Πόσο κουραστικό έχει καταντήσει να ακούς από σχετικούς κι άσχετους ότι η Εθνική ομάδα πάσχει από μακρινό σουτ. Είναι τόσο αλήθεια όσο το ότι αυτό δεν είχε καμία σχέση με την σημερινή της ήττα από τους Αμερικάνους.
Η Ελλάδα και σε αυτό το τουρνουά και στο παρελθόν είχε αποτυχίες επειδή δεν σουτάρει καλά, στο παιχνίδι όμως, σήμερα με τις ΗΠΑ αυτό ήταν ελάχιστης ως μηδαμινής σημασίας.
Η ομάδα του Πόποβιτς είναι μια ομάδα με ορατά τρωτά σημεία. Προσωπικά δεν θεωρώ ότι είναι καν φαβορί για την πρώτη θέση, εκεί αν έπαιζα στοίχημα (σ.σ. ευτυχώς δεν παίζω) θα πλήρωνα για τους Σέρβους, που τι έκπληξη παίζουν καταπληκτικό μπάσκετ, χωρίς να έχουν και κάνα προπονητικό μύθο στον πάγκο τους.
Κι ο Σκουρτόπουλος δεν είναι Ομπράντοβιτς σίγουρα, αλλά ούτε αυτός είναι το πρόβλημα. Και ποιο είναι τότε το πρόβλημα ρε μεγάλε; Έχουμε κακούς παίκτες; Ούτε κακούς παίκτες έχουμε, ίσα – ίσα.
Το πρόβλημα είναι καθαρά εγκεφαλικό κι εμείς οι φανατικοί με την Εθνική που χωρίς να είμαστε «παιδιά του σωλήνα» τα βλέπουμε όλα καλά, παλεύουμε να πείσουμε τους εαυτούς μας από δεκάλεπτο σε δεκάλεπτο ότι ο διακόπτης θα γυρίσει, οι μάγκες θα ξεθολώσουν και επιτέλους θα δούμε λίγο κανονικό μπάσκετ.
Ο Σκουρτόπουλος σαν ειδικό βάρος δεν έπρεπε να είναι προπονητής της Εθνικής γι’ αυτό κι έχει γίνει το εύκολο θύμα. Από την άλλη όμως, παίκτες που όλη την χρονιά κάνουν τα παραπάνω στις ομάδες τους, για έναν λόγο που δεν είναι εύκολο να εξηγήσεις, δεν κάνουν ούτε τα βασικά.
Κόντρα στην Τσεχία υπάρχει μια τελευταία ευκαιρία. Οι ενδείξεις δεν είναι υπέρ της ελληνικής ομάδας και η διαφορά των 12 είναι ένα επίσης δύσκολο κομμάτι που πρέπει να υπερκεράσουμε. Παρόλα αυτά ελπίζουμε, περιμένουμε κι ευχόμαστε αυτός ο ρημαδοδιακόπτης να γυρίσει έστω και στο παρά πέντε.