“What is a man?”Όταν η Konami ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο την κυκλοφορία της συλλογής Castlevania...

“What is a man?”

Όταν η Konami ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο την κυκλοφορία της συλλογής Castlevania Requiem εκδηλώσαμε έναν συγκρατημένο ενθουσιασμό. Από την μία πλευρά χαρήκαμε που θα είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε δύο κλασικά Castlevania games στα 4K/1080p (έστω και με upscale) και από την άλλη σκεφτήκαμε ότι τα δύο games αυτά αξίζουν κάτι παραπάνω. Η Konami εδώ και χρόνια δεν διανύει τις καλύτερες μέρες της, καθώς αρκετοί ταλαντούχοι developers της έχουν χαράξει τον δικό τους δρόμο. Ενδεχομένως ένα remake του Castlevania: Symphony of the Night θα είχε μεγαλύτερο νόημα από ένα port, εντούτοις ποιος θα αναλάμβανε αυτό το εγχείρημα; Σίγουρα όχι ο Iga, o οποίος έφυγε από την Konami 2014. Όπως και να έχει, θα πρέπει να συμβιβαστούμε με την πραγματικότητα και με το προϊόν που έχουμε στα χέρια μας.

Το Castlevania Requiem περιλαμβάνει δύο games, το Castlevania: Rondo of Blood που κυκλοφόρησε το 1993 στην Ιαπωνία για το PC Engine CD και το Castlevania: Symphony of the Night που βγήκε το 1997 στο PlayStation. Να θυμίσουμε εδώ ότι οι δύο προαναφερθέντες τίτλοι διατίθεντο ως unlockable περιεχόμενο στο Castlevania: The Dracula X Chronicles του PSP. To δεύτερο λοιπόν ερώτημα που γεννάται είναι γιατί το 2.5 remake του Castlevania: Rondo of Blood που είδαμε στο PSP δεν περιλαμβάνεται στην εν λόγω συλλογή; Άλλος ένας “συμβιβασμός”, τον οποίο θα πρέπει να υποστούμε. “But enough talk… Have at you!”

Castlevania: Rondo of Blood

Όπως προαναφέραμε, το Castlevania: Rondo of Blood κυκλοφόρησε το 1993, είχε δηλαδή προηγηθεί το Super Castlevania IV του Super NES. Το Rondo of Blood μπορεί να μην διατέθηκε στην Ευρώπη, ωστόσο το 1996 είδαμε το “άτυπο” remake του, το Castlevania: Dracula X. Εκείνη την εποχή, τόσο οι παίκτες, όσο και οι reviewers δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν τις αρετές των δύο αυτών παιχνιδιών. Η απάντηση είναι πολύ απλή, στα ματιά τους η σειρά φαίνονταν ότι έκανε ένα πισωγύρισμα στα πρώτα Castlevania. Οι συγκρίσεις με το Super Castlevania IV, όπου ο ήρωάς σας μπορούσε επιτεθεί διαγώνια ή να χρησιμοποιήσει το μαστίγιό του ως grappling hook προφανώς και ισχυροποιούσαν αυτή την άποψη. Πλέον όμως είμαστε σοφότεροι και μπορούμε να δούμε το Rondo of Blood, γι’ αυτό που πραγματικά ήταν, δηλαδή ένα σκαλοπάτι εξέλιξης της θρυλικής σειράς. Χωρίς το Rondo of Blood και το Castlevania II: Simon’s Quest δεν θα φτάναμε ποτέ στο Castlevania: Symphony of the Night.

Το Rondo of Blood λαμβάνει χώρα το 1792 και αφηγείται τις περιπέτειες του Richter Belmont, απογόνου του Simon Belmont, ο οποίος μεταβαίνει στο κάστρο Castlevania για να σώσει την αγαπημένη του Annette. Η τελευταία έχει απαχθεί από τον Shaft, υποτακτικό του Κόμη Δράκουλα. Ο Richter δεν είναι ο μοναδικός playable χαρακτήρας, καθώς αν προβείτε στις κατάλληλες ενέργειες και σώσετε την Maria Renard στο πρώτο level του Rondo of Blood θα μπορέσετε στη συνέχεια να παίξετε μαζί σας.

Η gameplay εμπειρία παρουσιάζει σημαντικές διαφορές ανάλογα με τον χαρακτήρα που ελέγχετε. Ο Richter επιτίθεται με το μαστίγιο του, ενώ η Maria εκτοξεύει δύο περιστέρια, τα οποία στη συνέχεια γυρίζουν πίσω της σαν μπούμερανγκ. Επιπροσθέτως, η Maria μπορεί να εκτελέσει “διπλά” άλματα, να κάνει slide για να αποφύγει παγίδες, ενώ η μικρότερη σωματοδομή της τής επιτρέπει να σκύψει κάτω από τα projectiles των αντιπάλων. Το μόνο μειονέκτημά της είναι ότι έχει λιγότερα hit points. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Maria αντιπροσωπεύει το “easy mode” του Rondo of Blood, ενώ ο Richter το “hard”.

To εξαιρετικό level design είναι πλήρως εναρμονισμένο με τις ιδιότητες των δύο χαρακτήρων, αφού σε κάθε πίστα υπάρχουν εναλλακτικά μονοπάτια για να ακολουθήσετε. Για παράδειγμα, στον τρίτο κόσμο σε ένα σημείο υπάρχει μια παγίδα με μια περιστρεφόμενη αλυσίδα, η οποία μπλοκάρει την πρόσβασή σας αν παίζετε με τον Richter, ωστόσο παίζοντας με την Maria μπορείτε να κάνετε slide και να περάσετε από κάτω της. Μια από τις καινοτομίες του Rondo of Blood είναι και τα alternate levels του. Για να αποκτήσετε πρόσβαση σε αυτά θα χρειαστεί να κάνετε παρακάμψεις, να σπάσετε τοίχους, να συλλέξετε ειδικά αντικείμενα, να ενεργοποιήσετε διακόπτες κ.ο.κ. Με άλλα λόγια θα πρέπει να μελετήσετε εξονυχιστικά το layout κάθε πίστας για τυχόν κρυφά περάσματα.

Ανεξάρτητα με τον χαρακτήρα που θα επιλέξετε ο βαθμός πρόκλησης παραμένει υψηλός, ιδίως στις δύο προτελευταία levels. Σε ένα δε εξ’ αυτών θα χρειαστεί να πολεμήσετε απανωτά πέντε bosses, χωρίς checkpoints. O τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το Quicksave, τόσο στο Rondo of Blood, όσο και στο Symphony of the Night, δεν βοηθά την όλη κατάσταση. Αν επιλέξετε να συνεχίσετε την πρόοδό σας από ένα Quicksave σας, θα δείτε ότι απλά βρίσκεστε δίπλα στην τελευταία πόρτα που ανοίξατε.

Τα alternate levels και τα τέσσερα κρυφά δωμάτια, στα οποία βρίσκονται φυλακισμένες τέσσερις κοπέλες, χαρίζουν το Rondo of Blood ένα στοιχειώδες replay value. Για να κάνετε το 100% completion θα χρειαστεί να αφιερώσετε 5-6 ώρες από το χρόνο σας, ανάλογα πάντα με τις ικανότητες σε αυτού του τύπου τα Action/Platformers. Σε τεχνικό επίπεδο, μιλάμε πρακτικά για ένα port από την έκδοση του Rondo of Blood για το PSP, η οποία απλά τρέχει στα 4Κ/1080p με upscaling. Υπάρχει η επιλογή να παίξετε με ή χωρίς τα high resolution backgrounds, αλλά και να ενεργοποιήσετε το pixel smoothing. Υπάρχουν επίσης αρκετά Trophies, αν και λίστα είναι κάπως άνιση, αφού το Symphony of the Night έχει την μερίδα του λέοντος στην λίστα τροπαίων του Castlevania Requiem. Τέλος, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και τον αναλογικό μοχλό του DualShock 4 για να ελέγξετε τον χαρακτήρα σας. Στην περίπτωση του Rondo of Blood πάντως, το d-pad προσφέρει μεγαλύτερη ακρίβεια. Το frame rate είναι στην συντριπτική πλειοψηφία του σταθερό, με μοναδική εξαίρεση το boss fight του 7ου level.

Castlevania: Symphony of the Night

Αυτή είναι η 2η φορά που καλούμαι να κρίνω το αγαπημένο μου video game όλων των εποχών και όπως είναι λογικό η άποψη που θα καταθέσω είναι κατά βάση υποκειμενική. Κατά γενική ομολογία βέβαια το Castlevania: Symphony of the Night αποτελεί ένα τα καλύτερα games όλων των εποχών και μαζί με το Super Metroid έθεσαν τις βάσεις για αυτό που ονομάζουμε σήμερα ως “Metroidvania”. Στην συνομοταξία αυτή μπαίνουν όλα τα Action-Adventure/Platformers (με ολίγη από RPG) που διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά με το Symphony of the Night. O πρόγονος βέβαια όλων των Metroidvania είναι κατά βάση το The Legend of Zelda, από το οποίο και επηρεάστηκε ο Koji Igarashi.

Σε σεναριακό επίπεδο, το Castlevania: Symphony of the Night ξεκινά από το τελευταίο boss fight του Dracula X, το οποίο αποτελεί και τον πρόλογο της ιστορίας. Πριν την επική μάχη του Richter Belmont με τον Dracula, προηγείται μια ακόμη πιο επική στιχομυθία. Εδώ λαμβάνει χώρα και το μεγαλύτερο ατόπημα της συλλογής, καθώς μένει πιστή στο port του PSP, όπου οι πρωτότυποι διάλογοι και τα voice overs είχαν αντικατασταθεί. Αν και μόνο στην ιδέα ότι δεν θα ακούσετε το “What is a man? A miserable little pile of secrets” από την φωνή του Scott McCullogh ξενερώνετε δεν θα σας αδικήσω.

Μετά την μάχη αυτή, η ιστορία παίρνει την κανονική ροή της. Τα γεγονότα είναι λίγο πολύ γνωστά σε όσους έχουν έστω και μια επιφανειακή σχέση με τη σειρά, καθώς ο Richter Belmont εξαφανίζεται και μέσα από την “επικήδεια ομίχλη” της Τρανσυλβανίας ξεπροβάλλει το κάστρο Castlevania. O Alucard, υιός του Dracula, σπεύδει για να ερευνήσει το κάστρο και τα αίτια της εμφάνισής του. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα κεφάλαια της σειράς, το Symphony of the Night διέθετε και εξαιρετικό σενάριο, το οποίο περιελάμβανε αρκετές ανατροπές και εναλλακτικά φινάλε. Το τι ακριβώς συμβαίνει θα το αφήσουμε να το ανακαλύψετε μόνοι σας και θα απαλλάξουμε το review μας από τυχόν spoilers.

Η βασικότερη διαφορά του Symphony of the Night, σε σχέση με την πλειοψηφία των τίτλων της σειράς που προηγήθηκαν είναι ότι εδώ καλείστε να εξερευνήσετε ένα τεράστιο κάστρο, χωρίς διακριτά levels. Βέβαια για να αποκτήσετε πρόσβαση σε όλες τις περιοχές του κάστρου θα χρειαστεί να βρείτε συγκεκριμένα ability powers. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το διπλό άλμα και οι τρεις διαφορετικές μορφές του Alucard (λύκος, νυχτερίδα και ομίχλη).

Μια ακόμη διαφορά σε σχέση με τα προηγούμενα Castlevania είναι ότι εδώ ο ήρωας σας δεν χρησιμοποιεί μαστίγιο για να εξολοθρεύσει τους εχθρούς του. Αντιθέτως μπορείτε να εξοπλιστείτε με δεκάδες διαφορετικά όπλα, εκ των οποίων αρκετά έχουν επιπλέον abilities. Για αν βρείτε τα πανίσχυρα αυτά όπλα θα χρειαστεί όχι μόνο να εξερευνήσετε διεξοδικά το κάστρο, αλλά και να κάνετε farming, σκοτώνοντας τον ίδιο εχθρό ξανά και ξανά μέχρι να ρίξει το επιθυμητό drop.

Όπως αναφέραμε παραπάνω, ο βαθμός πρόκλησης του Rondo of Blood είναι υψηλός και το ίδιο ακριβώς μπορούμε να πούμε και για τους προκατόχους του. Η εισαγωγή των RPG στοιχείων στο Symphony of the Night έγινε για αυτόν ακριβώς τον λόγο από τον Koji Igarashi. To σκεπτικό του Iga ήταν ότι αν ένας παίκτης τα βρει… μπαστούνια, θα μπορέσει να κάνει grinding και να γίνει δυνατότερος. Μπορεί να μην υπάρχει κάποιο σύστημα για να κάνετε allocate τα stat points που κερδίζετε όταν ανεβαίνετε level, όπως στο Diablo, ωστόσο μπορείτε να προσαρμόσετε το playstyle σας με τα κατάλληλα αντικείμενα. Λόγου χάρη, αν εξοπλιστείτε με αντικείμενα που αυξάνουν το intelligence σας δύναται να παίξετε ως mage. O Alucard έχει πρόσβαση σε τέσσερα spells, τα οποία είναι υπεραρκετά για να τα βγάλετε πέρα ακόμη και απέναντι στα πιο δύσκολα bosses.

Η ύπαρξη διαφόρων familiars δίνει μια ακόμη διάσταση στο gameplay και στο character progression σας. Για παράδειγμα, το Sword familiar επιτίθεται στους εχθρούς σας, ενώ το Fairy familiar αναλαμβάνει να σας θεραπεύσει (με την προϋπόθεση ότι έχετε potions στο inventory σας) όταν πέσουν δραστικά τα hit points σας. Να σημειωθεί επίσης ότι όλα τα familiars κερδίζουν xp και ανεβαίνουν level, όσο περισσότερο τα χρησιμοποιείτε.

Το δικό μας playthrough στο Symphony of the Night διήρκεσε 10 περίπου ώρες και στο διάστημα αυτό καταφέραμε να εξερευνήσουμε όλο το κάστρο και να συλλέξουμε όλα τα Trophies. Να σημειωθεί βέβαια ότι έχουμε αφιερώσει μερικές εκατοντάδες ώρες στην ζωή μας παίζοντας τον εν λόγω τίτλο, οπότε τον γνωρίζουμε σαν την παλάμη του χεριού μας. Στην περίπτωση που κάποιος ασχοληθεί για πρώτη φορά με το Castlevania: Symphony of the Night είναι δεδομένο ότι θα πρέπει να αφιερώσει πολύ περισσότερες ώρες από εμάς για να βρει τα πάντα, εκτός κι αν καταφύγει σε κάποια “εξωτερική” (walkthroughs, FAQs κτλ.) βοήθεια.

Στο τεχνικό κομμάτι τώρα, ισχύει ότι ακριβώς αναφέραμε προηγουμένως για το Rondo of Blood. Η Konami πάντως εδώ εκμεταλλεύεται περισσότερο τις λειτουργίες του DualShock 4, καθώς η πλειοψηφία των ηχητικών εφέ ακούγεται από το ηχείο του χειριστηρίου, ενώ η λειτουργία της δόνησης αξιοποιείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ο χειρισμός με τον αναλογικό μοχλό σε αντίθεση με το Rondo of Blood είναι πιο λειτουργικός, ιδίως αν χρησιμοποιείτε συχνά spells, όπως το Soul Steal και το Wing Force. Τις ενστάσεις μας για το voice acting τις εκφράσαμε παραπάνω, ωστόσο το soundtrack της Michiru Yamane είναι τόσο “πιασάρικο” που από το πρώτο κιόλας άκουσμα θα χαραχτεί σαν… τατουάζ στην μνήμη σας. Κλείνοντας, θα θέλαμε να κάνουμε μια μικρή αναφορά και στην Trophy list του Symphony of the Night, η οποία όχι μόνο είναι διαφορετική από την λίστα των Achievements της Xbox 360 έκδοσης, αλλά παράλληλα σας ωθεί να βρείτε όλα τα easter eggs του παιχνιδιού και να βρείτε τα πιο σπάνια όπλα του.

Το review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για PS4.

Πηγή: IGN Greece