ΑυτομπουρδουκλώθηκεΑς ξεκινήσουμε από ένα δεδομένο: κατά συντριπτική πλειοψηφία, εσείς που...

Αυτομπουρδουκλώθηκε

Ας ξεκινήσουμε από ένα δεδομένο: κατά συντριπτική πλειοψηφία, εσείς που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, αυτοί που απλά σκρολάρανε στο τέλος για να δουν τη βαθμολογία (και αναλόγως το αν έμειναν ευχαριστημένοι ή όχι θα ρίξουν μια ματιά στο κείμενο) και εγώ που γράφω, έχουμε ένα κοινό. Είμαστε fans των manga/ anime γενικά και έχουμε καεί τουλάχιστον με μια σειρά του Weekly Shonen Jump- άρα έχουμε, είτε λίγο είτε πολύ, αντίληψη του “Jump Universe”- να δανειστώ την ορολογία της Marvel. Είναι σημαντική λεπτομέρεια αυτή, καθώς αλλιώς θα κρίνουμε εμείς (που απευθύνεται κυρίως ο τίτλος) το Jump Force και αλλιώς κάποιος που δεν έχει ιδέα, βλέποντάς το ψυχρά και αποστασιοποιημένα, καθαρά ως ένα ακόμα Fighting game.

Αφού ξεκαθαρίσαμε την οπτική μας, πάμε να δούμε τί προσφέρει το εορταστικό- λόγω των 50 ετών κυκλοφορίας του μαγκαζίνου- crossover δημιούργημα των Spike Chunsoft (developer) και Bandai Namco Entertainment (publisher), που κυκλοφορεί για PC, PS4 και Xbox One.

Ο τίτλος μας εισάγει κατευθείαν στο story mode με ένα ο-ργα-σμι-κό cinematic, στο οποίο παρακολουθούμε την καταστροφή της Νέας Υόρκης από το Frieza και ένα στρατό υπνωτισμένων small fries villains, τους Venoms. Κάπου εκεί εμφανίζεται φυσικά ο Goku να τον σταματήσει και μετά από λίγα δευτερόλεπτα παραδοσιακής Dragonballιακής fast-paced ανταλλαγής χτυπημάτων και ελαφρού dissing, ο Frieza εξαπολύει επίθεση, την οποία ο λατρεμένος μας Saiyan και αποφεύγει. Έλα όμως που εδώ δεν είναι ο άδειος Namek, είναι μητρόπολη με άμαχο πληθυσμό. Και ποιος την πληρώνει; Εμείς… Ο χαρακτήρας μας για την ακρίβεια, που παρότι την τρώει κατάμουτρα, παραδόξως επιβιώνει… Σχετικά δηλαδή, ετοιμοθάνατοι είμαστε.

Συνερχόμαστε στα χέρια του Trunks, ο οποίος μας ενημερώνει πως για να συνεχίσουμε να αναπνέουμε πρέπει να αναγεννηθούμε ως ήρωες, χάρη σε ένα ιδιαίτερο gadget που ονομάζεται umbras cube. Ήρθε η ώρα να φτιάξουμε, μέσα από μπόλικες επιλογές, το avatar- ήρωά μας. Στη συνέχεια, κάνουμε επίδειξη των νέων μας δυνάμεων απέναντι σε ένα Venom και μετά τη νίκη μας το πτώμα του αποσυντίθεται αφήνοντας στη θέση του έναν κύβο, σαν και το δικό μας. Ο πρόλογος κλείνει με τους Goku και Trunks να μας καλούν να τους ακολουθήσουμε στη βάση τους (και hub του παιχνιδιού), την Umbras Base, όπου θα συναντήσουμε το Naruto, το Luffy και το Διοικητή της, το Glover. Ο τελευταίος μας αναλύει (τρόπος του λέγειν, μη περιμένετε κβαντοφυσική…) τη συνένωση των κόσμων του Jump με το δικό μας, τί είναι τα umbras cubes και οι Venoms, αλλά και ποιός ο στόχος της ομάδας κρούσης που πλέον είμαστε μέλη, της Jump Force. Ο οποίος δεν είναι άλλος από το να μαζέψουμε όλους τους κύβους, ελευθερώνοντας ταυτόχρονα χαρακτήρες από πασίγνωστα manga, που έχουν πέσει θύματα των προαναφερθέντων gadgets λειτουργώντας υπό την επήρεια πλύσης εγκεφάλου. Και βέβαια, να σταματήσουμε τους υπαίτιους του χάους και της καταστροφής (*γκουχ* Super Smash Bros. Ultimate *γκουχ*).

