Είναι μερικές φορές που οι συγκυρίες (και η δουλειά) φέρνουν έτσι τα πράγματα που βλέπεις την ιστορία να γράφεται μπροστά στα μάτια σου. Η την μαθαίνεις πριν ακόμη αρχίσει να γράφεται. Το βράδυ της 31ης Μαρτίου 2011 στη Σιένα ήταν πολύ παράξενο. Στους δρόμους της μικρής Ιταλικής πόλης οι τιφόζι της Σιένα πανηγύριζαν την πρόκριση της ομάδας τους στο φάιναλ φορ μετά από μια ασύλληπτη ανατροπή και στο ξενοδοχείο του Ολυμπιακού ο Ντούσαν Ίβκοβιτς είχε ξεμείνει στο σαλόνι. Εκεί τον βρήκα επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο αρκετές ώρες μετά το τέλος του ματς που έδωσε με 3-1 νίκες την πρόκριση στη Σιένα και την έστειλε στο φάιναλ φορ της Βαρκελώνης.
Κάθισα παρέα του για αρκετή ώρα ακόμη και συζητούσαμε. Λίγο νωρίτερα είχα φάει παρέα με τον Μαρτσέλο Νικολά, πρώην παίκτη του Παναθηναϊκό, που εκείνα τα φεγγάρια ήταν σχολιαστής της Ιταλικής τηλεόρασης. «Ο Ολυμπιακός είναι σπουδαία ομάδα αλλά άρρωστη, γερασμένη και δεν πάει πουθενά έτσι. Πεταμένα λεφτά», μου είχε πει ο Μαρτσέλο. «Φίλε, ξέχνα το. Η ομάδα είναι άρρωστη. Πολύ γκρίνια στα αποδυτήρια, κάθε μεγάλο συμβόλαιο και ένας εγωισμός. Αν μείνω το καλοκαίρι θα τα αλλάξω όλα. Ότι και να κάνουμε στο πρωτάθλημα, είτε το κερδίσουμε, είτε το χάσουμε η ομάδα θέλει πολλές αλλαγές. Με αυτά τα αποδυτήρια δεν πάμε πουθενά», μου είπε μέσα στη νύχτα ο Ίβκοβιτς. Κατάλαβα ότι το καλοκαίρι που θα ακολουθούσε θα ήταν πολύ ενδιαφέρον…
Όντως εκείνο το καλοκαίρι ήταν η αφετηρία των μεγάλων αλλαγών. Οι Αγγελόπουλοι «έφυγαν» για λίγο, επέστρεψαν αργότερα, χαμήλωσαν δραστικά το μπάτζετ από τα σχεδόν 35 εκατομμύρια της προηγούμενης σεζόν, αποφάσισαν να φτιάξουν μια ομάδα με ελληνικό πυρήνα και λάνσαραν ένα διαφορετικό πρότυπο. Ο Ίβκοβιτς έμεινε με μια ομάδα νέων παικτών και μοναδικό σταρ τον Σπανούλη. Οι δύο επόμενες σεζόν βρήκαν τον Ολυμπιακό πρωταθλητή Ευρώπης. Ο Ολυμπιακός πήγε σε δύο ακόμη φάιναλ φορ και άλλες τρεις φορές έμεινε ένα βήμα μακριά απ΄ αυτό. Η τρίτη ήταν η χθεσινή στο Κάουνας.
Ο Μαρξ έχει πει ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται ενίοτε σαν φάρσα, ενίοτε ως τραγωδία. Προφανώς και η ιστορία εκείνης της σειράς με τη Σιένα επαναλήφθηκε με διαφορετικό αντίπαλο και ελαφρά διαφορετικό σενάριο. Για δεύτερη φορά στη σύγχρονη ιστορία του ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε με 1-3 και πλεονέκτημα έδρας. Επτά χρόνια μετά το «ξήλωμα» που ακολούθησε τη σειρά με τη Σιένα είναι φανερό ότι ο κύκλος της συγκεκριμένης ομάδας έχει κλείσει και απαιτούνται γενναίες αποφάσεις.
