Στην αρχή της εβδομάδας γράφαμε ότι το ματς με τον Παναθηναϊκό θα είναι «Το πιο δύσκολο του Κορακάκη». Ο λόγος ήταν πως επρόκειτο να αντιμετωπίσει μια πληγωμένη μεγάλη ομάδα, με νέο προπονητή και προερχόμενη από ένα πραγματοποιημένο «ηλεκτροσόκ» στο ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ.
Ο προπονητής του Ατρόμητου είχε βγει νικητής σε όλα τα ματς από τακτικής άποψης. Ακόμα και στο ματς με τον Ολυμπιακό παρουσίασε μια εξαιρετική εκδοχή του Ατρόμητου με αρκετά ρίσκα και με ποδόσφαιρο κυριαρχίας. Παρουσίασε αξιόμαχο σύνολο με χαρακτήρα και στα ματς με ΑΕΚ και ΠΑΟΚ στα οποία έμεινε πίσω στο σκορ από τα αποδυτήρια.
Στα εκτός έδρας ματς με Λάρισα και Ηρακλή πήρε σπουδαίες νίκες παίζοντας και άμυνα και έχοντας σωστή διαχείριση σε στιγμές πίεσης. Έκανε και τις «must win» νίκες με Βέροια και Αστέρα Τρίπολης ενώ πήρε «Χ» επιβίωσης στην Ξάνθη.
Όλα αυτά τα ματς είχαν ένα κοινό. Ο τεχνικός του Ατρόμητου τα είχε περάσει από κόσκινο. Είχε αναλύσει τα πάντα με βάση τα δεδομένα των προηγούμενων αγώνων των αντιπάλων του και σε κάθε ματς, έχοντας ως βάση τη δική του φιλοσοφία για σωστό ποδόσφαιρο, προσάρμοζε ένα-δυο σημαντικά κομμάτια στο παιχνίδι της ομάδας του και πετύχαινε το στόχο του.
Το ματς με τον Παναθηναϊκό ήταν σαν ένα διαγώνισμα για το ποίο δεν είχε τα απαραίτητα «sos» για να διαβάσει. Κι αυτό διότι δεν ήταν ξεκάθαρο το πλάνο που θα ακολουθούσε ο Ουζουνίδης. Ίσως είναι γνωστή η φιλοσοφία του Έλληνα τεχνικού, αυτή όμως δεν είχε εφαρμοστεί ποτέ ως τώρα σε ομάδα επιπέδου Παναθηναϊκού με την αδιαμφισβήτητη ποιότητα.
Η χημεία Ουζουνίδη-Παναθηναϊκού δεν επέτρεψε στον Κορακάκη να πάρει ρίσκα που είχε πάρει σε άλλους αγώνες. Γι’ αυτό και πήγε στην πεπατημένη της Λάρισας βάζοντας στο αρχικό σχήμα τους ίδιους έντεκα με του AEL FC Arena. Υπήρχε βέβαια το πρόβλημα του Λεταλέκ που του στέρησε νωρίς μια αλλαγή και που μείωσε το ύψος της ομάδας.
Άλλο σημαντικό θέμα είναι το γεγονός ότι ο Ούμπιντες αντιμετώπισε μέσα στην εβδομάδα πρόβλημα στη γάμπα που του επέτρεψε να κάνει μόλις μία ολοκληρωμένη προπόνηση κι αυτό αποτέλεσε τροχοπέδη στα δημιουργικά πλάνα του Κορακάκη διότι στο ματς ο Ούμπιντες δεν ήταν ο γνωστός Ούμπιντες. Συν τον Βασιλείου που ήταν άρρωστος και θα έδινε λύση, δεν ήταν και λίγα τα προβλήματα για τον Έλληνα τεχνικό.
Είναι όμως προς τιμήν του το γεγονός ότι δεν κρύφτηκε επουδενί πίσω από κανένα από αυτά τα προβλήματα. Στάθηκε μόνο στην απουσία του κόσμου, που ήταν ίσως η πιο ηχηρή για τον Ατρόμητο. Μια ομάδα που είχε βρει ρυθμό στα προηγούμενα παιχνίδια χρειαζόταν όσο τίποτα σε αυτό το ματς τον δωδέκατο παίκτη της.
Παρ’ όλ’ αυτά ο Ατρόμητος στο πρώτο ημίχρονο είχε τις δικές του δύο στιγμές για να προηγηθεί αν και ο Παναθηναϊκός ήταν καλύτερος και έφτανε πιο εύκολα σε ευκαιρία ή σε προϋπόθεση τέτοιας. Το πρόβλημα όμως δεν εντοπίζεται στο πρώτο μέρος. Διότι από ένα ματς με τον Παναθηναϊκό αντίπαλο, περιμένεις τέτοιο ρυθμό και η εξέλιξη αυτή ήταν στα πλαίσια του λογικού, όπως λογικό θα ήταν να έχει προηγηθεί και ο Ατρόμητος.
Το πρόβλημα εντοπίστηκε στο δεύτερο ημίχρονο όταν ο Ατρόμητος κέρδισε μέτρα στο γήπεδο, έφτασε περιφερειακά της περιοχής του Βλαχοδήμου πάμπολλες φορές, αλλά ως εκεί. Πλην της ευκαιρίας του Στόιτσεφ στο τέλος δε δημιούργησε καμία άλλη αξιόλογη φάση που θα μπορούσε να αποφέρει το γκολ. Από την άλλη κινδύνευσε και αρκετές φορές από τις κόντρα επιθέσεις του Παναθηναϊκού.
Το πρόβλημα εδώ έχει διπλή αιτιολόγηση. Αρχικά όπως είπε και ο Κορακάκης ήταν μια κακή βραδιά για τους παίκτες του, γιατί υπάρχουν κι αυτές στο ποδόσφαιρο. Από την άλλη όμως ήταν και η συμπαγής αμυντική λειτουργία του Παναθηναϊκού καθ’ υπόδειξη του Μαρίνου Ουζουνίδη που δεν επέτρεψε στους κυανόλευκους να βγάλουν όσα έβγαζαν από τη μέρα που ανέλαβε ο Κορακάκης. Από αυτή την άποψη ίσως μιλάμε για την πρώτη (τακτική) ήττα του τεχνικού του Ατρόμητου.
Μία ήττα όμως διδακτική η οποία θα προσθέσει κι άλλες διαστάσεις στο παιχνίδι των Περιστεριωτών. Άλλωστε το να παίζεις ένα πρώτο ημίχρονο στα ίσα με τον Παναθηναϊκό και να έχεις τη μπάλα για ένα ολόκληρο δεύτερο ημίχρονο μάλλον εξυψώνει την προσπάθεια που γίνεται τον τελευταίο καιρό στο Μαζαράκη παρά την μειώνει.