Σε αντίθεση με αρκετά Fighting, όπου το story συνήθως αποτελεί “δικαιολογία” single-player περιεχομένου, οι developers έχουν δώσει βαρύτητα στο campaign. Τα καταφέρνουν; Όχι απόλυτα. Η ιστορία κινείται σεναριακά σε πολύ απλοϊκά και επιφανειακά επίπεδα, αλλά- αντικειμενικά- είναι λογικό… Μιλάμε για τελείως διαφορετικά σύμπαντα που με κάποιο μαγικό τρόπο πρέπει να συνδεθούν μεταξύ τους. Παρ’ ολ’ αυτά εκτιμάται η προσπάθεια που έκαναν να φέρουν μαζί τους αγαπημένους μας πρωταγωνιστές, έστω και με μια ρηχή ιστορία. Εκεί που δε μπορούμε να κάνουμε τα στραβά μάτια όμως, είναι στο πώς αυτή αναπτύσσεται.

Δυστυχώς, ο αρχικός και έντονος ενθουσιασμός μας έδινε σιγά- σιγά τη θέση του στη ρουτίνα. Καταρχάς να πούμε πως όλη η non-battle δράση λαμβάνει χώρα στην- αχρείαστα τεράστια- Umbras Base. Εκεί θα βρούμε διάφορα “περίπτερα” με κυριότερα τα shops (κάθε ένα έχει διαφορετικά cosmetics προϊόντα), τα upgrades, τα online/ offline battles και τα missions. Εμείς θα αναλωθούμε είτε στον πάγκο των αποστολών, με τις Key να οδηγούν σε progression και τις υπόλοιπες να παίζουν το ρόλο των challenges, είτε στο γραφείο του Glover να μας υποδεικνύει πού πρέπει να πάμε (συνίσταται να τον ρωτάτε αντί να τρέχετε πέρα-δώθε να τις βρείτε μόνοι σας, μιας και δεν υπάρχει κάποιο βελάκι υπόδειξης στο χάρτη). Αν αναρωτιέστε γιατί υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός, είναι επειδή οι πρώτες ενεργοποιούν cutscenes σε στυλ visual novel *χωρίς* voice acting και οι δεύτερες κάποιες φορές, το τονίζω, έχουν κανονικά cinematics με ομιλία.

Φάουλ πρώτο: γιατί δεν έχουν όλες οι σκηνές πλήρες voice acting; Είναι κρίμα το πόσο χάνει ο τίτλος από αυτό και μόνο. Φάουλ δεύτερο: θα καταλαβαίναμε το διαχωρισμό εάν είχαμε main και side quests. Εφόσον είναι όλες υποχρεωτικές, γιατί να μην είναι μαζεμένες σε ένα σημείο αντί να γυρνοβολάμε; Ή έστω ας είναι διάσπαρτες, αλλά με υπόδειξη πού πρέπει να πάμε. Φάουλ τρίτο: και πάλι, εφόσον όλες είναι αναγκαστικές, γιατί κάποιες να είναι άχρωμες, άοσμες και άγευτες και να τις νιώθουμε σαν αγγαρεία; Κατά τη γνώμη μας, το μοτίβο που επιλέχθηκε είναι προβλέψιμο και μονότονο.