Η Ζάλγκιρις αντιπροσωπεύει ακριβώς το μοντέλο που λάνσαρε ο Ολυμπιακός το καλοκαίρι του 2011. Μια ομάδα σχετικά χαμηλού προϋπολογισμού (οι Λιθουανοι δημοσιογράφοι μας είπαν ότι είναι γύρω στα 8 εκατομμύρια ευρώ), με ισχυρή λαϊκή βάση, ξένους με μικρό όνομα και βιογραφικό, καλούς γηγενείς παίκτες. Ο σταρ μιας ομάδας που θυμίζει περισσότερο Αμερικάνικο κολέγιο παρά κλαμπ της Ευρωλίγκα είναι ο προπονητής. Αν δεν υπήρχε στο ρόστερ του Ολυμπιακού το 2011 ο Σπανούλης οι δύο ομάδες θα έμοιαζαν σαν δύο σταγόνες νερό. Ο Ντέιβις είναι ο…Χάινς του 2018, ο Πάνγκος μια βερσιόν του Εϊσι Λο και οι Λιθουανοί παίκτες θυμίζουν σε φρεσκάδα, πάθος και φιλοδοξία τους αντίστοιχους Έλληνες.
Ο Ολυμπιακός έκανε μια εξαιρετική επταετία αλλά όλα τα ωραία τελειώνουν. Και για να ξαναρχίσουν χρειάζεται το συγκεκριμένο μοντέλο δραστικό λίφτινγκ. Κρατώντας σταθερό τον ελληνικό πυρήνα και το μπάτζετ στο ίδιο επίπεδο ο Ολυμπιακός είχε την πολυτέλεια να παίρνει ρίσκα με άγνωστους ή λιγότερο γνωστούς Αμερικάνους που τους άφηνε να φύγουν μόλις έφτιαχναν όνομα και η αξία τους ανέβαινε. Την ίδια ώρα όμως για να κρατήσει σταθερό τον ελληνικό πυρήνα χρειάστηκε να πληρώσει τις υπεραξίες που δημιουργήθηκαν για τους Έλληνες παίκτες. Κάπως έτσι η αντίστοιχη ποιότητα των ξένων παικτών έμεινε στην καλύτερη περίπτωση σταθερή, σε ορισμένες όμως περιπτώσεις χαμήλωσε επικίνδυνα, αφού όλα αυτά δεν μπορούσαν να χωρέσουν σε ένα μπάτζετ που έμεινε σταθερό.
Ο Ολυμπιακός τα τελευταία χρόνια αποτελεί μοναδική περίπτωση μιας διχασμένης εικόνας. Έχει μετατραπεί σε ένα εργοστάσιο παραγωγής ψηλών: Χάινς, Ντάνστον, Μπιρτς και τώρα ο Μιλουτίνοφ είδαν την αξία τους να εκτοξεύεται στο διπλάσιο, το τριπλάσιο ή το πολλαπλάσιο. Την ίδια ώρα όμως οι περιφερειακοί που έχουν περάσει από τον Ολυμπιακό έχουν κριθεί αποτυχημένοι ανεξάρτητα της αρχικής τους αξίας. Άλλοι έφυγαν τραυματίες αφού κρίθηκε ότι δεν μπορούν να βοηθήσουν περισσότερο (Χάκετ), άλλοι ήταν χαμηλού επιπέδου παίκτες και άλλοι συνεχίζουν να παίζουν μπάσκετ αλλά όχι στην Ευρωλίγκα. Κοινή συνισταμένη όλων αυτών είναι μια: Κανείς τους δεν έμεινε δεύτερη σεζόν στην ομάδα με εξαίρεση τα 11 παιχνίδια που έπαιξε ο Χάκετ τη δεύτερη χρονιά του πριν τραυματιστεί!
Κανείς τους δεν μπόρεσε να σταθεί δίπλα στον Σπανούλη και να ευθυγραμμιστεί με το μπάσκετ που παίζει ο Ολυμπιακός. Ένα μπάσκετ πολύ ιδιαίτερο και πολύ συγκεκριμένο ταυτόχρονα. Κάπως έτσι ο Ολυμπιακός βρέθηκε να έχει χρόνο με το χρόνο μια αργή, ελάχιστα αθλητική περιφέρεια. Σε μια εποχή που το μπάσκετ γίνεται ολοένα και πιο αθλητικό, ολοένα πιο γρήγορα και απαιτητικό. Σαφώς και θα συνιστούσε παραλογισμό να γράψουμε οτιδήποτε για το γεγονός ότι ο Σπανούλης συνεχίζει στα 36 του να είναι ένας εξαιρετικός παίκτης που έχει τη δυνατότητα σε μια σειρά πλέι οφ να μένει στο παρκέ 29 ολόκληρα λεπτά, να σκοράρει 18,8 πόντους και να μοιράζει σχεδόν 5,5 ασίστ το παιχνίδι. Νούμερα που ζηλεύουν παίκτες με πολύ λιγότερα χρόνια στην πλάτη τους.
