"Βαδίζοντας αισίως στα σαράντα δυο μου χρόνια, αποφάσισα για πρώτη φορά να γράψω κάτι σε προσωπικό ύφος, σε πρώτο πρόσωπο, σα να συζητώ , μονόπλευρα μεν αλλά δε γίνεται κι αλλιώς από εδώ", γράφει μεταξύ άλλων ο Κωστής Μπότσαρης στο προσωπικό του blog.

Βαδίζοντας αισίως στα σαράντα δυο μου χρόνια, αποφάσισα για πρώτη φορά να γράψω κάτι σε προσωπικό ύφος, σε πρώτο πρόσωπο, σα να συζητώ – μονόπλευρα μεν αλλά δε γίνεται κι αλλιώς από εδώ – με τον κάθε έναν που θα διαβάσει αυτές τις γραμμές και για να γλιτώσω όποιον περιμένει να δει κάτι αμιγώς για το ποδόσφαιρο ή τον ΠΑΟΚ, αυτή τη φορά θ’ απογοητευτεί, γιατί η πρόθεσή μου είναι εντελώς διαφορετική. Ας ενεργοποιήσω κι εγώ μια φορά το δικαίωμα στην εξαίρεση κι έχουμε μέρες μπροστά μας, υγεία κι εργασία να ‘χουμε, για να επανέλθουμε στον … κανόνα.

Εν ετει 2016 λοιπόν, με την κοινωνία να βιώνει τα χειρότερά της και με μεγαλύτερο φόβο πως τα χείριστα δεν έχουν έρθει ακόμη. Με την ανεργία να αυξάνεται, αρκετούς Ελληνες να επιλέγουν την ξενιτιά, όχι προκειμένου να πλουτίσουν, ενδεχομένως ούτε καν για να επιβιώσουν αλλά για να διασώσουν την αξιοπρέπειά τους κι όσοι είναι γονείς την αντίστοιχη των παιδιών τους, περισσότερο για να τα … γλιτώσουν παρά για να τα διασφαλίσουν. Πολιτικά δεν τοποθετούμαι πουθενά, δεν ανήκω πουθενά, συνεπώς δεν εξυπηρετώ και κανέναν από αυτούς που θαρρούν πως θα μπορούσαν να μ’ εκπροσωπούν. Δικαιολογίες; Ατελείωτες … «Οχι εμείς, οι άλλοι» ή «Ναι, εμείς κάναμε αυτό αλλά εκείνοι έκαναν χειρότερα». Δυστυχώς αυτή δεν είναι η νοοτροπία – μόνον – των κυβερνώντων, είναι της πλειοψηφίας του λαού.

Του απλού λαού, που όταν θα υποπέσει σε μια παράβαση και θα πιαστεί επ’ αυτοφώρω, δε θα πει «ναι το έκανα» και θα προσπαθήσει να μετριάσει ανθρώπινα την όλη κατάσταση, αλλά θα καταφύγει στη λογική του «γιατί εμένα κι όχι τον άλλον». Κι αν αυτό δεν αποδώσει θα πάει στο «ξέρεις ποιός είμαι εγώ;». Κι αν βρει λύση, ούτε που θα ξανασκεφτεί το λόγο που βρέθηκε σ’ αυτή τη δύσκολη θέση. Επειδή ο βασικός κανόνας με τον οποίο έχει νωτιστεί το μυαλό κι η ψυχή των περισσότερων είναι ο εαυτός τους και μόνον ο εαυτός τους. Είναι ο ίδιος που στην καθημερινότητά του, ως οδηγός δε θ’ ανάψει φλας για να στρίψει. Είναι ο ίδιος που θα παρκάρει σε διάβαση για ΑΜΕΑ. Αυτός που θα πασχίσει να βρει τρόπο να «κλέψει» τη σειρά στην τράπεζα, στην εφορία, στο σούπερ μάρκετ όχι επειδή έχει σοβαρό λόγο βιασύνης αλλά επειδή … βαριέται να περιμένει. Κι επειδή τις περισσότερες – αν όχι όλες – τις φορές δε θα έχει συνέπειες για την «εξυπνάδα» του, θα συνεχίσει να το κάνει, ενώ κάποιοι άλλοι θα πουν «αφού αυτός γιατί όχι κι εγώ;».

Το παράδειγμα όμως δίνεται από «ψηλά». Σκάνδαλα, επιτροπές, έρευνες, ένοχοι μεν αλλά ένας πολιτικός κατέληξε φυλακή. Για όλους τους άλλους η λύση βρέθηκε, σε αντίθεση με απλούς ανθρώπους που το δεδομένο δίκιο τους δε βρέθηκε ποτέ είτε λόγω οικονομικής αδυναμίας, είτε λόγω συνθηκών. Το ποδόσφαιρο δε θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο παρά μια μικρογραφία της κοινωνίας. Ομάδες, σύνολα που ψάχνουν τρόπο-ους να γίνουν όσο πιο ισχυρά μπορούν και να κυριαρχήσουν έναντι των υπολοίπων. Πασχίζουν να βρουν τρόπους συγκεντρωτισμού και στη λογική αυτή αξιοποιούν κι επενδύουν στο πάθος του κάθε ενός γι’ αυτό που αγαπάει. Αυτό όμως δε σημαίνει πως τα «θέλω» του ενός είναι και «θέλω» του άλλου. Ο κοινός στόχος όμως βοηθάει στη δημιουργία ενός «θολού» τοπίου κοινής πορείας. Μέσα από αυτά καλλιεργείται η αντιπαλότητα. Στην κοινωνική, στην επαγγελματική, στην πολιτική προστίθεται κι η συλλογική. Κι αν προσθέσουμε και τη νοοτροπία που λέγαμε νωρίτερα μοιάζει απίθανο να μπορέσει να καλυφθεί αυτό το – μάλλον – τεράστιο χάσμα. 

Οταν στο πιο μείζον θέμα της ζωής του καθενός, που είναι η ίδια η ζωή και το μέλλον του ιδίου και των δικών του ανθρώπων, δεν μπορεί να βρεθεί κοινός τόπος για αλληλεγγύη, έγνοια για τον άλλον, συνείδηση, ανθρωπιά, πώς μπορεί κανείς να ελπίζει γενικώς; Εγνοια για τον άλλον είναι κι ο σεβασμός ενός κοινού χώρου για παράδειγμα, που δεν προϋποθέτεια να συμφωνείς μαζί του και σε άλλους τομείς. Κόσμος καθημερινά χάνει τη δουλειά του, πολύς κόσμος πρόκειται να τη χάσει, όπως φάνηκε να προκύπτει κι από την πρόσφατη διαδικασία των τηλεοπτικών αδειών και κάποιοι, από όλες τις κατηγορίες, πολιτικών κι απλού κόσμου, πανηγυρίζουν! «Οταν εγώ έχασα τη δική μου, κανείς δε νοιάστηκε», είναι μια επωδός που λέγεται συχνά. Σεβαστό, αλίμονο … αλλά δεν υποχρεώνει κανείς κανέναν να στεναχωρεθεί για τον άλλον, όχι όμως και να χαρεί. Αυτή η … – ζητώ προκαταβολικά συγνώμη – σκατοψυχιά μας έφερε ως εδώ. Η έλλειψη συνείδησης ανάμεσα στην αυτονόητη υποχρέωση και στην προσωπική ευκολία της στιγμής.   

Πώς να στηρίξει ο ένας τον άλλον όταν τον έχει δει να χαίρεται με τη στεναχώρια του ή όταν βλέπει τις εγωιστικές συμπεριφορές να δικαιώνονται και να επιβραβεύονται; Και ειδικά σ’ αυτά τα τελευταία χρόνια, όπου τα προβλήματα έχουν γίνει το εύκολο άλλοθι του καθενός. Αυτό κι η … τρέλα. «Είναι τρελός, μη δίνεις σημασία», ακούγεται ολοένα και πιο συχνά για κάποιον που έχει πιο εύκολο το θράσος παρά το σεβασμό. Ο καθένας έχει τα δικά του προβλήματα. Μόνον που κανείς δεν έχει δικαίωμα να τα κάνει προβλήματα των άλλων. Αλλά με το … νου του κάνει ότι θέλει. Με το … νου του είναι ο πλέον σωστός, με το … νου του ξέρει αυτά που δεν ξέρουν οι άλλοι, με το …. νου του έχει δικαίωμα σε όλα, που λειτουργεί ως άτυπη άδεια για τα πάντα. Κι η αλλοτρίωση των πάντων καλά κρατεί. 

Τελικά αυτή είναι κι η διαφορά στο πέρασμα των ετών. Οι άνθρωποι που μας μεγάλωσαν, κάθε φορά που φεύγαμε από κοντά τους μας έλεγαν: «Το νου σου να έχεις». Στο σήμερα που φτάσαμε ο καθένας δεν έχει απλά το … νου του αλλά ζει και λειτουργεί με το …. νου του. Το ίδιο κι εγώ. Μπορεί να κάνω και λάθος αλλά αυτή είναι η ταπεινή μου άποψη. Α, ξεκινάει και το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου το προσεχές Σαββατοκύριακο. Καλή σεζόν σε όλους και καλή δύναμη …