Ο Γιώργος Συρίγος επιχειρεί να διαβάσει το μέλλον, εντοπίζοντας υποψήφιους για τα βραβεία της Ευρωλίγκας της... επόμενης σεζόν

Αφού τελειώσαμε την περασμένη εβδομάδα με την απονομή Όσκαρ και Βατόμουρων για την τρέχουσα σεζόν, είναι ώρα να μπούμε σε επικίνδυνα μονοπάτια. Θα επιχειρήσουμε να προβλέψουμε πριν καν ολοκληρωθεί (με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο) η σεζόν, τους παίκτες που θα μας απασχολήσουν ακόμα περισσότερο στο φινάλε… της επόμενης!

Κι επειδή τέτοια παράτολμα κι ιντριγκαδόρικα εγχειρήματα χρειάζονται και μια “προχώ” κωδική ονομασία, βάζουμε ένα “παιχτρόνια που αναμένεται να γίνουν παιχτούρες” και προχωράμε στο παρασύνθημα, με τo πρώτο δίδυμο των εκλεκτών μας.

(Αφού χωρίσαμε την απονομή των βραβείων που προηγήθηκε σε τρία επεισόδια, δεν έχουμε κανέναν απολύτως λόγο να αλλάξουμε τη συνταγή).

Τόνι Τζεκίρι-Βιλερμπάν

Τον πρώτο ενάμιση μήνα έσπειρε τον τρόμο με τις εμφανίσεις του. Πέντε “νταμπλ-νταμπλ” σε οκτώ παιχνίδια, ανάμεσά τους κι εκείνο το εξωπραγματικό “18 πόντοι (με 80% στα σουτ)-19 ριμπάουντ”, μέσα στο Βελιγράδι επί του Ερυθρού Αστέρα, που μας έκανε να αναρωτιόμαστε αν είχε εισβάλει κάποιος Γάλλος χάκερ στον επίσημο ιστότοπο της Ευρωλίγκας, παίζοντας με τα στατιστικά του Νιγηριανού σέντερ (και με τα νεύρα μας).
 
Η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη, αλλά ας είμαστε ρεαλιστές, κάτι τέτοιο ήταν ανέφικτο να συμβεί. Διότι είναι άλλο να μιλάμε για τρομερές εμφανίσεις πρωτοεμφανιζόμενου  κι άλλο να μπαίνουμε στα χωράφια των υποψήφιων MVP. 

Ακόμα κι έτσι, ο Τζεκίρι επέδειξε αξιοπρόσεκτη ωριμότητα και συνέπεια στο διάστημα που ακολούθησε, αποδεικνύοντας ότι η απόδοσή του δεν ήταν προϊόν της… φούριας με την οποία μπήκε η Βιλερμπάν στην διοργάνωση. Η γαλλική ομάδα “ξεφούσκωσε” σχετικά γρήγορα έπειτα από την καταπληκτική της εκκίνηση, ωστόσο η απόδοση του 25χρονου σέντερ παρέμεινε σημείο αναφοράς. 

Ο Νιγηριανός έχει όλο το “πακέτο” των mobile ψηλών (αθλητικό “τέρας”, που συνδυάζει εκτόπισμα και γρήγορα πόδια, με αξιοπρόσεκτο παιχνίδι πάνω από την στεφάνη σε άμυνα κι επίθεση), αλλά σε μεγαλύτερη συσκευασία από την κανονική. 

Στις μετρήσεις που έκαναν οι αμερικανοί το 2016 ενόψει του ντραφτ, κατέγραψαν ότι ο Τζεκίρι βλέπει τον κόσμο από τα 2,10μ. χωρίς παπούτσια, (άρα αυτό το 2,12μ., ή 2,13μ., που θα δείτε να γράφουν τα περισσότερα site, είναι ρεαλιστικό), με άνοιγμα χεριών που αγγίζει τα 2,20μ. κι εκρηκτικότητα κι ευκινησία που παραπέμπει σε φόργουορντ που δεν ξεπερνά τα 2,05μ.

Ενδιαφέροντα όλα αυτά, αλλά σε καμία περίπτωση πρωτόγνωρα, θα μας πει ο πονηρός της παρέας και με το δίκιο του. Ανάλογα physical measurements έχει για παράδειγμα ο Έρικ της Μπασκόνια, ωστόσο το ταβάνι του είναι συγκεκριμένο. 