Το interaction μεταξύ των ηρώων, που κακά τα ψέματα μπορεί να απογειώσει τέτοια crossovers, κρίνεται επαρκές. Συναντήσαμε λίγο απ’ όλα, από άνοστους, τυπικούς διαλόγους μέχρι διασκεδαστικές και to the point αντιδράσεις. Γενικά, για να είμαστε δίκαιοι, παρά τα ελαττώματα που αναφέραμε παραπάνω, ποτέ δε δυσανασχετήσαμε (πολύ). Μόνο είχαμε, από κάποια στιγμή και έπειτα, το παράπονο του πόσο καλύτερο θα ήταν το Jump Force με λίγο παραπάνω μεράκι και προσοχή στη λεπτομέρεια.

Σίγουρα, καταλυτικό ρόλο στη συνολική εμπειρία μας έπαιξαν και οι μάχες, από τις οποίες μείναμε αρκετά ευχαριστημένοι. Μας άρεσε που έπρεπε να στηριχτούμε περισσότερο σε skills παρά σε ανελέητο button mashing, όπως επίσης ότι πολλές φορές έπρεπε να προσαρμόσουμε και λίγο την τακτική μας. Να πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή. Πλην αυτών που σχετίζονται με το σενάριο, τα combats είναι 3vs3. Κάθε χαρακτήρας έχει τα δικά του signature moves, τρία απλά και ένα special (τα οποία μπορείτε να τα επιλέγετε και να τα αλλάζετε κατά βούληση και για το avatar σας), όπως και τα δικά του stats- που δεν παίζουν και τόσο ουσιαστικό ρόλο βέβαια. Ανάλογα τα skills, καθένας κατηγοριοποιείται (άτυπα) για το αν είναι κατάλληλος για long ranged επιθέσεις, mid ή κοντινές. Αυτό καλό είναι να το έχετε στα υπόψιν σας, σαν tip, κυρίως στο multiplayer που οι αντιδράσεις είναι σχετικά απρόβλεπτες. Απέναντι στη CPU τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά, ακόμα και στο δυσκολότερο επίπεδο. Με έναν long ranger θα είστε καλυμμένοι.

In-battle, έχουμε την κοινή και για τους τρείς μαχητές ενέργεια, τη μπάρα που μας δείχνει πόσα skill points (0-5) έχουμε διαθέσιμα και γεμίζει με powering up, το μετρητή “ταχύτητας” ο οποίος σας επιτρέπει να κάνετε “rush” στην επίθεση ή μια γρήγορη αποφυγή όταν αμύνεστε και το δείκτη για το awakening που γεμίζει με τα κατά σας χτυπήματα και επιτρέπει να χρησιμοποιήσετε το special move. Σημειώστε για το τελευταίο ότι είναι ικανό να γυρίσει την έκβαση της μάχης! Κάποιοι μεταμορφώνονται (όπως ο Naruto), άλλων κάποια skills διαφοροποιούνται (π.χ. το Kamehame του Goku), αλλά όλων η δύναμη αυξάνεται. Είμασταν μάρτυρες επικών ανατροπών, είτε υπέρ είτε κατά μας.

Κάποια θέματα είχαμε στην άμυνα μόνο. Αν και ο χειρισμός γενικά ανταποκρίνεται πλήρως, πολλές φορές απαιτείται ακρίβεια δευτερολέπτου (ιδιαίτερα στα απέναντι στα combos), ενώ δεν υπάρχει και δυνατότητα να κάνετε cancel στις κινήσεις σας. Κοινώς, μετά την απομάκρυνση από το ταμείον, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται…