Το θέμα όμως είναι ξεκάθαρα ποιους διαλέγει ο Ολυμπιακός να τον πλαισιώσουν και τη λογική αυτών των επιλογών. Είναι φανερό και στη σειρά με τη Ζάλγκιρις έγινε ακόμη πιο ξεκάθαρο: Ο Ολυμπιακός ήταν ένα βήμα πιο αργός σε άμυνα και επίθεση γιατί όσοι πλαισιώνουν τον αρχηγό της ομάδας παίζουν με ένα συγκεκριμένο στιλ, είτε τους αρέσει, είτε όχι. Τις βραδιές που η επίθεση του Ολυμπιακού κυκλοφορούσε γρήγορα τη μπάλα ήταν υποδειγματική ομάδα, απέναντι στη Ζάλγκιρις απλά δεν….προλάβαινε τους Λιθουανούς που ήταν ένα βήμα πιο γρήγοροι σε όλες τις αντιδράσεις τους. Και ένα βήμα κάνει πολύ μεγάλη διαφορά στο σύγχρονο μπάσκετ. Το καλοκαίρι που θα έρθει και ανεξάρτητα από την έκβαση της προσπάθειας του Ολυμπιακού στα ελληνικά πλέι οφ χρειάζεται μια σειρά αποφάσεων που δεν αφορούν αναγκαστικά τον αρχηγό του. Είναι δεδομένο και δίκαιο να κλείσει στην ομάδα την καριέρα του. Και θα ήταν άδικο να πει οποιοσδήποτε κάτι αντίθετο. Αλλά στον Ολυμπιακό χρειάζεται να ξαναδούν το θέμα των επιλογών κυρίως στους περιφερειακούς που τον πλαισιώνουν. Από το 2013 και μετά βασικό κριτήριο για την επιλογή αυτών των παικτών ήταν δύο πράγματα: Να ταιριάζουν με τον Σπανούλη αγωνιστικά και να έχουν μια στοιχειώδη (μικρή ή μεγάλη) Ευρωπαϊκή εμπειρία. Αν δείτε πόσοι Αμερικάνοι γκαρντ την ίδια εποχή μας συστήθηκαν μέσα από την Ευρωλίγκα ή τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά Κύπελλα θα δείτε πόσες χαμένες ευκαιρίες πέρασαν και έφυγαν.
Προφανώς το καλοκαίρι θα είναι κομβικό για τον Ολυμπιακό ανεξάρτητα από το πως θα κλείσει εντός συνόρων τη σεζόν. Και προφανώς ένα καλοκαίρι γενναίων αποφάσεων όπου πρέπει να επαναπροσδιοριστεί το μοντέλο του Ολυμπιακού και να μπει σε νέες βάσεις.
ΥΓ Γίνεται αντιληπτό ότι οι τραυματισμοί έπαιξαν ένα πολύ σοβαρό ρόλο στο άδοξο τέλος της Ευρωπαϊκής σεζόν του Ολυμπιακού. Ας μου επιτραπεί μετά από 39 χρόνια στη μάχιμη δημοσιογραφία να διατηρώ το δικαίωμα να μην πιστεύω στην τύχη ή στην ατυχία. Όλα έχουν μια εξήγηση. Τα πάντα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση και μετά από μια ακόμη σεζόν με σοβαρούς και κρίσιμους τραυματισμούς σίγουρα υπάρχουν εξηγήσεις πέρα από το απλοϊκό «είμαστε άτυχοι» που προσωπικά δεν υιοθετώ για καμία ομάδα! Βασική όμως αρχή μου είναι να μην γράφω για πράγματα που δεν έχω γνώση και επειδή όλες αυτές οι παράλληλες ιστορίες του ίδιου κεφαλαίου άπτονται ιατρικών γνώσεων και εξηγήσεων τις αναφέρω ως ένα παράγοντα αλλά τις αφήνω εκτός της υπόλοιπης εξίσωσης.