Όταν οι προσδοκίες συναντούν την πραγματικότητα
Το Overkill’s The Walking Dead είναι ένα παιχνίδι με ζόμπι, βασισμένο στην σειρά comic, καθώς και στην τηλεοπτική μεταφορά της που φαίνεται να έχει ως στόχο να μεταφέρει το συναίσθημα της απελπισίας ενός κόσμου γεμάτου… δαγκανιάρηδες και την αγωνία της επιβίωσης. Με αυτό το δεδομένο, αλλά και με τα πολύ υποσχόμενα τρέιλερ που είδαμε πριν το λανσάρισμά του, ξεκινήσαμε το ταξίδι μας με μεγάλη όρεξη γαι σφαγές και ανελέητο splatter.
Μπαίνοντας για πρώτη φορά στην δημιουργία της Overkill Software, αφιερώσαμε λίγο χρόνο για να πλοηγηθούμε στα μενού και στη συνέχεια ριχτήκαμε στη μάχη. Ένα co-op περιβάλλον που θα περίμενε κανείς να είναι αρκετά όμοιο με τίτλους που έχουμε αγαπήσει στο παρελθόν όπως το Left4Dead, με τέσσερις επιλογές σε χαρακτήρες για να διαλέξουμε και αρκετά όπλα στην κατοχή μας. Οι διαφορές ξεκίνησαν να είναι εμφανείς από το πρώτο κιόλας -εισαγωγικoύ χαρακτήρα- level, στο οποίο η βάση μας δέχεται επίθεση από δεκάδες ζόμπι και εμείς πρέπει να τα απωθήσουμε. Αμέσως μετά θα πρέπει να οχυρώσουμε ξανά τη βάση μας. Μαζί με το εισαγωγικό level έρχεται και η ώρα της συνειδητοποίησης.
Η φαντασία του ανθρώπου είναι ένας πανίσχυρος σύμμαχος, δημιουργώντας ανάγκες που πρέπει να “τραφούν”, μα όταν αυτές δεν ικανοποιούνται, ξεκινούν τα στάδια της απογοήτευσης. Έχοντας δει τα εξαιρετικά τρέιλερ του Overkill’s The Walking Dead και παράλληλα τα πολύ καλά γραφικά του σχηματίζουμε την εικόνα ενός πολύ ενδιαφέροντος FPS που σίγουρα θα έπρεπε να έχει ως στόχο την καλοπέραση των παικτών πάνω από οτιδήποτε άλλο.
Ο οπτικός τομέας είναι εξαιρετικός, χωρίς να κάνει το game βαρύ ή απρόσιτο, αποδίδοντας και in-game μια πολύ όμορφη αίσθηση στην κίνηση, αλλά και μια αρκετά arcade προσέγγιση στο gunplay. Η μεταφορά λοιπόν ξεκινά με το δεξί και ικανοποιεί τις προσδοκίες μας για ένα ρεαλιστικό περιβάλλον και συνάμα χαρίζει την ευχάριστη αίσθηση που θα περίμενε κανείς από ένα co-op shooter.
Αν εξαιρέσουμε όμως αυτά τα στοιχεία το Overkill’s The Walking Dead από την επόμενη κιόλας πίστα δείχνει σιγά σιγά το πραγματικό του πρόσωπο. Από τη μία έχουμε την ας πούμε ορθή μεταφορά στον κόσμο του The Walking Dead, όπου η επιβίωση έρχεται κρατώντας τις ισσοροπίες και προσπαθώντας να λύσουμε τα προβλήματα μας όσο πιο ήσυχα γίνεται, μιας και όπως είναι γνωστό, ο θόρυβος απλα δυσκολεύει τα πράγματα.
Από την άλλη έχουμε μια πραγματικά περίεργη προσέγγιση που καταλήγει να είναι κάθε άλλο παρά ρεαλιστική. Μιας και το παιχνίδι γεμίζει τις κενές θέσεις στο party με τυχαίους παίκτες, είναι τελικά πολύ δύσκολο να μείνει ο θόρυβος στο μίνιμουμ με αποτέλεσμα να παρελαύνουν ορδές από ζόμπι που είναι σχεδόν αδύνατον να σκοτώσουμε μιας και συνεχίζουν να έρχονται μέχρι να εξαντληθεί η υπομονή μας.
Ενώ το σύστημα του spawn αλλά και της έντασης αυτού είναι μια πολύ έξυπνη ιδέα που θυμίζει εκείνο του Grand Theft Auto όσον αφορά το πόσοι αστυνομικοί μας κηνυγάνε, στο συγκεκριμένο παιχνίδι και με βάση την συμπεριφορά των ζόμπι καταλήγει πολύ μακριά από αυτό που θα περίμενε κανείς. Φανταστείτε αμέτρητα ζόμπι να πλημμυρίζουν τις περιοχές, μπλοκάροντας εισόδους και μια ομάδα ανθρώπων να τρέχει γύρω γύρω πανικόβλητη ψάχνοντας τα αντικείμενα που χρειάζεται να ανακτήσουμε σε κάθε περιοχή για να τα μεταφέρουμε πίσω στο camp μας.
Τελικά αυτό που βιώνει ο παίκτης παραπάνω από συχνά είναι ένα Benny Hill περιβάλλον με άμυαλα στιβαγμένα όντα και δεδομένου του σύστημα respawn (γιατί ναι ούτε πεθαίνουμε με τη μία ούτε γινόμαστε ζόμπι αν μας φάνε!) αρκεί ένας παίκτης να τρέχει γύρω γύρω σαν τον τρελό κερδίζοντας χρόνο για τους υπόλοιπους να επανέλθουν και να ολοκληρώσουν το quest. Αυτό δεν μοιάζει αλλά ούτε και είναι καθόλου ρεαλιστικό, αλλά δεν φαίνεται να προσφέρει και ιδιαίτερη ουσία μιας και ποτέ δεν μπορούμε να σφάξουμε αρκετά ζόμπι αλλά πάντα θα χρειαστεί να τρέχουμε σαν τους τρελούς.
Ενώ το πιο βασικό σε αυτό το παιχνίδι θα έπρεπε να είναι η μία και μοναδική ευκαιρία που έχει ο παίκτης να ολοκληρώσει το quest και να σώσει τη βάση και ότι απέμεινε από την ανθρωπότητα, κάτι τέτοιο δεν υπάρχει καν σαν ιδέα και το gameplay φεύγει πολύ μακριά από αυτό που περιμέναμε να δούμε. Δυστυχώς αυτή η αστοχία δεν στέκεται μόνη της αλλά έχει και παρέα!
Οι ιστορίες των παικτών δεν πατάνε σε κάποιο συνταρακτικό background ούτε ποτέ μαθαίνουμε τα απαραίτητα για να μας ενδιαφέρουν. Το Overkill’s The Walking Dead συχνά μας εξαναγκάζει να δούμε λίγο ακόμα loading time με σκοπό να περάσουμε λίγες στιγμές στην βάση μας, που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει γιατί όπως έχουν λυσσάξει να αναφέρουν, μοχθήσαμε πολύ για να φτάσουμε εδώ σήμερα!
Παρόλα αυτά και δεδομένου του τρόπου με τον οποίο παίζεται το παιχνίδι, δεν μπορούμε να δεθούμε με κανέναν από αυτούς πραγματικά οπότε απλά είναι θέμα αισθητικής το ποιον θα επιλέξουμε. Έχουν βέβαια και skills, τα οποία υποθετικά θα έπρεπε να βοηθούν η έστω να επηρεάζουν κάπως την εξέλιξη του παιχνιδιού, αλλά και πάλι συναντάμε τοίχο μιας και ουσιαστικά δεν αλλάζει τίποτα στο πως θα παίξουμε. Το ίδιο ισχύει και για τα όπλα και τα upgrade τους και το γενικότερο loot που εξυπηρετεί ουσιαστικά μόνο για να μπορούμε να ξεκλειδώσουμε τις επόμενες αποστολές.