Μας ικανοποίησε ιδιαίτερα (και είναι ένας καλός λόγος να ασχοληθείτε με τις offline battles) η προσοχή των δημιουργών στους εισαγωγικούς διαλόγους, κυρίως όταν πρόκειται για γνωστούς μεταξύ τους μαχητές. Εκεί όμως που τους βγάλαμε το καπέλο, ήταν στον Sanji! Σε περίπτωση που τεθείτε αντιμέτωποι με γυναίκα… δηλώνει ευθαρσώς ότι δε θα πολεμήσει. Και στο καπάκι τα μάτια του γίνονται καρδούλες! Και αντί για χτυπήματα, εκτοξεύει καρδούλες και κάνει αγκαλίτσες (κινήσεις που φυσικά δεν προκαλούν κανένα damage)! Πιο Sanji από αυτό, δε γίνεται!

Αναφερόμενοι στον κατσαρόφρυδο μάγειρα, να πούμε κάποια πράγματα και για το ρόστερ μας. Αποτελείται από 40 πρωταγωνιστές, μερικοί από τους οποίους είναι οι Vegeta, Cell, Kakashi, Sasuke, Jotaro, Zoro, Gon Freecss, Kenshin Himura, Izuku Midoriya, Rukia και Ichigo. Dragon Ball, Naruto, One Piece, Hunter x Hunter και Bleach έχουν την τιμητική τους, με το λιγότερο τέσσερις εκπροσώπους έκαστο. Εμφανίζονται επίσης, αλλά δεν παλεύουν και ο Light με το Ryuk, από το Death Note.

Δυστυχώς, παρά την ποικιλία που προσφέρεται σε πρόσωπα, έχουμε ηχηρότατες απουσίες από μεγάλες σειρές! Είναι δυνατόν να λείπει ο τεράστιος Gintoki κύριοι;! Ο Toriko; O Tsuna του Katekyo Hitman Reborn!; Ο Koro-sensei, δε χώραγε; Έμεινε απέξω ο Ryo-san του KochiKame, της σειράς-τοτέμ που εκδιδόταν για 40 χρόνια (!) στο Jump; Απαράδεκτοι… Προτιμήθηκαν χαρακτήρες, όπως η Boa Hancock και ο Boruto, που ναι μεν είναι ευπρόσδεκτες προσθήκες και χαιρόμαστε που τους έχουμε, αλλά όχι με κόστος γνωστούς ήρωες… Τουλάχιστον, αναμένονται DLC εννέα ακόμα χαρακτήρων, που δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμα, οπότε ίσως και να διορθωθεί λίγο η κατάσταση. Α, και για να μην τρέφετε φρούδες ελπίδες, ο Saitama μόνο με fan service θαύμα θα είναι μέσα σε αυτούς (η Shueisha, εκδότρια εταιρία του περιοδικού, έχει δικαιώματα στο One-Punch Man).

Όπως έχετε παρατηρήσει, οι θηλυκές παρουσίες είναι ελάχιστες και ήδη έχει ξεκινήσει σούσουρο για το diversity. Καλό και άγιο το politically correct και είμαι ο πρώτος που θα ήθελα να απολαύσω το πλουσιότατο και θεάρεστο ντεκολτέ της Nico Robin εν δράσει. Αλλά το ιαπωνικό μαγκαζίνο εντάσσεται στο Shonen δημογραφικό, ελληνιστί “νεαρό αγόρι” και αυτό είναι το target group του. Είναι λογικό η πλειονότητα των βασικών πρωταγωνιστών να είναι αρσενικά, όπως και στο αντίστοιχο των κοριτσιών, το Shojo, θηλυκά (fun fact για τους γηραιότερους: το Kabamaru ήταν Shojo!).

