Στις σιδηροδρομικές ράγες του Έβρου κόπηκε βίαια το νήμα ζωής πεντάχρονης προσφυγοπούλας η οποία κατάφερε με την οικογένειά της να περάσει τα ελληνοτουρκικά σύνορα.

Διέσχισαν χιλιόμετρα από τη Συρία έως την Ελλάδα πιασμένοι χέρι χέρι ακολουθώντας το όνειρο μιας καλύτερης ζωής.

Η εξαμελής οικογένεια προσφύγων ίσως επέλεξε να εισέλθει στη χώρα από τα χερσαία σύνορα του Έβρου, για να μην κινδυνέψει στα παγωμένα νερά του Αιγαίου, να μη χαθεί στο μεγάλο προς τη σωτηρία ταξίδι. Δεν τα κατάφερε.

Η συσσωρευμένη κούραση, η αγωνία της σύλληψης, η πορεία προς το άγνωστο, μέρα με τη μέρα καταβάλουν το σώμα, χαλαρώνουν τις αισθήσεις και τα αντανακλαστικά.

Η επιλογή της σιδηροδρομικής γραμμής ως πυξίδα σε έναν άγνωστο τόπο φαντάζει λογική και ασφαλής. Απεδείχθη πως δεν ήταν.

Δεν έχει σημασία ποιοι είναι οι λόγοι που η πεντάχρονη πρόσφυγας διέφυγε της προσοχής της οικογενείας της ενώ κινούνταν πεζή παραπλεύρως της σιδηροδρομικής γραμμής Δικαίων-Αλεξανδρούπολης, με αποτέλεσμα να παρασυρθεί από διερχόμενη αμαξοστοιχία.

Σημασία έχει ότι η λίστα των νεκρών προσφυγόπουλων εξακολουθεί να μεγαλώνει καθημερινά.

Κάποιοι λένε ότι πατρίδα είναι ο τόπος που γεννιόμαστε, άλλοι ο τόπος που βρίσκεται η οικογένειά μας.

Η εν λόγω οικογένεια άφησε τις ρίζες της στη Συρία φεύγοντας, θα αφήσει την καρδιά της στην Ελλάδα όπου θα ενταφιαστεί, τις επόμενες μέρες, η πεντάχρονη και μαζί της όλα όσα ονειρεύτηκαν και πάλεψαν να της χαρίσουν.

Το ταξίδι όμως δεν τελειώνει εδώ. Συνεχίζεται έως ότου βρεθεί μία ακόμη πατρίδα.