Η χρονιά ολοκληρώθηκε για την Τσέλσι όπως περίμεναν όλοι. Με την πεποίθηση ότι η ομάδα ναι, έχει Βρετανικό ταλέντο αλλά και ότι χρειάζεται ενίσχυση.
Αυτή η ενίσχυση έχει ήδη αρχίσει από τον Ιανουάριο και δεν δείχνει ότι θα σταματήσει σύντομα. Ο Φρανκ Λάμπαρντ φρεσκάρει την ομάδα μέσο-επιθετικά με παίκτες που έχουν προοπτική για σπουδαία πράγματα όπως οι Ζιγές και Βέρνερ αλλά που δεν έχουν αποδείξει ακόμη πολλά σε υψηλό επίπεδο.
Ο Βέρνερ είναι νεαρός και εξαιρετικός με την Λειψία αλλά στην Εθνική Γερμανίας παλεύει ακόμη να αποδείξει ότι πρέπει να είναι ο βασικός φορ και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερο ανταγωνισμό. Απλά αναρωτηθείτε ποιός είναι ο ανταγωνιστής του. Αν δεν σας έρθει μέσα σε δέκα δευτερόλεπτα λογικά θα πρέπει να ψάξετε για να τον βρείτε;
Σωστά;
Όσον αφορά στον Ζιγές έπαιζε στον Άγιαξ όπου είχε την μπαγκέτα. Ήταν βασικός αναντικατάστατος, πολύτιμος αλλά έδειξε επίσης ότι όταν κάτι δεν του πάει καλά… εκνευρίζεται εύκολα. Στην Τσέλσι δεν θα είναι αναντικατάστατος. Δεν θα έχει την μπαγκέτα. Υπάρχουν παίκτες που δεν το αντέχουν αυτό και ειδικά όταν έχουν και… νευράκια η διαχείρισή τους δυσκολεύει.
Εδώ μπαίνει στην συζήτηση ο Λάμπαρντ. Αυτός καλείται να διαχειριστεί το νέο ρόστερ αλλά αυτός αποφασίζει και για αυτό. Πλέον η ευθύνη είναι όλη δική του για αυτό που θα δείξει η Τσέλσι την νέα σεζόν.
Δημιουργείται η απορία γιατί δεν θέλει τον Καντέ ή ακόμη και τον Ζορζίνιο. Δημιουργείται επίσης η απορία γιατί γεμίζει την ομάδα μέσο-επιθετικούς. Αυτός ξέρει καλύτερα.
Είναι υποψήφιος για προπονητής της χρονιάς. Μπορεί να φαίνεται περίεργο καθώς πήρε την Τσέλσι τρίτη στην βαθμολογία και κάτοχο του Europa League και κατέληξε τέταρτος, εκτός Champions League στους “16” και χαμένος στον τελικό του κυπέλλου Αγγλίας αλλά όλοι ξεχνούν ότι οι Λονδρέζοι είχαν απαγόρευση μεταγραφών πέρσι.
Ο Λάμπαρντ είχε να διαχειριστεί παίκτες των ακαδημιών, δανεικούς που επέστρεψαν και έπρεπε να αξιολογηθούν σε ένα μήνα και… το υπάρχον ρόστερ. Δεν ήταν κακό αλλά πιο ρεαλιστική έμοιαζε μια θέση στο Europa League παρά η θέση στην πρώτη τετράδα.
Στα θετικά της χρονιάς για την Τσέλσι οι παίκτες των ακαδημιών (Μάουντ, Έιμπραχαμ, Γκίλμορ και Τζέιμς) που έδειξαν ότι μπορούν να κάνουν σπουδαία πράγματα, ο Κρίστιαν Πούλισιτς και φυσικά η έξοδος στο Champions League.
Στα αρνητικά οι πολλές ήττες στα μεγάλα παιχνίδια. Αποκλείστηκε με συνολικό σκορ 7-1 και χωρίς να αντισταθεί στην Μπάγερν Μονάχου ένω έπαιξε δεκαπέντε ματς απέναντι στους υπόλοιπους του Big 6 της Αγγλίας, πέτυχε μόλις έξι νίκες και έχασε δύο τελικούς (…Κυπέλλου με την Άρσεναλ και Κομιούνιτι Σιλντ από την Λίβερπουλ).
Το χειρότερο από όλα όμως ήταν η αμυντική λειτουργία. Μπορεί να είχε την τρίτη καλύτερη επίθεση αλλά… είχε την χειρότερη άμυνα από τις ομάδες που βρέθηκαν στο πρώτο μισό της βαθμολογίας.
Δέχτηκε 54 γκολ που είναι και η χειρότερη επίδοση μετά από 23 σεζόν (…1996/97 δέχτηκε 55 γκολ). Δέχτηκε τουλάχιστον δύο γκολ σε 23 παιχνίδια!!!
Ο τερματοφύλακας Κέπα άκουσε τα περισσότερα και εκεί προσπαθεί να ενισχυθεί ο Λάμπαρντ. Ο Κέπα έπιασε μόλις το 53,5% των σουτ που δέχτηκε και ήταν ο χειρότερος φέτος στην Premier League από τους τερματοφύλακες που έπαιξαν περισσότερα από πέντε ματς.
Φυσικά όμως φταίει και ο Λάμπαρντ. Η ομάδα δείχνει να μην ξέρει τι κάνει στο γήπεδο αμυντικά. Όχι μόνο οι τέσσερις που αμύνονται… όλοι. Ο Άγγλος μάνατζερ έχει το χειρότερο αμυντικό ρεκόρ στην εποχή Αμπράμοβιτς!
Είναι άδικο να τον συγκρίνουμε αμυντικά με τις ομάδας των Μουρίνιο, Γκραντ, Σκολάρι, Αντσελότι που δέχονταν λιγότερο από ένα γκολ ανά παιχνίδι αλλά είχαν και σαφέστατα καλύτερες και πιο ποιοτικές αμυντικές επιλογές.
Με τον Σάρι όμως είχε σχεδόν τους ίδιους παίκτες και δέχεται 1,53 γκολ ανά παιχνίδι ενώ ο Σάρι δεχόταν 1,06. Μεγάλη διαφορά.
Ο Λάμπαρντ έπεσε στα βαθιά. Το πρόσημο είναι θετικό λόγω της εξόδου στο Champions League αλλιώς με τόσο κακή άμυνα και δύο χαμένους τελικούς ίσως να είχε ακούσει περισσότερα και από τον προκάτοχό του Μαουρίτσιο Σάρι.