Τόσο κοντά και ταυτόχρονα τόσο μακριά…
22 Ιουλίου 2019. Νέο μήνυμα στην ομαδική συζήτηση των συντακτών του IGN Greece. «Ενδιαφέρεται κανένας για τον συγκεκριμένο τίτλο;» ρωτάει ο αρχισυντάκτης μας. Και κάπως έτσι βρέθηκα εδώ, να γράφω ένα review μην έχοντας καν αποφασίσει την πλήρη γνώμη μου για το συγκεκριμένο game. Ας είμαι εντελώς ειλικρινής όμως. Ο λόγος που αποφάσισα να αναλάβω το The Forbidden Arts είναι ξεκάθαρα ότι μου θύμισε το The Legend of Zelda: Breath of the Wild, τουλάχιστον στον εικαστικό τομέα. Παρ ’όλα αυτά και για λόγους δικαιοσύνης κάθε σύγκριση με το αγαπημένο game της Nintendo θα πάψει εδώ, καθώς το The Forbidden Arts είναι ο ορισμός του indie game με μικρό budget και μικρή ομάδα ανάπτυξης.
Παρ’ όλα αυτά είναι ξεκάθαρο ότι οι developers, Stingbot Games, νοιάζονται πολύ για το δημιούργημά τους. Στην περίοδο διαμονής του στο Steam Early Access, το οποίο μπορεί να λειτουργήσει ως μια μαύρη τρύπα που καταπίνει ημιτελείς τίτλους χωρίς τόσο αφοσιωμένους δημιουργούς, το The Forbidden Arts βελτιώθηκε δραστικά, απέκτησε πλούσιο περιεχόμενο, αλλά και οπαδούς που μιλάνε για αυτό με τα καλύτερα λόγια. Όλο αυτό με κάνει να νιώθω ακόμα πιο άσχημα για αυτό που θα ξεστομίσω, αλλά… περίμενα κάτι καλύτερο από το συγκεκριμένο platformer μετά την έξοδό του από το Steam Early Access και την κυκλοφορία του στις κονσόλες.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι το The Forbidden Arts είναι ένα κακό game, αλλά ότι μια όμορφη ιδέα που δεν έχει αναπτυχθεί όσο και όπως θα έπρεπε προκειμένου να γίνει κάτι πολύ όμορφο και ιδιαίτερο. Για παράδειγμα η ιστορία, η οποία περιστρέφεται γύρω από έναν νεαρό ονόματι Phoenix ο οποίος ανακαλύπτει ότι έχει μαγικές δυνάμεις και εν συνεχεία πρέπει να σταματήσει ένα διαβολικό νεκρομάντη από το να καταστρέψει τον κόσμο, στερείται τόσο πρωτοτυπίας, όσο και συνοχής. Ο Phoenix δεν διαθέτει ίχνος προσωπικότητας και μοιάζει απλά σαν μαριονέτα που μετακινείται ενάντια στην θέλησή του τόσο από τον παίκτη, όσο και από τους υπόλοιπους (εξίσου βαρετούς) χαρακτήρες που συναντάτε. Οι διάλογοι είναι κακογραμμένοι, ενώ η εξέλιξη της πλοκής είναι ιδιαίτερα ακατανόητη και δίνει την αίσθηση βιαστικά ραμμένων κομματιών, τα οποία δεν πολυταιριάζουν μεταξύ τους.
Κάτσε ρε Ανδριανή, θα μου πείτε. Τι περιμένεις δηλαδή από ένα τέτοιου μεγέθους game; Εδώ δεν ήρθαμε για το επόμενο Red Dead Redemption, αλλά για να περάσουμε ευχάριστα την ώρα μας με ένα συμπαθητικό platformer. Συμφωνώ με το επιχείρημά σου υποθετικέ αναγνώστη, αλλά το πρόβλημα είναι ότι και το gameplay του The Forbidden Arts είναι στην καλύτερη περίπτωση, μέτριο. Χωρισμένο σε δύο μέρη, τα δισδιάστατα levels που αποτελούν το «ζουμί» της υπόθεσης και τον 3D overworld που λειτουργεί ως hub που τα συνδέει, ένα πράγμα για το οποίο δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε το The Forbidden Arts είναι η έλλειψη περιεχομένου. Tα levels είναι μπόλικα, με διαφορετικά σκηνικά και εχθρούς στο καθένα και είναι εμφανές ότι οι δημιουργοί έβαλαν πραγματικά την ψυχή τους στο σχεδιασμό τους, παρά το γεγονός ότι ορισμένες φορές καταλήγουν να μοιάζουν με δαιδαλώδεις λαβυρίνθους.
