Ο Σεντρίκ Καντέ μίλησε στο “France football” για την επιστροφή του στην Γαλλία αλλά και για τα τρία χρόνια που πέρασε στην Ελλάδα. «Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω ένα νέο Πρωτάθλημα και να αγωνίζομαι στην Ευρώπη κάθε χρόνο. Ήταν ένα πραγματικό άλμα πίστης για εμένα. Όταν έφτασα στην Αθήνα δεν γνώριζα κανέναν. Όταν είδα το Στάδιο και τις αθλητικές εγκαταστάσεις κατάλαβα αμέσως ότι είχα πάρει τη σωστή απόφαση”, είπε.
Αναλυτικά ο Καντέ αναφέρθηκε:
-Στο ελληνικό πρωτάθλημα:
«Το επίπεδο του ελληνικού Πρωταθλήματος είναι πολύ χαμηλότερο συγκριτικά με το γαλλικό. Υπάρχουν πάντως και καλοί ποδοσφαιριστές, με καλή τεχνική κατάρτιση. Οι περισσότεροι εξ αυτών προέρχονται από χώρες της Νοτίου Αμερικής. Το ελληνικό Πρωτάθλημα υστερεί σε ταχύτητα. Εκτός από ορισμένους Αφρικανούς, δεν έτυχε να αντιμετωπίσω κάποιον υπερβολικά γρήγορο αντίπαλο. Το παιχνίδι είναι αργό».
-Στις υποδομές:
«Το ελληνικό ποδόσφαιρο υστερεί σε υποδομές. Δεν υπάρχουν μεγάλα στάδια. Είδα ένα γήπεδο που οι κερκίδες του ήταν τελείως ανοιχτές. Είδα πολύ παλιά ντουλάπια στα αποδυτήρια. Ορισμένες φορές αισθανόμουν ότι θα αγωνιστώ ενάντια σε ερασιτεχνικά σωματεία της Γαλλίας. Όμως τα καταφέρναμε. Δεν με ενόχλησε».
-Στο ρατσισμό:
«Στον Τζιμπρίλ (Σισέ) είχε συμβεί αρκετές φορές. Οι οπαδοί επικεντρώνονταν σε αυτόν επειδή ήταν ο πρώτος σκόρερ. Ήθελαν να του αποσπάσουν την προσοχή. Είτε ακούγαμε κραυγές μαϊμούδων ή μας πετούσαν μπανάνες. Προσωπικά δεν το αντιμετώπισα τόσες φορές. Ο ρατσισμός δεν είναι το νούμερο ένα πρόβλημα στην Ελλάδα. Υπάρχει παντού. Είμαι σίγουρος ότι στην Ιταλία είναι χειρότερα».
-Στη διαφθορά:
«Αντιμετωπίσαμε ομάδες που σήμερα έχουν υποβιβαστεί. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα παιχνίδι. Έπρεπε να δείτε τον πρόεδρο της συγκεκριμένης ομάδας. Ένας πραγματικός ηθοποιός. Καυχιόταν στις κερκίδες. Τον συνάντησα λίγο αργότερα στη φυσούνα. Είχε ανοίξει σαμπάνιες, έκανε επιπλήξεις στα στελέχη της ομάδας μου, φώναζε δυνατά, διότι η ομάδα του ήταν στα πλέι οφ. Σήμερα είναι στη φυλακή. Και δεν με εκπλήσσει. Είδα πράγματα και θαύματα».
-Στην ατμόσφαιρα:
«Το πάθος είναι απίστευτο. Δεν αντισταθμίζει το ερασιτεχνικό επίπεδο που επικρατεί γενικότερα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Έζησα καυτά ντέρμπι και νιώθω ευτυχισμένος για αυτό. Στα παιχνίδια με τον Ολυμπιακό η ατμόσφαιρα ήταν συχνά τεταμένη. Θυμάμαι μια φορά που η αποστολή είχε μπλοκαριστεί μπροστά από το γήπεδο επειδή οι οπαδοί έκαιγαν αυτοκίνητα. Η αστυνομία άδειαζε τους δρόμους για να ηρεμήσουν οι οπαδοί. Φτάναμε στα γήπεδα με ισχυρή αστυνομική συνοδεία. Δεν παρακαλάς να το ζήσεις, όμως είναι κάτι που πρέπει να ζήσεις».
-Στο οικονομικό:
«Οι ελληνικές ομάδες αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Ορισμένες περισσότερο από κάποιες άλλες. Ειδικά η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ. Το πρόβλημα ήταν φανερό και στον Παναθηναϊκό. Συνεχώς υπήρχαν καθυστερήσεις στους μισθούς. Ορισμένοι δεν μου έχουν καταβληθεί ακόμη. Τους περιμένω τις επόμενες εβδομάδες. Έχω εμπιστοσύνη στον Παναθηναϊκό. Ξέρω ότι θα διευθετήσουν το ζήτημα. Μπορεί να έφυγα από την Ελλάδα αλλά διατηρώ ακόμη επαφή με τα στελέχη της ομάδας. Τα πάντα γίνονται πλέον με διαφάνεια. Δεν έχω προσλάβει δικηγόρο. Μόνο ένας από τους 25 παίκτες της ομάδας το έκανε για να μην χάσει τα λεφτά του. Οι υπόλοιποι μείναμε ενωμένοι. Ξέρω ότι θα λάβω τα χρήματα που μου χρωστάει ο σύλλογος».
-Στην κρίση:
«Τα πρώτα δύο χρόνια δεν είχα πρόβλημα. Πέρσι υπέφερα, αφού οι μισθοί δεν είχαν καταβληθεί. Αλλά δεν παραπονιόμασταν. Βλέπαμε πως είχε η κατάσταση στη χώρα. Μαγαζιά έκλειναν το ένα μετά το άλλο. Καταλάβαμε ακόμη περισσότερο την κρίση από τις αντιδράσεις των φιλάθλων στο γήπεδο. Η ατμόσφαιρα ήταν λιγότερο εορταστική. Ο κόσμος υποφέρει. Ολόκληρη η χώρα ήταν σε αδράνεια. Είναι λυπηρό».
-Στους Γάλλους του Παναθηναϊκού:
«Δεν γνώρισα καλά τον Γκοβού. Έμεινε μόλις μια σεζόν. Διατηρώ ακόμη επικοινωνία με τον Μπουμσόνγκ και τον Σισέ. Ζήσαμε μαγικές στιγμές με τον Σισέ στην ομάδα. Κάναμε παρέα και έξω από τα γήπεδα. Βγαίναμε με τις οικογένειες μας, ήμασταν καθημερινά μαζί στην προπόνηση».
-Στις αναμνήσεις:
«Το συμβόλαιο μου είχε λήξει, η ομάδα μου χρωστούσε χρήματα, ο πρόεδρος δεν μπορούσε να μου προσφέρει κάτι περισσότερο. Δεν ήταν εύκολο να φύγω. Αγάπησα και αγαπώ την Ελλάδα. Έκανα φίλους, περισσότερους από όσους έκανα στη Νις. Δεν ήταν εύκολο ούτε για την οικογένεια μου. Η Ελλάδα έγινε το σπίτι μας. Οι κόρες μου την αγάπησαν. Κρίμα που τελείωσε έτσι. Περάσαμε τρία υπέροχα χρόνια εκεί. Σε όλα τα επίπεδα. Μέσω του συλλόγου μου έφτασα να αντιμετωπίζω την Μπαρτσελόνα στο Champions League. Ποτέ δεν είχα φανταστεί την ευχαρίστηση που θα έπαιρνα παίζοντας στη Ελλάδα».