Σε συνέντευξη του ο Δημήτρης Αγραβάνης υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι ο Ντέιβιντ Μπλατ ήταν ο χειρότερος προπονητής που είχε στην καριέρα του.

Σε συνέντευξη του ο Δημήτρης Αγραβάνης υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι ο Ντέιβιντ Μπλατ ήταν ο χειρότερος προπονητής που είχε στην καριέρα του.

Ο διεθνής φόργουορντ του Προμηθέα μίλησε στην ιστοσελίδα debut.gr για τον Μπλατ, τον Ολυμπιακό, τον Προμηθέα αλλά και το ηχητικό που πέρυσι κατά πολλούς δημιούργησε μεγάλο πρόβλημα στους ερυθρόλευκους».
Αναλυτικά τα όσα είπε:

««Πέρυσι θεωρώ ότι ήταν μια πάρα πολύ κακή χρονιά για τον Ολυμπιακό. Να ξεκινήσουμε πρώτα με το θέμα του προπονητή. Όλοι, όταν άκουσαν το όνομα Μπλατ θεώρησαν ότι έρχεται άλλος ένας μεγάλος προπονητή μετά τον κόουτς Σφαιρόπουλο. Η ομάδα ξεκίνησε καλά. Έπαιζε σχετικά καλά. Αυτό ήταν το πιο σημαντικό. Όμως έβλεπες ότι δεν γινόντουσαν κάποια πράγματα σωστά. Άλλαξε τελείως η ομάδα.

Εκεί που βασιζόταν στο ελληνικό στοιχείο και με πέντε-έξι πολύ καλούς ξένους παίκτες, πήγαινε κάθε φορά final 4, πήγες τώρα να αλλάξεις τη φιλοσοφία της ομάδας. Έτσι πρέπει να είσαι έτοιμος και για αποτυχία. Φυσικά, η αποτυχία ήρθε, όπως ερχόταν και στα χρόνια που ο Ολυμπιακός βασιζόταν παραπάνω σε ξένους παίκτες. Καλώς ή κακώς οι ξένοι είναι πάρα πολύ καλοί παίκτες. Όμως, δεν θα πονέσουν το ίδιο την ομάδα όπως την πονάει ο Βασίλης, ο Γιώργος και όλοι οι Έλληνες παίκτες. Είναι και το θέμα της ηλικίας βέβαια. Εγώ δεν βλέπω να έχει μεγαλώσει ο Βασίλης αγωνιστικά, δεν βλέπω να έχει μεγαλώσει ο Γιώργος.

Δηλαδή τα παιδιά είναι ακόμη οι καλύτεροι παίκτες του Ολυμπιακού. Οπότε, γιατί να βάζεις το θέμα της ηλικίας αφού βλέπεις ότι στο γήπεδο είναι οι καλύτεροι σου παίκτες; Αυτό δεν θα το καταλάβω ποτέ. Με τον Μπλατ δεν θα ήθελα ποτέ να ξανασυνεργαστώ. Σίγουρα για μένα είναι ο χειρότερος προπονητής που είχα. Όχι, ότι είναι κακός προπονητής αλλά ο χειρότερος που μπορούσα να έχω. Δυστυχώς, η ομάδα δε πέτυχε. Αντιθέτως απέτυχε παταγωδώς.

Είχαμε το ηχητικό το οποίο ακόμα και σήμερα δεν ξέρουμε πως βγήκε. Απ’ ότι φαίνεται δεν θα μάθουμε ποτέ. Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Πάντως, είναι στενάχωρο από όποιον βγήκε για όποιο λόγο βγήκε, γιατί βγήκε από Έλληνες. Το γκρουπ στο what’s app το είχαμε Έλληνες. Είναι κρίμα που δεν βγήκε να το παραδεχτεί όποιος το έκανε. Μετά από αυτό κάποια άτομο κοιτάζονταν, ξέρεις, «μήπως είναι αυτός ή αυτός;». Αλλά κάποια άλλα άτομα που ξέρεις τη πάστα τους, δεν άλλαξε καμία σχέση μεταξύ μας γιατί ξέρουμε ο ένας τον άλλον».

Για την απόφασή του να πάει στον Προμηθέα: «Λοιπόν, να ξεκινήσουμε από το καλοκαίρι που εγώ μέσα μου πίστευα ότι και για μένα αλλά και για τον Ολυμπιακό δεν θα ανανεώναμε γιατί έμαθα ότι θα μείνει ο κόουτς Μπλατ και εγώ δεν ήθελα καμία σχέση μαζί του. Ούτε ο ίδιος ήθελε μαζί μου. Είναι ειλικρινές τουλάχιστον αυτό. Και όσο και να θέλανε κάποια άτομα να με κρατήσουν στον Ολυμπιακό δεν γινόταν. Έφυγα από εκεί με τις καλύτερες σχέσεις. Πραγματικά, αυτοί οι άνθρωποι θα είναι για πάντα στη καρδιά μου γιατί εγώ ως άνθρωπος δεν ξεχνώ ούτε τι μου έχουν προσφέρει, ούτε τι έχω προσφέρει και εγώ σε αυτούς. Το καλοκαίρι λοιπόν ήμουν ελεύθερος. Μου έκανε πολύ κακό το ότι ενώ ήμουν καλά δεν είχα παίξει αν εξαιρέσεις κάποια ματς στην Ελλάδα ώστε να δει ο κόσμος ότι ήμουν υγιής. Όλα τα ερωτηματικά σε όλη την Ευρώπη ήταν το αν ο Αγραβάνης ήταν υγιής. Εκεί έχασα και σε προτάσεις και σε εμπιστοσύνη. Ήμουν πολύ κοντά στο να κλείσω στην ιταλική Κρεμόνα, δηλαδή είχα σχεδόν κλείσει.
Η μονή διαφορά ήταν ότι εγώ δεν ήξερα ότι δεν αγωνίζονται στο Eurocup και ότι δυστυχώς εκεί είχαν ένα ματς την εβδομάδα. Εγώ είμαι νέος σε ηλικία. Θέλω να παίζω δύο φορές την εβδομάδα. Εγώ προτιμώ να παίζω ματς παρά να κάνω προπονήσεις. Εκεί είπα θα περιμένω. Ήρθε το τηλέφωνο από τον κόουτς τον Μάκη που με το που μίλησε αισθάνθηκα λες και όπως αισθανόμουν όταν μου μιλούσε ο προπονητής που είχα στο εφηβικό που με αγαπούσε που με πίστευε πάντα. Έτσι ένιωσα και με τον κόουτς τον Μάκη και πραγματικά λέω δε γίνεται να μη πάω εκεί πέρα. Με τη κουβέντα που κάναμε είδα ότι σαν χαρακτήρες είμαστε ίδιοι. Δηλαδή μου είπε ότι: «είμαι ντόμπρος, δε θα στη φέρω ποτέ». Αυτό για μένα δεν το βρίσκεις ποτέ σε προπονητή. Πολύ σπάνια. Πραγματικά αυτό με κέρδισε. Δεν σκέφτηκα ούτε τα λεφτά. Δεν σκέφτηκα τίποτα. Από την άλλη είδα ότι ο Προμηθέας, στα προηγούμενα χρόνια ότι όλο ανεβαίνει και ότι είναι μια ομάδα με φιλοδοξίες. Μετά μίλησα και με τον πρόεδρο. Επίσης, κατάλαβα πολλά πράγματα τα οποία μου άρεσαν και είμαι πολύ χαρούμενος που πήρα την απόφαση και ήρθα στον Προμηθέα».