Ο Δημήτρης Καρύδας γράφει στο προσωπικό του blog για τον αποκλεισμό του Παναθηναϊκού Superfoods από την Euroleague.
Ως σύγχρονος μπασκετικός Σίσυφος ο Παναθηναϊκός μοιάζει εδώ και μια πενταετία καταδικασμένος να κουβαλάει ένα τεράστιο βράχο μέχρι την κορυφή του βουνού ή του λόφου και όταν πιστεύει ότι φτάνει στο τέλος, βλέπει το αγκωνάρι να παίρνει την …κατηφόρα. Και ξαναρχίζει από την αρχή ένα ατελείωτο ράβε – ξήλωνε ή στην προκειμένη περίπτωση ένα ανέβα – κατέβα.
Η ιστορία του Σίσυφου επαναλήφθηκε και φέτος με την ίδια περίπου κατάληξη. Μόνο που αυτή τη φορά ο Παναθηναϊκός είχε φτάσει μισό βήμα πιο κοντά στον στόχο του. Τις προηγούμενες τέσσερις χρονιές βίωσε ισάριθμους αποκλεισμούς από τα φάιναλ φορ χωρίς ποτέ να έχει το πλεονέκτημα έδρας. Φέτος, αφού πάλεψε για 30 αγωνιστικές κατάφερε να πάρει το πλεονέκτημα έδρας, προλαβαίνοντας να το δει να γλιστράει σαν νερό μέσα από τα δάκτυλά του. Ο βράχος πλέον, βρίσκεται πάλι στη βάση του βουνού και όχι στην κορυφή του.
Η αλήθεια είναι ότι στο τέλος της σειράς των αγώνων με τη Φενέρ περισσότερο ξενίζει το 3-0 παρά ο αποκλεισμός που μπορούσε να συμβεί, αλλά προφανώς με ένα άλλο σενάριο που θα ήθελε τον Παναθηναϊκό πιο ανταγωνιστικό. Εντός της ομάδας έχει διακινηθεί η άποψη ότι η Φενέρ ήταν πνευματικά πιο έτοιμη. Πιθανώς να ήταν, κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι ήταν και αγωνιστικά πιο έτοιμη.
Η Φενέρ σε τρία παιχνίδια κατάφερε να κρατήσει τον Παναθηναϊκό στους 60 πόντους μέσο όρο, διαβάζοντας σωστά αυτό που ολόκληρη τη χρονιά συζητιόταν και είχε πολλάκις αναλυθεί. Η επίθεση του Παναθηναϊκού ήταν προϊόν του ταλέντου των παικτών του στο ένας εναντίον ενός, βασίστηκε στο ένστικτο αθλητών όπως ο Τζέιμς και όχι σε ένα οργανωμένο πλάνο που εφαρμοζόταν πάντοτε και κατά γράμμα. Ο Πασκουάλ είχε αποδεχθεί μια κατάσταση και προσπάθησε να πάρει το μάξιμουμ που μπορούσε με βάση ρεαλιστικές συνθήκες. Ο προπονητής με το πιο σύνθετο επιθετικό play book στην Ευρώπη κατάλαβε από νωρίς ότι δεν θα έφτανε πουθενά αν προσπαθούσε να επιβάλλει το μπάσκετ που έχει μάθει να διδάσκει. Είναι λάθος του; Προσωπικά και εκ των υστέρων θεωρώ μεγαλύτερο λάθος ότι προσπάθησε για τρεις αγώνες με τη Φενέρ να βάλει διαχωριστικές γραμμές, να πείσει τους παίκτες του για την αξία της έξτρα πάσας και γενικά να παρέμβει στο DNA της. Δεν είναι τυχαίο, άσχετα αν μας αρέσει ή όχι, ότι το καλύτερο επιθετικά κομμάτι του Παναθηναϊκού στη σειρά ήταν η δεύτερη περίοδος του δεύτερου αγώνα, τότε που ο Τζέιμς παίζοντας με λυμένα φρένα σκόραρε 15 πόντους με λογική και τακτική παίκτη play ground και streetball.
Ακόμη όμως και σε κομμάτια του παιχνιδιού του που ο Παναθηναϊκός είχε πάρει άριστα όλη τη χρονιά, κόντρα στη Φενέρ βρέθηκε στο ναδίρ. Η ομάδα που κρατούσε τις αντίπαλες επιθέσεις για τριάντα αγώνες στο 37,1% (καλύτερο αμυντικό ποσοστό σε όλη την Ευρωλίγκα) είδε τους παίκτες του Ομπράντοβιτς να βάζουν τρίποντα σε ρυθμούς πολυβόλου, τον Μπογκντάνοβιτς να παίζει τα παιχνίδια της ζωής του στο ΟΑΚΑ και την Τουρκική ομάδα να κλείνει τη σειρά με ιστορικό υψηλό στην επίθεση που ξεπέρασε το 50%. Ο Πασκουάλ ζήτησε λογικά πράγματα στην άμυνα που δεν έγιναν ποτέ. Δεν τον ακούνε οι παίκτες ή δεν μπορούν; Τείνω να πιστέψω το δεύτερο έχοντας εικόνα από τους τρεις αγώνες.
Το πρόβλημα του Παναθηναϊκού γιγαντώθηκε την τελευταία εβδομάδα ακριβώς επειδή υπήρχε ένας αντίπαλος που του απαγόρευσε να “μασκαρέψει” τις αδυναμίες του. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το κλίμα είχε στραβώσει από το καλοκαίρι, όταν οι εντυπωσιακές μεταγραφές του ενός παίκτη μετά τον άλλο έφτιαξαν ένα σύνολο ονομάτων, αλλά καταδικασμένο να μη βρει χημεία και με τις συνεχείς αλλαγές προσώπων από προσθήκες, τραυματισμούς και αποχωρήσεις έχασε και τις λιγοστές ελπίδες που είχε. Κάπως έτσι φτάσαμε στο ναυάγιο στο Βόσπορο. Είναι πιθανό ότι με ένα άλλο αντίπαλο ο Παναθηναϊκός θα είχε καλύτερη τύχη και ενδεχόμενα η ιστορία να συνεχιζόταν να γράφεται ακόμη και με διαφορετικό τρόπο. Αλλά αυτό αποτελεί μια φτηνή δικαιολογία. Ο Παναθηναϊκός αποφάσισε να ζήσει και να πεθάνει με τους ηρωισμούς και τα “γιουρούσια” του Τζέιμς. Κέρδισε πολλά παιχνίδια με αυτό τον τρόπο και εκείνοι που πανηγύρισαν νίκες με μπάσκετ του …ποδαριού δεν δικαιούνται να ρίχνουν πρώτοι σήμερα το λιθάρι του …αναθέματος. Η ομάδα έριχνε τα ζάρια σε κάθε Ευρωπαϊκό παιχνίδι της και την κρίσιμη στιγμή έφερε διαδοχικά ντόρτια.
ΥΓ: Οι πρώτες αντιδράσεις του κόσμου στην υπόθεση “επιστροφή με πούλμαν” είναι αρνητικές, αν κρίνω τουλάχιστον από την πρόσβαση που έχω στο twitter και στα social media. Παρότι είναι μια πρωτοφανής στη βάση της απόφαση, και στα 38 μου χρόνια στη δημοσιογραφία δεν θυμάμαι ανάλογο “καψόνι”, η τιμωρία σε επαγγελματική ομάδα ίσως αποδειχθεί το απαιτούμενο ηλεκτροσόκ. Το σίγουρο είναι ότι ως ακραία λύση θα φέρει ακραίες αντιδράσεις, ειδικά μάλιστα από τη στιγμή που κάποιοι παίκτες διαχώρισαν τους εαυτούς τους και αρνήθηκαν να υπακούσουν. Το 1998 οι οπαδοί του Παναθηναϊκού υποδέχθηκαν τον Ράτζα και τον Σούμποτιτς με γιαούρτια και λαχανικά στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, λίγες μέρες μετά από ένα διπλό σοκ. Το χαμένο πλεονέκτημα έδρας στο ελληνικό πρωτάθλημα από τον Ολυμπιακό και τον αποκλεισμό στον ημιτελικό του κυπέλλου Κυπελλούχων από την Ολίμπια Μιλάνο. Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ο Παναθηναϊκός έμοιαζε με Τιτανικό, αλλά δύο εβδομάδες αργότερα πανηγύριζε την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Η τωρινή ιστορία θα δοκιμάσει τις αντοχές, τα στεγανά και τη συνοχή μιας ομάδας. Υπάρχουν τέτοια; Την απάντηση την ξέρουν οι παίκτες, είτε αυτοί που πήραν τον μαραθώνιο δρόμο της επιστροφής με το πούλμαν, είτε εκείνοι που …αυτομόλησαν δια αέρος. Το σίγουρο είναι ότι όλοι θα κριθούν με τα ίδια δεδομένα στο τέλος της σεζόν. Εκτός αν δεν φτάσουν όλοι μέχρι εκεί…