Ο Θοδωρής Παπαλουκάς μίλησε στον Τζο Αρλάουκας και στην εκπομπή του "crossover" για όλη την καριέρα του. Τις όμορφες και τις δύσκολες μέρες που έπαιζε στο υψηλότερο επίπεδο, ενώ παραδέχθηκε πως ο Ολυμπιακός για εκείνον ήταν "'όνειρο".

Ο Θοδωρής Παπαλουκάς μίλησε στον Τζο Αρλάουκας και στην εκπομπή του “crossover” για όλη την καριέρα του. Τις όμορφες και τις δύσκολες μέρες που έπαιζε στο υψηλότερο επίπεδο, ενώ παραδέχθηκε πως ο Ολυμπιακός για εκείνον ήταν “‘όνειρο”. 

Όσα δήλωσε: 

«Συνήθιζα να παίζω ποδόσφαιρο και παίζω ακόμα. Όταν παρατάς το μπάσκετ, είναι να κάνεις πράγματα στα οποία μπορείς να γίνεις καλύτερος. Όταν παίζω μπάσκετ, καταλαβαίνω ότι δεν μπορώ να κάνω πράγματα που έκανα, αλλά όποτε παίζω ποδόσφαιρο, νιώθω καλύτερα. Ξεκίνησα να παίζω από τα 6 μου χρόνια. Η επιτυχία του 1987 ήταν αυτή που μας έκανε να ασχοληθούμε. Μας έκαναν να ονειρευόμαστε όλοι αυτοί οι παίκτες. Για εμάς το 2005, το 2006 ήταν εύκολο. Παίξαμε εξαιτίας της επιτυχίας τους. Εξαιτίας τους, έγινε το μπάσκετ επαγγελματικό. Μπήκαν μπασκέτες στα σχολεία. Αυτός είναι ο λόγος που έγινα μπασκετμπολίστας».

Για τον Ολυμπιακό: «Υπέγραψα 1+1+1 στον Ολυμπιακό, γιατί είπα ότι ήταν το όνειρο μου. Μίλησα και με τον ιδιοκτήτη του Παναθηναϊκού και είπα ότι δεν θα μπω σε διαπραγματεύσεις μαζί του και θα υπογράψω στον Ολυμπιακό, γιατί ήταν το όνειρο μου από μικρός και δεν γνωρίζω πολλά παιδιά που μπορούν να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα στα 24 τους. Ήταν δύσκολη περίοδος για τον Ολυμπιακό και έδωσα την option στην ομάδα και τους είπα ότι “θα είμαι τόσο καλός, που θα σας αναγκάζω κάθε χρόνο αν με ανανεώνετε”. Κάτι έγινε και το οποίο είναι ασήμαντο να το συζητήσουμε 20 χρόνια μετά, και έπρεπε να φύγω. Είχε να κάνει με τον σεβασμό. Δεν ήταν το πρόβλημα η ομάδα. Το πρόβλημα ήταν από διάφορους άλλους. Δεν είχα πρόβλημα με τον Ολυμπιακό. Ήμουν οπαδός του και ακόμα είμαι και θα είμαι. Είχε να κάνει με συγκεκριμένα άτομα που ήταν εκεί. Ο Ολυμπιακός μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω στην Euroleague. Γι’ αυτό επέστρεψα μετά, γιατί είμαι περήφανος που είμαι Ολυμπιακός και σέβομαι και καταλαβαίνω πόσο με βοήθησε στο να αλλάξω το επίπεδο μου και να πάω ψηλά».

Για την ΤΣΣΚΑ : «Δεν είχα συμβόλαιο με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Δοκιμάστηκα. Έμαθα ότι με θέλουν εκεί, επειδή ο κόουτς Ίβκοβιτς ήθελε ακόμα έναν Έλληνα παίκτη για να έχει παρέα ο Χατζηβρέττας. Είδε κάτι σε εμένα, δεν μου έκανε χάρη, αλλά ήθελε δύο Έλληνες για να κάνουν παρέα. Δούλεψα πολύ σκληρά, πιθανότατα να μην ήμουν έτοιμος, έγινα δυνατότερος κυρίως ψυχικά. Απ’ ότι μου συμβαίνει, προσπαθώ να παίρνω τα θετικά. Ήταν σαν μια προετοιμασία».

