Ο Χάρι Μαγκουάιρ με συνέντευξη του στο ΒΒC έδωσε τη δική του εκδοχή για όσα έγιναν στη Μύκονο και οδήγησαν στην καταδίκη του.
Ο 27χρονος αρχηγός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, τιμωρήθηκε σε φυλάκιση 21 μηνών με αναστολή για βιαιοπραγία, αντίσταση κατά της αρχής και απόπειρα δωροδοκίας. Άσκησε έφεση και όπως τόνισε, είχε φοβηθεί για τη ζωή του και δεν πίστευε ότι όντως τον είχαν συλλάβει αστυνομικοί. Τα κυριότερα σημεία της συνέντευξης:
Για την καταδίκη του: «Ήταν τρομερό να ακούς την απόφαση του δικαστηρίου. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Δεν θεωρώ πως χρωστάω κάποια συγγνώμη, σε κανέναν. Η συγγνώμη είναι κάτι που πρέπει να κάνεις όταν έχει συμβεί κάποιο λάθος. Δεν εύχομαι σε κανέναν να ζήσει αυτό που έζησα. Είναι προφανές ότι όλη αυτή η ιστορία έχει φέρει σε δύσκολη θέση ένα από τα μεγαλύτερα κλαμπ του κόσμου, μετανιώνω που έβαλα την ομάδα και τους οπαδούς σε όλο αυτό, όμως δεν έκανα κάτι λάθος. Βρέθηκα σε μια κατάσταση που μπορούσε να έχει συμβεί στον καθένα, οπουδήποτε. Με χτύπησαν πολύ στα πόδια, δεν το σκεφτόμουν. Πανικοβλήθηκα και φοβήθηκα για τη ζωή μου, ένιωσα ότι τελείωσε η καριέρα μου. Προσπάθησα να ξεφύγω, αλλά είχα χειροπέδες χωρίς να γνωρίζω ποιοι ήταν αυτοί που είχαν συλλάβει».
Για το αν θα παραμείνει αρχηγός στη Γιουνάιτεντ: «Είναι τόσο μεγάλη τιμή να είσαι αρχηγός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, κάτι για το οποίο είμαι περήφανος. Δεν είναι δική μου η απόφαση, αλλά το κλαμπ με έχει στηρίξει και τους ευχαριστώ γι’ αυτό».
Για τον αποκλεισμό από την Εθνική: «Αγαπώ να παίζω για τη χώρα μου, σωματικά και ψυχικά είμαι έτοιμος να παίξω. Είμαι απογοητευμένος αλλά φυσικά το καταλαβαίνω».
Για τη σύλληψή του: «Γονατίσαμε και σηκώσαμε τα χέρια ψηλά. Άρχισαν να μας χτυπούν. Μου έβαλαν το ένα χέρι σε χειροπέδες, μου χτυπούσαν τα πόδια και μου έλεγαν ‘’όχι άλλο ποδόσφαιρο, δεν θα ξαναπαίξεις’’. Εκείνη τη στιγμή σκεφτόμουν ότι δεν υπάρχει περίπτωση να είναι αστυνομικοί. Δεν είχα ιδέα ποιοι ήταν και άρχισα να τρέχω για να ξεφύγω. Είχα το ένα χέρι σε χειροπέδες και το κούνησα από εκεί προέρχονται οι κατηγορίες ότι αντιστάθηκα στη σύλληψη και επιτέθηκα. Δεν υπήρξαν γροθιές, δεν πίστευα ότι ήταν αστυνομικοί. Νόμιζα ότι με απήγαγαν. Δεν νομίζω ότι τους χτύπησα, ας το πω έτσι: τους πλήγωσα λιγότερο απ΄ότι με πλήγωσαν».
Για το γεγονός ότι βρέθηκε στο κελί: «Όσο τρελό κι αν φαίνεται, τότε ήταν που ένιωσα ανακούφιση. Υπήρχαν άλλοι άνθρωποι εκεί που μου έλεγαν να ηρεμήσω. Ανακουφίστηκα γιατί ήταν η πρώτη φορά που πίστεψα ότι όντως ήμουν στη φυλακή».
Για τη δίκη: «Ήταν τρομερό. Έγινε τόσο γρήγορα, πήραμε τα έγγραφα την προηγούμενη μέρα, όλα στα ελληνικά. Δεν είχα καν το χρόνο να μιλήσω με το δικηγόρο μου. Πιστέψαμε ότι θα παίρναμε αναβολή για να προετοιμαστούμε, δεν περιμέναμε ότι θα γινόταν η δίκη».
Για την κατηγορία για δωροδοκία: «Δεν τους είπα ‘’ξέρετε ποιος είμαι’’. Ήξεραν ποιος είμαι πέντε λεπτά πριν μου έλεγαν ότι η καριέρα μου είχε τελειώσει ενώ με έδερναν. Είναι γελοίο. Δεν υπήρξε σίγουρα δωροδοκία, ήμασταν στην είσοδο της φυλακής, κλαίγαμε, δεν πιστεύαμε καν που ήμασταν».
Για το λόγο που έγιναν αυτά: «Δεν ξέρω, ίσως ήταν ζήλεια, ίσως μας έστησαν, παρεξήγηση, πραγματικά δεν ξέρω».
Για την έφεση, την Ελλάδα και αν ήταν μεθυσμένος: «Έχω πίστη στην ελληνική Δικαιοσύνη, η έφεση θα μας δώσει περισσότερο χρόνο να μαζέψουμε στοιχεία. Θα μπορούσε να είχε γίνει οπουδήποτε. Αγαπώ την Ελλάδα, τους ανθρώπους εκεί. Έχω πάει σε 6-7 ελληνικά νησιά. Πάμε στις περισσότερες άδειές μας, σε εμένα και την οικογένεια μου αρέσει πολύ η Ελλάδα, δεν μετανιώνω που πήγα στη Μύκονο. Ήμουν πάντα ανοικτός, αν κάποιος ήθελε μία φωτογραφία ή ένα αυτόγραφο, πλέον έχω αλλάξει γνώμη. Δεν θα πω ότι δεν είχα πιει ούτε ένα ποτό όλη την ημέρα, αλλά όσοι με γνωρίζουν ξέρουν πως είμαι μετά από μερικά ποτά, έχω πάντα τον έλεγχο. Απλά βρέθηκα σε μία άσχημη κατάσταση. Η προσωπικότητά μου θα μείνει η ίδια. Είμαι δυνατός και θα το ξεπεράσω. Η συνείδηση μου είναι καθαρή».