Μετά από δικαστική διαμάχη οκτώ ετών, εστιάτορας στη Βόρειο Ελλάδα υποχρεώνεται, με απόφαση του Αρείου Πάγου, να φύγει από το ακίνητο που στεγάζεται η επιχείρηση του και να το αποδώσει στον Δήμο ο οποίος είναι και ο ιδιοκτήτης.

Η ιστορία ξεκίνησε το 2008, όταν ο ενοικιαστής καθυστέρησε να καταβάλει ενοίκια 8 μηνών, δηλαδή το ποσό των 7.500 ευρώ. Η καθυστέρηση συνεχίστηκε, κι έτσι στα τέλη του ίδιου έτους ο Δήμος κατήγγειλε τη σύμβαση και, όπως προέβλεπε ο νόμος, ο ενοικιαστής έπρεπε εντός μηνός να καταβάλλει τα οφειλόμενα, διαφορετικά θα λύονταν η συμφωνία και θα έπρεπε να αποδώσει τη χρήση του. Ο ενοικιαστής κατέβαλλε τα οφειλόμενα μετά από την προθεσμία του ενός μηνός σε δυο δόσεις και σε διάστημα δύο ως έξι μηνών μετά την καταγγελία.

Ωστόσο, εκτός από τα ενοίκια ο Δήμος ζητούσε να του αποδοθεί και το ακίνητο. Έτσι, η υπόθεση πήρε το δρόμο της δικαιοσύνης και έφτασε στον Άρειο Πάγο, με τον ενοικιαστή να υποστηρίζει πως η καθυστέρηση εξόφλησης, μετά τη λήξη της προθεσμίας, οφείλονταν σε οικονομικές δυσχέρειες λόγω προβλημάτων υγείας συγγενικού του προσώπου και ότι η εφαρμογή των προθεσμιών οδηγούσε σε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

Ο Άρειος Πάγος επικύρωσε ουσιαστικά την εφετειακή απόφαση που δικαίωνε το Δήμο, καθώς έκρινε ότι η αρχή της αναλογικότητας δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε ιδιωτικές διαφορές όπως είναι οι μισθωτικές και ότι η καθυστερημένη καταβολή των οφειλομένων μετά την παρέλευση των προθεσμιών επιφέρει μεν απόσβεση της οφειλής, πλην όμως εξακολουθεί να υφίσταται η υποχρέωση για απόδοση του μισθίου, ενώ για να συνεχιστεί η μίσθωση χρειάζεται νέα σύμβαση.

Επιπλέον, οι αρεοπαγίτες δέχθηκαν ότι δεν ήταν καταχρηστική η άσκηση της αγωγής και απέκρουσαν τους λόγους της υγείας συγγενικού προσώπου, που επικαλέστηκε ο ενοικιαστής, υπογραμμίζοντας ότι η οικονομική δυσχέρεια δεν αποτελεί εύλογη αιτία μη καταβολής του μισθώματος και δεν τον απαλλάσσει από τις συνέπειες υπερημερίας.