Εδώ μιλάμε για… άλλο ανέκδοτο κι όχι μονάχα λόγω ηλικίας (Τζεκίρι θα κλείσει τα 26 το καλοκαίρι, την ίδια περίοδο που ο Έρικ θα μπει στα 33). Ο Αμερικανοσπουδαγμένος Νιγηριανός έχει ήδη προσθέσει ένα αξιοπρεπές σουτάκι από μέση απόσταση στο ρεπερτόριο του και πάνω απ’ όλα δείχνει ότι έχει την εργατικότητα και τους μηχανισμούς που απαιτούνται για να αντέξει την πίεση και γενικότερα τον σκληρό ανταγωνισμό της Ευρωλίγκας. Θα είναι έκπληξη λοιπόν αν κατά την δεύτερη σεζόν του στην διοργάνωση δεν επιβεβαιώσει το σταθερά ανοδικό του διάγραμμα. 

Όστιν Χόλλινς-Ζενίτ

Ο ορισμός του late bloomer. Έπρεπε να φτάσει 28 ετών για να ντεμπουτάρει στην Ευρωλίγκα, έπειτα από μια πενταετία στην Ευρώπη, όπου το μονοπάτι ήταν δύσβατο για εκείνον από το ξεκίνημα της διαδρομής. 

Πρώτος του σταθμός ήταν η Α2 της Γαλλίας, όπου έμεινε για δύο σεζόν. Το δεύτερο βήμα έμοιαζε με… δυσμενή μετάθεση (Φινλανδία), αλλά αυτό ελάχιστα τον πτόησε. Ήξερε από μικρός άλλωστε τον τρόπο να ξεπερνά τις δυσκολίες. 

Γεννήθηκε με τα φώτα και τους προβολείς να τον σημαδεύουν (είναι γιος του πρωταθλητή το 1977 με τους Μπλέιζερς και μετέπειτα προπονητή, Λάιονελ Χόλλινς), χωρίς ωστόσο να διαθέτει το άστρο του πατέρα του. Αντιλήφθηκε γρήγορα πως για να πετύχει θα χρειαζόταν να προσπαθήσει διπλά και τριπλά σε σχέση με τους υπόλοιπους, κλείνοντας μάτια κι αυτιά μπροστά στις αναπόφευκτες συγκρίσεις. Και τα κατάφερε περίφημα.

Την επόμενη σεζόν μετακόμισε στη Γερμανία κι εκεί τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν σιγά σιγά τον δρόμο τους. Ήταν εξαιρετικός την πρώτη χρονιά στην Γκίσεν (’17-’18), για να ακολουθήσει η εκτόξευση με την φανέλα της Ράστα Βέχτα (’18-’19).

Το εντυπωσιακό με τον ύψους 1,93μ.γκαρντ-φόργουορντ (με το άνοιγμα χεριών που αγγίζει τα 2.10μ.!) είναι πως η Ζενίτ τον απέκτησε ως “textbook 3 and D” κι εκείνος ξεπέρασε τις προσδοκίες παρότι δεν ανταποκρίθηκε πλήρως στον συγκεκριμένο ρόλο. 

Σας μπερδέψαμε; “3 and D” θα πει “τρίποντο κι άμυνα”. Στο δεύτερο τα πήγε περίφημα από την πρώτη μέρα, αφού πέρα από τα αθλητικά προσόντα, έχει έντονα ανεπτυγμένο το αμυντικό φίλτρο μέσα του. Στο πρώτο όμως, η στατιστική του, έπειτα από 27 συμμετοχές στη φετινή Ευρωλίγκα, αναγράφει “μόλις” 34,7%. Δεν τον αγνοείς δηλαδή, αλλά δεν τον κυνηγάς… από τα αποδυτήρια, όπως αρμόζει σε έναν γνήσιο σουτέρ. 

Και πως λοιπόν ξεπέρασε τις προσδοκίες; Αναλύοντας το παιχνίδι του Χόλλινς καταλήγουμε στο εξής: με μια πρώτη ματιά, το επιθετικό του παιχνίδι είναι… μετρίως μέτριο. Όσο όμως περισσότερο τον παρακολουθήσει κανείς στο παρκέ, τόσο περισσότερο πείθεται πως ουσιαστικά δεν υπάρχει έστω ένας τομέας στον οποίο να έχει αρνητικό πρόσημο. Κι όπου δεν τον βοηθάει το τεχνικό του ρεπερτόριο, καλύπτει την απόσταση χάρη στο κοφτερό του μυαλό. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, η πάσα. 

Μπορεί λοιπόν να μην έχει τις προδιαγραφές (και πάνω απ’ όλα την απόφαση με την μπάλα στα χέρια) για να φτάσει στο επίπεδο του Κόρι Χίγκινς, όμως έχει την δυνατότητα να είναι περιζήτητος τα επόμενα χρόνια, ακόμα κι ως… Χίγκινς των φτωχών.