Μικρός χαμούλης έχει γίνει και για κάποιες αστοχίες στο animation. Λάθη υπάρχουν, δε θα βγάλουμε τρελούς τους ανθρώπους. Και κάκιστο lip sync έχουμε και ορισμένες copy-paste στάσεις σώματος με συγχρονισμό κινήσεων παρατηρήθηκαν και ελαφρές (αλλά σχετικά συχνές) μεταπτώσεις στο frame rate είδαμε. Ακόμα και ένα crashάρισμα αντιμετωπίσαμε. Σαφώς και αυτά επηρεάζουν την ποιότητα του τίτλου, αλλά σίγουρα δεν τον καθιστούν unplayable ή αξίζουν ιδιαίτερης κατακραυγής. Για παράδειγμα, παρά τις μικρές πτώσεις των fps, η online εμπειρία μας ήταν πολύ καλή και δε μας επηρέασαν πουθενά. Περισσότερο μας απασχόλησε το αργό matchmaking τις βραδινές ώρες, παρά οτιδήποτε άλλο. Εμείς θα σταθούμε σε μια άλλη σημαντική (τραγική για να είμαστε ειλικρινείς) παράβλεψη…

Και εξηγούμαστε. Τα γραφικά είναι υπέροχα. Λατρεμένο το συνηθισμένο cel shading που προτιμάται πλειστάκις, αλλά και η “αληθοφανής” απεικόνιση που μας παρουσιάζει εδώ η Unreal Engine είναι εξαιρετική. Τα μοντέλα δε, κρατάνε τον καρτουνίστικο χαρακτήρα τους όσο πρέπει. Που είναι το πρόβλημα; Στα πρόσωπα. Όχι στο σχεδιασμό τους (εντάξει, εκτός του Izuku που τον κάνανε σαν ποντίκι) αλλά στις εκφράσεις τους, όταν πρόκειται για story περιεχόμενο (cinematics, interactions). Δεν αλλάζουν έκφραση! Σχεδόν ποτέ! Όλοι συνοφρυωμένοι! Μόνο τα χείλια διαφοροποιούνται ελαφρώς. Ο Luffy είναι τρομακτικός, σαν ψυχάκι, με γουρλωμένα μάτια και διάπλατο χαμόγελο! Βάλτε του άσπρη πούδρα και κραγιόν και έχουμε το νέο Joker! Ο Naruto έχει μόνιμα ένα εκνευριστικό smirk και ο Goku μας έλεγε πόσο πεινάει με μια φάτσα έτοιμη για ξύλο… Τουλάχιστον το Vegeta τον πέτυχαν, ξινομούρης μια ζωή.

Ειλικρινά δε μπορούμε να εξηγήσουμε πώς στα κομμάτια, όταν όλα τα υπόλοιπα είναι τόσο ποιοτικά, επετράπη κάτι τέτοιο. Κρίμα, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι στην αρχή οι πολύ καλές επιδόσεις στα 1080p, με περίπου 60 fps σε αρκετά υψηλά settings ακόμα και χωρίς τούμπανο σύστημα (επεξεργαστής i5 4460 3.2 Ghz, κάρτα γραφικών AMD R9 380 4GΒ, 8GΒ RAM), μας είχαν ανοίξει την όρεξη και μας είχαν προϊδεάσει για μεγάλα πράγματα.

Στον ηχητικό τομέα, η μουσική κινείται σε ψιλοαδιάφορα επίπεδα. Εάν και εφόσον δεν υπήρχαν προβλήματα με δικαιώματα και άδειες, πιστεύουμε θα άξιζε (μιας και πρόκειται και για επετειακή κυκλοφορία) μαζί με το original soundtrack να είχαν προστεθεί και τραγούδια από τα αντίστοιχα anime. Το voice acting, όπου υπάρχει δηλαδή, είναι κλασικά φανταστικό, με αυθεντικές φωνές και μόνο στα ιαπωνικά. Βέβαια ακόμα και εδώ παρουσιάστηκε σημαντικό ατόπημα, καθώς άφησαν το Ryuk παντελώς στο… mute. Τι φάση, τσακώθηκαν με το voice actor του (ναι ζωντανός είναι, το ψάξαμε);

Το review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για PC, η οποία μας παραχωρήθηκε από την Bandai Namco Hellas.

Πηγή: IGN Greece