Το πρόβλημα έγκειται στην εφαρμογή των διάφορων mechanics και την σχετική «ατσουμπαλιά» τους. Ξεκινώντας από το platforming, το moveset του Phoenix είναι ολότελα προβλέψιμο και απολύτως οικείο σε όσους έχουν παίξει πάνω από ένα platformer στη ζωή τους. Έχουμε το άλμα, το διπλό άλμα και το wall jumping. Και ενώ το βασικό άλμα μοιάζει αρχικά αρκετά καλό και ακριβές, οι κινήσεις που απαιτούν πολλά inputs από τον παίκτη σε γρήγορη διαδοχή δείχνουν πόσο λίγη ακρίβεια έχει στην πραγματικότητα η κίνηση. Αυτό από μόνο του δεν είναι τεράστιο πρόβλημα, αλλά το The Forbidden Arts απαιτεί συχνά λεπτούς χειρισμούς, χωρίς όμως να διαθέτει την ακρίβεια που απαιτείται για να κάνει την διαδικασία αυτή ευχάριστη.
Αντίστοιχα και η μάχη, χωρίς να είναι ιδιαίτερα κακή, απαιτεί μεγάλη ταχύτητα αντανακλαστικών και παρατήρηση των εχθρικών επιθέσεων χωρίς να προσφέρει ενδιαφέροντα όπλα και τεχνικές. Δεν υπάρχει κουμπί dodge roll, με το άλμα να είναι η μόνη (και σχετικά άβολη) επιλογή για αποφυγή επιθέσεων, οι εχθροί φαίνεται να έλκονται μαγνητικά στον Phoenix με υπερβολική ταχύτητα και με ένα απλό άγγιγμα του τρώνε ένα τεράστιο κομμάτι της health bar του, ενώ παρά το γεγονός ότι το οπλοστάσιό του επεκτείνεται κατά την διάρκεια της περιπέτειάς του με νέα spells, ποτέ δεν προσφέρει κάτι πραγματικά συναρπαστικό. Τουλάχιστον η δυνατότητα να σώσετε την πρόοδο σας σχεδόν σε οποιαδήποτε στιγμή σημαίνει ότι οι πολλαπλοί θάνατοι που πιθανότατα δεν θα αποφύγετε δεν θα σας κουράσουν τόσο πολύ όσο θα μπορούσαν με ένα χειρότερο save system. Μικρή παρηγοριά, αλλά είναι κάτι και αυτό.
Με διαφορά η πιο αγαπημένη μου πτυχή του συγκεκριμένου τίτλου είναι τα γραφικά. Το The Forbidden Arts θυμίζει όπως ξαναείπα προηγουμένως κάτι από Zelda, αλλά ταυτόχρονα έχει ένα δικό του ενδιαφέρον στυλ. Τα animations δεν είναι τέλεια, αλλά τα θεωρώ τουλάχιστον ικανοποιητικά, ενώ και τα sound effects ήταν απροσδόκητα καλά. Γενικά, για την προχειρότητα που δείχνει σε άλλα στοιχεία, ο εικαστικός τομέας του The Forbidden Arts εκπλήσσει ευχάριστα με την ωριμότητά του. Ταυτόχρονα, θεωρώ ότι το γεγονός πως από τεχνικής πλευράς δεν είχαμε κανένα πρόβλημα, όπως bugs και κρασαρίσματα, είναι ενδεικτικό της σκληρής δουλειάς των developers.
Το review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για το Nintendo Switch, η οποία μας παραχωρήθηκε από την Stingbot Games.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece