Αντίθετα δικαιώθηκε αργότερα αν και με παίκτες μικρότερης κλάσης, η εθνική του ψυχολόγου Παναγούλια, που όμως λέρωσε στο δεύτερο και μεγαλύτερο κατόρθωμά της (Μουντιάλ ΗΠΑ) με πολύ κακές εμφανίσεις και πρακτικές τόσο μέσα όσο και έξω από τα γήπεδα.
Και τέλος γνώρισε, εντελώς απρόσμενα, την αποθέωση, η Εθνική του Ρεχάγκελ, γιατί πολύ απλά ο προπονητής κατάλαβε μέχρι που έφθαναν οι δυνατότητες των παικτών και γιατί οι τελευταίοι πειθάρχησαν βάζοντας το «εγώ» τους κάτω από το κοινό συμφέρον.
Για την εθνική του Σάντος δεν ξέρω τι να πω. Το μόνο σίγουρο είναι ότι βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο, γεγονός που την κάνει λίγο διχασμένη. Όχι μόνο γιατί εμπνέεται, αλλά και ταυτόχρονα κομπλάρει, από το έπος του 2004, αλλά και γιατί δεν έχει ξεκαθαρίσει τι στην πραγματικότητα εκφράζει: τη συνέχεια της εποχής Ρεχάγκελ (με Καραγκούνη, Κατσουράνη βασικούς και αναντικατάστατους) ή το νέο κύμα ταλαντούχων παικτών, που μπορούν να παίξουν ένα ποδόσφαιρο πολύ πιο κοντινό προς το πραγματικό;
Κάτω από αυτές τις συνθήκες και με την πρόκριση (παρά τον ένα μόλις βαθμό μετά από δυο ματς) να συνεχίζει να παίζεται, στον αυριανό αγώνα με τη Ρωσία, είναι φυσικό να επικρατεί η πλήρης σύγχυση η απόλυτη παλαβομάρα Γιατί ενώ από τη μία βρίζουμε για τις μέχρι τώρα αποτυχίες, στοχοποιώντας παίκτες και προπονητή, από την άλλη παραβλέπουμε την εμφανή ανωτερότητα των Ρώσων (που συνδέεται μάλιστα και από κίνητρα πρόκρισης και πρωτιάς στον όμιλο) και προετοιμαζόμαστε για το θαύμα της νίκης και της συμμετοχής στην επόμενη φάση του EURO.
Στην πραγματικότητα ζούμε μια ουτοπία. Γιατί μέχρι εδώ, σχεδόν όλα ήταν παράξενα και αντιφατικά: με τρία φθηνά σε βάρος μας γκολ στο ξεκίνημα των δυο αγώνων, με τραυματισμούς παικτών, που κόστισαν πολύ (Αβραάμ) ή λειτούργησαν ως ευτυχής διέξοδος (Χαλκιάς), με μια αποβολή (Παπασταθόπουλος) που αποσυντόνισε την άμυνα και το κέντρο με δυο δικά μας γκολ χαμένα στο όριο του οφσάιντ, αλλά και με μια εμφανή αδυναμία ορθολογικής ανάπτυξης όταν η ομάδα εύρισκε το σθένος να κυνηγήσει την ανατροπή των σε βάρος της καταστάσεων
Και οι Ρώσοι πάντως, παρά την προφανή ανωτερότητά τους, δεν εμπνέουν τη σιγουριά του μεγάλου φαβορί. Κυρίως λόγω του πρότερου μη έντιμου βίου τους (αφερεγγυότητα .) που προκαλεί ερωτηματικά. Όμως το γεγονός ότι η εθνική μας, όχι μόνο συνηθίζει, αλλά είναι σχεδόν υποχρεωμένη να παίζει επί 90 και με Καραγκούνη και με Κατσουράνης τους δίνει ένα έξτρα μπόνους, στον τομέα της ενέργειας και της ταχύτητας στον κρίσιμο χώρο του κέντρου, που συνήθως καθορίζει τα αποτελέσματα.