Βλέπουμε λοιπόν μια σωρεία από ιδέες που θα μπορούσαν να λειτουργούν και να προσφέρουν πολύ ωραίες πτυχές στο gameplay,, αλλά παράλληλα πολλά κομμάτια του και η όλη φιλοσοφία του ίσως ταίριαζε καλύτερα σε ένα co-op tactical shooter τρίτου προσώπου, παρά σε ένα FPS, που το να πυροβολλείς είναι πρακτικά κακό! Σκοτώνεις ένα ζόμπι με headshot, έρχονται άλλα τέσσερα… Σαν την Λερναία Ύδρα ένα πράγμα. Σφάζεις με τη ματσέτα; δεν έρχονται τόσα πολλά, αλλά και πάλι λόγω του επιλεκτικού ρεαλισμού είναι σχεδόν αδύνατον να τα σφάξεις όλα έτσι.
Προσθέτουμε σε αυτό το σημείο και τις υπόλοιπες ομάδες ανθρώπων που πλαισιώνουν τον κόσμο όπως και στο The Walking Dead. Το A.I. στις μονάδες είναι απολαυστικό και έχει πραγματικά ενδιαφέρον μια μάχη ενάντια σε ζωντανούς, αλλά από τη στιγμή που είναι και αυτοί εχθροί σου δεν τους νοιάζει ο θόρυβος και μπορείτε να καταλάβετε τι συμβαίνει όταν τους συναντάτε! Το παιχνίδι γίνεται ροντέο και ο θόρυβος ξεπερνά κάθε επίπεδο με αποτέλεσμα και πάλι, πλυμμήρα από ζόμπι και παίκτες να τρέχουν πανικόβλητοι.
Μέσα σε όλο αυτό τον πανικό σίγουρα υπάρχουν αρκετές στιγμές απόλαυσης, που εγώ βρήκα κυρίως πολεμώντας απένταντι σε ανθρώπινους αντιπάλους που ελέγχονται από τη CPU. Φαίνεται λοιπόν πως υπάρχουν πολλά σημεία που το παιχνίδι δίνει στον παίκτη αυτό που θέλει παίζοντας ένα FPS τίτλο, αλλά και ακόμα περισσότερες που του το παίρνει μακριά συγχίζοντας τον με την ταυτότητα αυτού του παιχνιδιού.
Αν και οι τέσσερις παίκτες είναι έμπειροι τότε το gameplay κυλά αρκετά ομαλά. Ανάμεσα στον πανικό έχουμε και μερικούς απλούς και αρκετά επαναλαμβανόμενους γρίφους, καθώς και κάποιες stealth αποστολές που βγάζουν περισσότερο νόημα. Δυστυχώς δεν είναι ένα game που παίζεται solo ή ακόμα και με δύο παίκτες μιας και τα επίπεδα δεν αλλάζουν ανάλογα με τον αριθμό των παικτών είναι αυτά που είναι και πρέπει να γίνει αυτό που πρέπει να γίνει. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως αν το Overkill’s The Walking Dead παιχτεί εξ’ ολοκλήρου σωστά μπορεί να μας αποκαλύψει την πραγματική του όψη, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς αυτό δεν θα γίνει όσο δεν έχουμε μια τετράδα φίλων να προσπαθούν πραγματικά.
Εν κατακλείδι, νιώσαμε ένα περίεργο συναίσθημα κάθε φορά που κλείναμε το παιχνίδι.Τι ήταν αυτό που παίξαμε και πια ανάγκη μας ικανοποιήσε; Ήταν ένα shooter που δυσκολευτήκαμε να σκοτώσουμε τους κακούς; Όχι γιατί είναι τόσοι πολλοί που αν και ήταν δύσκολο να τους σκοτώσεις απλα δεν θα γινόταν (εξού και το αρκετά arcade υφος στα όπλα). Ήταν ένα τακτικό παιχνίδι; Όχι γιατί τελικά για να βγει το level πάλι τρέχαμε πανικόβλητοι γύρω γύρω και πεθάναμε ο καθένας από μια με δύο φορές. Ήταν εύκολο παιχνίδι; Σίγουρα όχι γιατί σε κάθε επίπεδο ακόμα και της αρχής τραβάγαμε τα μαλλιά μας με το πώς το περάσαμε! Ήταν όμως δύσκολο παιχνίδι; Όχι γιατί αρκεί να τρέχεις γύρω γύρω με τα quest items ακόμη κι αν το έχεις… λούσει και σε κυνηγά το Army of the Dead!
Το review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για PC, η οποία μας παραχωρήθηκε από την Starbreeze Publishing.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece