύση στο πρόσωπο του Ζοάν Πενιαρόγια, ο οποίος είχε καλές και κακές στιγμές στη Μπασκόνια.

Οι αποχωρήσεις από το ρόστερ ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενες: ο Κάλινιτς και ο Ντα Σίλβα αποχώρησαν ως ελεύθεροι, η οψιόν στο συμβόλαιο του Γιοκουμπάιτις δεν ενεργοποιήθηκε. Το κενό στο «4» ήρθε να καλύψει ο 27χρονος Νιγηριανοαμερικανός PF/C Τσιμέζι Μέτου, ένας αθλητικός ψηλός ύψους 2.08 με 260 αγώνες καριέρας σε 6 χρόνια στο ΝΒΑ (Σαν Αντόνιο, Σακραμέντο, Φίνιξ, Ντιτρόιτ) που σουτάρει περιστασιακά από μακριά αλλά βγάζει το ψωμία του κυρίως στο ζωγραφιστό. Δίπλα στους Βέσελι και Ερνανγκόμεθ προστέθηκε και ο Γιουσουφά Φαλ, προφανώς για να υπάρχει ένα κορμί που να μπορεί να τα βάλει με τον Ταβάρες και τους υπόλοιπους του μεγέθους του. Ο Τζάστιν Άντερσον κατέφθασε από τη Βαλένθια ως ρολίστας που θα φέρνει ενέργεια και αθλητικότητα σε ένα ρόστερ που (μην τα ξαναλέμε) την χρειάζεται επειγόντως, ο Χουάν Νούνιεθ θα κάνει τα πρώτα του πραγματικά βήματα στην Ευρωλίγκα μετά από το αγροτικό στην Ούλμ, ενώ σποραδικά λεπτά συμμετοχής πιθανώς να πάρει ο 18άρης Ντέιμ Σαρ, αν και όχι πολλά.

Τι μένει; Αυτός πάνω στον οποίο στηρίζεται όλη η πιθανότητα της Μπαρτσελόνα να προλάβει το τρένο της τετράδας απέναντι σε ομάδες που έχουν ενισχυθεί σημαντικά (Φενέρ, Ολυμπιακός, Μονακό). Ο Κέβιν Πάντερ έγινε εν τέλει κάτοικος Βαρκελώνης με ένα χρόνο καθυστέρηση σε σχέση με το περσινό σίριαλ και από την δική του παρουσία θα εξαρτηθούν πολλά. Με τον Λαπροβίτολα να είναι πατημένα 34, ο 31χρονος Νέοϋορκέζος θα γίνει φύσει και θέση η Νο.1 επιλογή του Πενιαρόγια και ένας από τους πιο ισχυρούς υποψήφιους για το βραβείο του πρώτου σκόρερ μαζί με τους Ναν, Τζέιμς, Βεζένκοφ και Μούσα.

Μετά την εξωπραγματική προπέρσινη σεζόν, ο Πάντερ είδε τα νούμερά του να σημειώνουν αξιοσημείωτη πτώση την περσινή σεζόν, ειδικά στο μεγάλο του όπλο, το τρίποντο:

22-2323-24+/-
Αγώνες3827-11
Πόντοι16.115.0-1.1
%2π49.153.1+4.0
%3π44.335.0-9.3
Ασίστ2.52.6+0.1
Λάθη1.32.2+0.9

Το πρόβλημα όμως δεν ήταν τόσο πολύ η στατιστική του εικόνα, όσο η γλώσσα του σώματος και η ενέργεια του στο παρκέ. Ο Πάντερ είναι ένας από τους πιο χαρισματικούς σκόρερ από ντρίμπλα στην Ευρωλίγκα, ένας «δολοφόνος» που προτιμά να σουτάρει με το χέρι του αμυντικού απλωμένο παρά ελεύθερος. Εντούτοις στις περσινές του εμφανίσεις έλειπε η αίσθηση του επείγοντος, αυτή η με πράξεις ανάληψη της ευθύνης του καλύτερου παίκτη της ομάδας όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά.

Στην πόλη της Σαγράδα Φαμίλια αναμένεται να φλογίσει ξανά το κίνητρο του: ήδη δήλωσε ορθά-κοφτά πως θέλει να είναι ο πρώτος σκόρερ της ομάδας, λες και αμφιβάλλαμε. Ο καλός Πάντερ θα δημιουργήσει με τη βαρύτητα του πεδίο δράσης σε αρκετούς από τους συμπαίκτες του, θα δώσει έναν ισχυρό δεύτερο πόλο στο σετ παιχνίδι πέραν του συνήθως Λαπροβίτολα και θα δώσει στον αντίπαλο ένα σημείο αναφοράς και απειλής, κάτι που έλειπε απελπιστικά από την περσινή ομάδα. Η άμυνα θα είναι ένα θέμα μαζί με τους Πάρκερ, Ερνανγκόμεθ να έχουν παρόμοιες αδυναμίες, αλλά κανείς δεν μπορεί να τα έχει όλα: ο Πενιαρόγια θα χρειαστεί να δοκιμάσει αρκετά για να βρει τα σχήματα που θα του εξασφαλίζουν δύναμη πυρός και συμπαγή οπισθοφυλακή.