Για το  2007 στο Final Four της Αθήνας : «Η οικογένειά μου, οι φίλοι μου, ήταν όλοι εκεί. Ήθελα να νικήσω, όχι γιατί ήταν αντίπαλος ο Παναθηναϊκός, αλλά γιατί έπαιζα στην πατρίδα μου. Και οι δύο ομάδες ήταν γεμάτες σταρς! Είσαι ήδη συναισθηματικός όταν παίζεις ένα τελικό σε Final 4. Αλλά φαντάσου να παίζεις στην πόλη σου, κόντρα στον Παναθηναϊκό. Αν ήταν κόντρα στην Μακάμπι ή στην Μπαρτσελόνα, θα ήταν διαφορετικά. Ακόμα και κόντρα στον Ολυμπιακό θα μού ήταν πολύ δύσκολο, ίσως και πιο πολύ, αλλά για άλλους λόγους. Αν είσαι οπαδός της ομάδας, είναι ακόμα πιο δύσκολο να παίζεις εναντίον της. Αλλά είμαι επαγγελματίας και θέλω να νικάω. Όταν χάσαμε, εξαφανίστηκα, κανείς δεν μπορούσε να με βρει. Ζούσα το δράμα. Είναι η ζωή μας. Πολύς κόσμος δεν καταλαβαίνει, νομίζει ότι είναι μόνο χρήματα για εμάς. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι αν ήταν μόνο τα λεφτά, θα ήταν πιο εύκολο. Δεν είναι απλά business. Έζησα την… τραγωδία και έψαξα για την κάθαρση. Ακόμα και τώρα το βλέπω και σκέφτομαι τι θα έκανα διαφορετικά. Αυτό σε βοηθάει να μεγαλώσεις και να ωριμάσεις. Έκλαψα μετά το παιχνίδι, εξαιτίας του Βάντερπουλ. Προσπάθησα πολύ για να μην κλάψω, γιατί λέω πως δεν θα κάνω αυτή τη χάρη σε κανέναν. Το κλάμα δεν είναι σημάδι αδυναμίας, αλλά δεν ήθελα κανείς να νομίζει ότι με έκανε να κλαίω. Ο Βάντερπουλ μού είπε κάποια πράγματα, όπως ότι ήταν περήφανος, κι άρχισα να κλαίω. Δεν είναι τι είπε, αλλά πως και ποιος τα λέει. Τον ένιωθα και ήμουν ευλογημένος που είχα παντού, όπου έπαιξα, καλούς συμπαίκτες. Δεν είμαι εύκολος και ίσως να δυσκόλεψα περισσότερο από όσο πρέπει κάποιους συμπαίκτες μου, αλλά στο μυαλό μου θεωρούσα πως τους βοηθάω περισσότερο. Το έκανα από καλό».

Για τον κόσμο που τον έβριζε: «Πολύς κόσμος έβριζε εμένα και την οικογένειά μου στο γήπεδο. Κάποιοι από αυτούς με σταματούσαν στο δρόμο και μου ζητούσαν συγγνώμη. Ένας οδηγούσε πίσω μου και με στρέσαρε. Σταμάτησα να δω τι θέλει και μου είπε ότι πρέπει να μου ζητήσει συγγνώμη. Και του είπα “μ’ έχεις εδώ δέκα λεπτά, έχασα πέντε χρόνια από την ζωή μου, όπως έκανες”, γιατί σκεφτόμουν ότι προσπαθούσε να κάνει κάτι κακό. Ακόμα και μετά από καιρό, οι αληθινοί λάτρεις του μπάσκετ, καταλαβαίνουν πως δεν είναι απλά δουλειά, αλλά το αγαπάμε κι έχουμε την τυχή να κάνουμε το χόμπι μας, επάγγελμα».

Για τα ακριβά συμβόλαια: «Όταν κάνεις μια συμφωνία, για σένα είναι φυσιολογικό να πληρώνεσαι. Για εμάς, δεν είναι αρκετό να πάρουμε απλά τον μισθό μας, γιατί έχουμε στο μυαλό μας ότι πρέπει να αποδείξουμε ότι πραγματικά το αξίζουμε αυτό. Δίνουμε την καρδιά μας, τα πάντα. Είναι η δουλειά μας, αλλά πρέπει να την κάνουμε με τον καλύτερο τρόπο. Ανταγωνιζόμαστε πρώτα με τον εαυτό μας και μετά με τους άλλους».

Για την επιστροφή στον Ολυμπιακό: «Για μένα στη ζωή όλα έχουν να κάνουν με το κίνητρο και τους στόχους. Εκείνο το χρόνο βγήκα για 2η-3η φορά καλύτερος παίκτης στη Ρωσία, ενώ ήξερα πως άλλοι παίκτες έκαναν καλύτερη χρονιά κι έλεγα πως εδώ με έχουν “δεδομένο”. Ήθελα να παίζω με κίνητρο. Αν δεν ήμουν καλός, αλλά οι άλλοι με έβλεπαν καλό, δεν θα είχα μέσα μου το κίνητρο. Τι θα μου έδινε κίνητρο, λοιπόν; Να κατακτήσω ένα πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό. Ήταν μια ομάδα που θα μου έδινε το υψηλότερο κίνητρο. Να πάρω έναν τίτλο με τον Ολυμπιακό, γι’ αυτό επέστρεψα, αλλά δυστυχώς δεν έγινε».

Για την επιστροφή στην ΤΣΣΚΑ: «Είχα μια δύσκολη σεζόν στην Μακάμπι, ένιωθα ότι άξιζα λίγο παραπάνω, αλλά εντάξει, έτσι είναι η ζωή. Ήμουν τυχερός που έκλεισα την καριέρα μου σε μια ομάδα υψηλού επιπέδου, όπως η ΤΣΣΚΑ. Ήταν περίπου Χριστούγεννα, σκεφτόμουν την απόσυρση. Μέχρι να πάω στην ΤΣΣΚΑ, έκανα προπονήσεις στον Φιλαθλητικό, με δύο νέα παιδιά, τον Θανάση και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Με βοήθησαν πολύ, έτσι τους γνώρισα. Είμαι πολύ χαρούμενος και περήφανος, γιατί είχα πει στον κουμπάρο μου και ατζέντη τους, Γιώργο Πάνου, πως ήθελα να μείνω σε καλή φυσική κατάσταση και μου είπε να πάω σε εκείνη την ομάδα. Έλεγα τότε στη γυναίκα μου πως είναι δυο παιδιά που έχουν τρομερά αθλητικά προσόντα και μεγάλο potential και πως μπορούν να παίξουν μπάσκετ. Έβλεπες κάτι διαφορετικό.

Κοντά στα Χριστούγεννα με κάλεσαν από την ΤΣΣΚΑ και με γλίτωσαν από πολλά χρόνια ψυχοθεραπείας. Είναι όπως πας στο παιδικό σου δωμάτιο, χωρίς να ανάβεις το φως, ξέρεις που είναι το καθετί. Ένιωθα ότι γυρνάω σπίτι μου. Χαίρομαι που οι άνθρωποι εκεί μου έδωσαν την ευκαιρία να κλείσω την καριέρα μου, παίζοντας στο υψηλότερο επίπεδο. Αυτό έγινε στο Final 4 του Λονδίνου. Δυστυχώς, δεν τα καταφέραμε. Τότε ήταν ο κουμπάρος μου, ο Βασίλης Σπανούλης, βλέπεις ήταν πάντα άτομα γύρω μου (μαζί με τον Διαμαντίδη), που τα κατάφερναν και με έκαναν να υποφέρω (γέλια).

Είναι πολύ δύσκολο για έναν παίκτη να αποσυρθεί από το μπάσκετ. Είναι φυσιολογικό να περνάς ένα μικρό διάστημα κατάθλιψης. Η ΤΣΣΚΑ με βοήθησε πολύ με την ευκαιρία που μου έδωσε. Φαντάσου πόσο δύσκολο θα μου ήταν, αν δεν έβρισκα ομάδα, κι έπρεπε να αποσυρθώ με μια Συνέντευξη Τύπου»