Ο Θεόδωρος Θεοφιλογιαννάκος ήταν Έλληνας απότακτος αξιωματικός του Στρατού Ξηράς (αντισυνταγματάρχης, μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας καθαιρέθηκε στο βαθμό του απλού στρατιώτη) που το όνομά του έγινε συνώνυμο της βιαιότητας και του αυταρχισμού της χούντας των συνταγματαρχών.
Διετέλεσε υποδιοικητής του ΕΑΤ-ΕΣΑ από το 1968 ως το 1970, και στη συνέχεια διοικητής του από το 1970 ως το 1972, οπότε παρέδωσε τη διοίκηση στον φίλο του Νικόλαο Χατζηζήση. Σύμφωνα με τις περισσότερες μαρτυρίες και καταθέσεις, ο Θεοφιλογιαννάκος έκανε κουμάντο στο ΕΑΤ-ΕΣΑ και πριν γίνει επίσημα διοικητής, καθώς ο Πέτρος Κούτρας (αρχικός διοικητής του ΕΑΤ-ΕΣΑ επί χούντας) ήταν αδύναμος χαρακτήρας και δεν μπορούσε να του επιβληθεί.
Ο Θεοφιλογιαννάκος και οι άνδρες του έδειραν και βασάνισαν εκατοντάδες ανθρώπους κατά τη διάρκεια της χούντας. Αυτό που τον έκανε ιδιαίτερα απεχθή στις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων ήταν ότι ο ίδιος ξυλοκόπησε κι βασάνισε συνάδελφούς του αξιωματικούς, όπως ο στρατηγός Καλαμάκης, ο ναύαρχος Εγκολφόπουλος, ο ηρωικός ταγματάρχης Σπύρος Μουστακλής, ο Γιάννης Παπαδονικολάκης, ο Αλέξανδρος Παπαδόγγονας κ.α.
Προφυλακίστηκε στα τέλη του 1974 και στις δίκες της χούντας το 1975 καταδικάστηκε για διάφορα αδικήματα (βαρεία σωματική βλάβη, κατάχρηση εξουσίας, ηθική αυτουργία σε απλή σωματική βλάβη κτλ) και συνολικά έμεινε στη φυλακή για 18 χρόνια, μέχρι το Σεπτέμβριο του 1992. Μετά την αποφυλάκισή του αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα ενώ έπεσε και θύμα προπηλακισμών: ο Δημήτρης Κουφοντίνας αναφέρει στο βιβλίο του ότι ο Θεοφιλογιαννάκος ήταν στους υπό εξέταση στόχους για «εκτέλεση» της 17 Νοέμβρη.
Στις δίκες της χούντας τον υπερασπίστηκε η σύζυγός του Σοφία.
Με πληροφορίες από wikipedia