Στo σύγχρονo modus vivendi του Παναθηναϊκού, ο Νικ Καλάθης αντιμετωπίζεται περισσότερο ως μεσσίας, παρά ως ηγέτης. Η διαφορά δεν είναι μόνο άδικη για τον floor general των πράσινων, αλλά και υποτιμητική για τον σύλλογο ο οποίος δεν μπορεί να έχει τέτοιο βαθμό εξάρτησης από έναν παίκτη αν θέλει να λογίζεται ανάμεσα στις top ομάδες της Ευρωλίγκας.
Επιπλέον, οι λόγοι που οι πράσινοι τρίζουν και αγκομαχούν στην επίθεση τους ξεπερνούν τον Νικ και επεκτείνονται στα δομικά προβλήματα που προκύπτουν από τη στελέχωση της ομάδας.
Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να τα εξερευνήσουμε.
Η εξάρτηση από τον Νικ
Ας δούμε καταρχήν το μέγεθος του προβλήματος, όπως αποτυπώνεται από τον παρακάτω πίνακα.
Διόλου τυχαία, η υπέρ-προβληματική εικόνα της επίθεσης του Παναθηναϊκού παρατηρήθηκε σε Βιτόρια και Μόσχα, όταν η κακή εικόνα του Καλάθη είχε αντίκτυπο τόσο στον απόλυτο αριθμό των ασίστ, όσο και στην ποσοστιαία συμμετοχή του σε αυτές.
Το συμπέρασμα είναι απλό όσο και εξωφρενικό: ο Παναθηναϊκός ζητά από τον Καλάθη να σηκώσει τουλάχιστον το 60% της δημιουργίας της ομάδας προκειμένου να λειτουργεί η επίθεση του. Το αντίκτυπο στον παίκτη είναι φανερό από την αρχή της σεζόν: εκνευρισμός (θυμηθείτε το Μόναχο και το εντός έδρας παιχνίδι με την Γκραν Κανάρια), εμμονή σε επιλογές εκτός ρεπορτορίου (10 εκτελεσμένα τρίποντα απέναντι στη Ζάλγκιρις), hero-ball (5 εκτελεσμένα τρίποντα στην τέταρτη περίοδο απέναντι στη Μπασκόνια).
Ο φαύλος κύκλος είναι φανερός: ο Καλάθης εκνευρίζεται βλέποντας την ομάδα του να δυσλειτουργεί και γίνεται παράγοντας δυσλειτουργίας όταν υπερβάλλει.
Δημιουργία στην περιφέρεια πλην Καλάθη
Λούκας Λεκάβιτσους, Κιθ Λάνγκφορντ και Νίκος Παππάς συνθέτουν τους υπόλοιπους κατοίκους των θέσεων «1» και «2», με σποραδικές παρουσίες του Ματ Λοτζέσκι.
Η εικόνα ως τώρα είναι η παρακάτω:
Όταν λοιπόν ο Καλάθης δεν δημιουργεί, ο Παναθηναϊκός καταφεύγει στα ένστικτα των παικτών του. Λάνγκφορντ και Παππάς θα κυνηγήσουν σχεδόν αποκλειστικά το ένας εναντίον ενός, ενώ και οι κινήσεις του Λεκάβιτσους γέρνουν πολύ περισσότερο προς την εκτέλεση, παρά προς τη δημιουργία. Καθόλου τυχαία, ο Αμερικανός δεν έχει μοιράσει ασίστ στα μισά παιχνίδια του φέτος, ενώ τα αντίστοιχα νούμερα για τον Παππά είναι 4/10.
Σύμφωνα με στοιχεία του Overbasket.com, ο Λάνγκφορντ έχει 109 κατοχές στα πρώτα 10 παιχνίδια της σεζόν, με απολογισμό 10 ασίστ, ποσοστό 9.2%.
Ο Παππάς έχει πάρει 75 κατοχές με συγκομιδή 13 ασίστ, ποσοστό 17.1%.
Το πράγμα διαφοροποιείται λίγο στην περίπτωση του Λεκάβιτσους, που έχει 16 ασίστ / 52 κατοχές, δηλαδή 30.8%, αλλά όχι καθοριστικά, μιας και σπάνια παίζει δίπλα στον Καλάθη έτσι ώστε να ανεβάζει συνολικά την δημιουργία του Παναθηναϊκού.
Το οποίο σημαίνει…
Πως ο Παναθηναϊκός είναι η χειρότερη ομάδα της Ευρωλίγκας σε ποσοστό ασίστ ανά εύστοχο καλάθι, δείκτης σημαντικότερος από το γεγονός ότι οι «πράσινοι» είναι στην προτελευταία θέση σε μ.ο ασίστ / αγώνα με 16.0, μπροστά μόνο από την Μπουτούτσνοστ.
Το 44.7% της ομάδας του Πασκουάλ είναι αποκαρδιωτικό. Κάποιος θα παρατηρήσει πως ομάδες σαν την ΤΣΣΚΑ και την Αρμάνι έχουν παραπλήσια νούμερα, αλλά αυτά δεν μπορούν να ειδωθούν χωρίς συσχετισμό με το Offensive Rating αλλά και τη διαφορά ORAT-DRAT, στα οποία τόσο οι Ρώσοι (106,5 Οfensive Rating, 9.5 Diff), όσο και οι Ιταλοί (101.9 – 2.4) υπερέχουν αισθητά.
Δημιουργία από άλλες θέσεις και ο Βουγιούκας που βγαίνει από τη ναφθαλίνη
Εδώ δεν χρειάζονται άλλοι πίνακες για να καταδείξουν το προφανές. Η μοναδική πηγή δημιουργίας είτε από τα «φτερά», είτε από παίκτες της φροντ – λάιν, έρχεται από τα σποραδικά ποσταρίσματα του Ιωάννη Παπαπέτρου. Με δεδομένη την αδυναμία όλων των παικτών του βασικού rotation να παίξουν με πλάτη στο καλάθι και να δημιουργήσουν την αξιόπιστη απειλή που θα δώσει κυκλοφορία της μπάλας που θα ξεκινήσει από το ζωγραφιστό, ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει τους ψηλούς του αποκλειστικά σαν finishers. Επιπλέον, ουδείς εκ των Γκιστ/Τόμας/Λάσμε/Παπαγιάννη δεν έχει ανεπτυγμένα ένστικτα πασέρ. Το οποίο μας φέρνει στον Βουγιούκα.
Ως και την 6η αγωνιστική ο Ίαν είχε πατήσει παρκέ για 6 λεπτά, όλα στο παιχνίδι με την Ζάλγκιρις. Από τότε έχει δώσει το παρόν και στις τέσσερις επόμενες υποχρεώσεις της ομάδας του, με συμμετοχή που κυμαίνεται σε 3-4 λεπτά. Τα 16 λεπτά που αγωνίστηκε απέναντι στη Μπασκόνια δεν προέκυψαν μόνο ως ανάγκη για έναν αμυντικό που να είναι στοιχειωδώς αποτελεσματικός στην άμυνα στο χαμηλό post, αλλά και στην δημιουργία ενός πόλου δημιουργίας, στοιχείο ανεκτίμητο σε μια βραδιά που ο Καλάθης ήταν παρών – απών.
Οι 8 πόντοι του έμπειρου σέντερ ήταν λιγότερο σημαντικοί από τις 3 ασίστ στο παιχνίδι της Βιτόρια, αφού έδωσε μια διάσταση στο παιχνίδι του «τριφυλλιού» που σπανίως έχει. Όσο και να ήθελε ο Πασκουάλ και το επιτελείο του, το ίδιο τρικ ήταν αδύνατον να επαναληφθεί απέναντι στην Χίμκι των mobile centers, όπως αποδείχθηκε στο καταστροφικό διάστημα της χρησιμοποίησης του Παπαγιάννη.
Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι ο Πασκουάλ έψαξε στον 12ο του παίκτη προκειμένου να βρει λύση είναι ένδειξη του μεγέθους του προβλήματος που η ομάδα του αντιμετωπίζει, ειδικά από τη στιγμή που ο συμπαθής Ίαν αντιμετωπίζει προβλήματα στην άμυνα συχνότερα από ότι τα λύνει.
Πως εξηγείται η διαφορά εντός/εκτός έδρας
Εκτός από την οικειότητα που κάθε γηπεδούχος νιώθει στο γήπεδό του και μπορεί να αποδοθεί στην βελτίωση όλων των επιμέρους στατιστικών, η διαφορετική εικόνα των πράσινων στο Ο.Α.Κ.Α και μακριά από αυτό δεν μπορεί να είναι μόνο θέμα ψυχολογίας.
Σύμφωνα με το overbasket.com, οι «πράσινοι» παίζουν σε μ.ο 80 κατοχών στα εκτός έδρας παιχνίδια, αριθμός που ανεβαίνει στις 88 στο Μαρούσι. Το +8 είναι κατά κανόνα σε καταστάσεις transition/αιφνιδιασμού, αυτές δηλαδή που επιτρέπουν σε μια ομάδα που υποφέρει στο 5v5 να βρει εύκολους πόντους αλλά και να αξιοποιήσει τις ικανότητες των Παππά, Παπαπέτρου, Αντετοκουνμπο (κυρίως) αλλά και των υπόλοιπων mobile παικτών της (Λεκάβιτσους, Γκιστ).
Τι θα μπορούσε να δώσει λύση;
Σύμφωνοι, το να θυμηθεί ο Καλάθης τις περσινές MVP εμφανίσεις του είναι το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό. Αλλά δεν μπορεί να είναι το μόνο. Με την ποιότητα των Τζέιμς/Σίνγκλετον/Ρίβερς να απουσιάζει φέτος και με την απουσία σουτέρ που θα επέτρεπαν το καλό spacing να βγάζει μάτι, τα προβλήματα του Παναθηναϊκού στις σετ καταστάσεις θα συνεχιστούν, ακριβώς γιατί τα εγγενή χαρακτηριστικά των παικτών του δεν επιτρέπουν αισιοδοξία ότι θα βρεθούν λύσεις σε επίπεδο συνεργασιών. Προφανώς ο χρόνος λειτουργεί ευεργετικά για κάθε ομάδα και αυτό δεν αποκλείεται να συμβεί και για το «τριφύλλι», δεν είναι όμως συνετό να περιμένει κανείς μεταμορφωμένη εικόνα.
Οι ευθύνες του Τσάβι Πασκουάλ στη δημιουργία ενός ρόστερ με τόσο φανερά προβλήματα είναι προφανείς. Η εμπλοκή του περιορισμένου μπάτζετ σε αυτή τη συζήτηση είναι αναπόφευκτη, αλλά και αποπροσανατολιστική: ναι, ο Παναθηναϊκός δεν έχει την δυνατότητα να έχει στο ρόστερ τους Τσάτσο/Ντε Κολό/Χίγκινς, ούτε τους Γιουλ/Καμπάσο/Ρούντι/Κοζέρ/Αγιόν. Δεν έχει σέντερ που πασάρει όπως οι Τόμιτς, Αγιόν, Βέσελι. Αλλά ρίχνοντας μια ματιά στην Ζάλγκιρις του μικρότερου μπάτζετ, βρίσκει κανείς τέσσερις δημιουργούς: Γουόλτερς, Γουόλτον, Γουόκαπ, Βέστερμαν, συν τον Γκριγκόνις που τώρα εκπαιδεύεται και άλλον ένα που δημιουργεί απειλές από το low post (Ουλάνοβας).
Αυτή τη στιγμή ο Παναθηναϊκός παίζει σε 71.7 pace, το οποίο αναλύεται σε 73.0 εντός έδρας και 70.4 εκτός, όπως δείχνουν τα στατιστικά του Ανδρέα Χριστοφόρου από το badbasket.gr:
To περισσότερο transition, ως στοχευμένη επιλογή προβάλλει ως μία λύση για τον δημιουργικά προβληματικό Παναθηναϊκό. Αυτό φυσικά προϋποθέτει παίκτες που μπορούν να συνδυάσουν πίεση στη μπάλα, ριμπάουντ και γρήγορο τρέξιμο στην απέναντι πλευρά: δηλαδή τους φόργουορντ. Σε αυτό το σενάριο οι Παπαπέτρου, Αντετοκούνμπο γίνονται υπερπολύτιμοι, σχήματα με ταυτόχρονη χρησιμοποίηση των Λεκάβιτσους – Καλάθη εξετάζονται και οι Λοτζέσκι-Λάνγκφορντ μετακομίζουν στο παρασκήνιο. Αυτή τη στιγμή, ο Παναθηναϊκός δεν μπορεί να αναπνεύσει χωρίς 15 πόντους στο ανοιχτό γήπεδο.