Ανακοίνωση μετά την απόφαση της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Στίβου να μην αναγνωρίσει το παγκόσμιο ρεκόρ της Ελίνας Τζένγκο στον ακοντισμό εξέδωσε ο ΣΕΓΑΣ.

Ανακοίνωση μετά την απόφαση της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Στίβου να μην αναγνωρίσει το παγκόσμιο ρεκόρ της Ελίνας Τζένγκο στον ακοντισμό εξέδωσε ο ΣΕΓΑΣ.

Η ελληνίδα αθλήτρια πέτυχε το ρεκόρ της στη διάρκεια του Πανελληνίου πρωταθληματος Κ20 στα Ιωάννινα και το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας Στίβου έριξε τις ευθύνες στο Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης του Ντόπινγκ (ΕΣΚΑΝ) για τη μη αναγνώριση του.

Αναλυτικά:

«Τη φετινή, πολύ δύσκολη λόγω της πανδημίας χρονιά, ο ΣΕΓΑΣ κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διοργανωθούν με επιτυχία οι διασυλλογικοί αγώνες και τα πανελλήνια πρωταθλήματα όλων των κατηγοριών. Ευθύνη της Ομοσπονδίας είναι η άρτια διοργάνωση των αγώνων. Οι έλεγχοι ντόπινγκ, είναι ευθύνη του ΕΣΚΑΝ.

Αμέσως μόλις πραγματοποιήθηκε το παγκόσμιο ρεκόρ της Ελίνας Τζένγκο, ο ΣΕΓΑΣ ενημέρωσε το ΕΣΚΑΝ και ζήτησε την άμεση αποστολή στα Ιωάννινα δειγματολήπτριας, είτε από τη Θεσσαλονίκη, είτε από την Πάτρα, είτε ακόμα και από την Αθήνα, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο έλεγχος εντός της ίδιας ημέρας. Η πρακτική αυτή έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές και σε πολλούς αγώνες, το 2019 μάλιστα, πάλι στα Ιωάννινα, χρησιμοποιήθηκε για την κορυφαία επίδοση όλων των εποχών παγκοσμίως στην κατηγορία Κ18, από την ίδια αθλήτρια. Παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν από το ΕΣΚΑΝ, είτε λόγω έλλειψης τεχνικών μέσων, είτε λόγω αδυναμίας μετακίνησης γυναίκας δειγματολήπτριας, ο έλεγχος δεν πραγματοποιήθηκε.

Ο ΣΕΓΑΣ ενημέρωσε σήμερα την WA για τα πραγματικά περιστατικά, που αποδεικνύουν ότι η αθλήτρια ήταν από την πρώτη στιγμή διαθέσιμη για έλεγχο, στον οποίο άλλωστε υποβλήθηκε την αμέσως επόμενη ημέρα και ότι τόσο η ίδια, όσο και η Ομοσπονδία δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι περισσότερο. Αίτημα μας είναι να επανεξεταστεί η υπόθεση, γιατί η αντικειμενική αδυναμία των ελεγκτικών μηχανισμών δεν μπορεί να θίγει την προσπάθεια της αθλήτριας.

Όπως είναι αυτονόητο, το ζήτημα θα διερευνηθεί, ώστε, εάν και εφόσον προκύψουν, να αποδοθούν ευθύνες».