Δύσκολη δουλειά, να διαδεχτεί κανείς την λάμψη και την προσωπικότητα του Ρικ Πιτίνο. Ευκολότερη δουλειά, αν έχεις ήδη στην πλάτη σου την διαδοχή του Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Ο Χρήστος Καούρης γράφει για την τρίτη ζωή του Αργύρη Πεδουλάκη στον Παναθηναϊκό.
Για αρχή, τα προφανή. Φυσικά ο Αργύρης Πεδουλάκης θα επέστρεφε στο Ο.Α.Κ.Α, από τη στιγμή που η ομάδα τον κάλεσε. Όχι μόνο γιατί είναι «στρατιώτης του Παναθηναϊκού», όπως ο ίδιος είπε στην πρώτη επιστροφή του, αλλά επειδή μετά την ανεπιτυχή προσπάθεια του στο εξωτερικό (Ούνικς), αυτό είναι το (υψηλό) ταβάνι του. Σε ό,τι αφορά στις περιφερόμενες αξιοπρέπειες που έχει πάρει το μάτι μου, εξαιτίας του άκομψου τρόπου που απομακρύνθηκε το ’16, το πράγμα είναι επίσης απλό. Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος αναγνώρισε το λάθος του και έδωσε στον 55χρονο κόουτς αυτό που (σύμφωνα με τα λεγόμενα του) δεν έπρεπε να του έχει στερήσει – αυτό είναι αρκετό. Το γεγονός ότι ο Πεδουλάκης είναι η επιλογή μετά το σνομπάρισμα του Πιτίνο δεν είναι πρόβλημα του Αργύρη, ούτε του συλλόγου.
Ο τρόπος που παρουσιάστηκε η δεύτερη επιστροφή του είναι εξαρχής προβληματικός.
«Ο κορυφαίος Έλληνας προπονητής υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας για τα επόμενα δύο χρόνια, επιστρέφοντας στην ομάδα με την οποία κατέκτησε ένα Πρωτάθλημα (2012-13) και δύο Κύπελλα Ελλάδος (2013, 2014)», διαβάζει κανείς στις δύο πρώτες προτάσεις της σχετικής ανακοίνωσης.
Ίσως ο Πεδουλάκης είναι ο κορυφαίος Έλληνας προπονητής, καλύτερος από τον κάτοχο δύο τίτλων Ευρωλίγκας Δημήτρη Ιτούδη, από τον πρωταθλητή Ευρώπης του 2013 Γιώργο Μπαρτζώκα, από τον φέρελπι Δημήτρη Πρίφτη, και από ένα σωρό άλλους.
Ίσως δεν είναι.
Το ζήτημα είναι πως ο Αργύρης Πεδουλάκης δεν έχει αυτή τη στιγμή το όνομα, το παλμαρέ και το ειδικό βάρος για να υποστηρίξει μια τέτοια ανακοίνωση. Είναι πράγματι ένας εξαιρετικός προπονητής, ο οποίος έχει την δική του διαδρομή στον χώρο, έχει αφήσει σπουδαίο έργο στο Περιστέρι σε περισσότερες από μία χρονικές περιόδους και έκανε σπουδαία πράγματα όταν ανέλαβε την αποστολή αυτοκτονίας του 2012. Ξέρετε, εκείνη τη δουλειά που στην περιγραφή έλεγε «νέα διοίκηση, διάδοχος του σημαντικότερου προπονητή στην Ευρώπη, δύο παίκτες απομένουν στο ρόστερ, πέφτει το μπάτζετ, rebulilding σε σύλλογο με γεμάτη τροπαιοθήκη και απαιτητικούς φιλάθλους».
Ο Παναθηναϊκός, ως οργανισμός, δεν έχει τίποτα να κερδίσει από το να επιμένει να παρουσιάζει τον Πεδουλάκη ως την εκ των ων ουκ άνευ επιλογή, ερχόμενος σε αντίθεση και εν πολλοίς προκαλώντας την αντίδραση των φιλάθλων που προτιμούσαν μια διαφορετική κατάσταση, ακόμα και αν αυτοί δεν είναι σε θέση να εκτιμήσουν την υπάρχουσα, ούτε να ζυγίσουν την τρέχουσα πραγματικότητα στον σύλλογο, οικονομική και μη. Επιπλέον, είναι μάλλον παράλογο να περιμένει να έχει ξεχαστεί πως επελέγη ο ίδιος άνθρωπος που είχε απομακρυνθεί στις 19 Οκτωβρίου του 2016 και είχε αποδομηθεί από τον ίδιο τον οργανισμό και τα επικοινωνιακά του πλοκάμια. Συν τοις άλλοις, η ταμπέλα του καλύτερου προσθέτει στον «Άρτζι» αχρείαστη πίεση, να προσπαθήσει δηλαδή να αποδείξει κάτι που είναι μαζί υποκειμενικό και ερμηνεύσιμο. Ο κόσμος θυμάται: σε αυτή την περίπτωση, θα χρειαστεί χρόνος για να πειστεί.
Ο πρωταθλητής Ελλάδας του 2013 επιστρέφει στην ομάδα σε μια πολύ διαφορετική πραγματικότητα σε σχέση με τις δύο προηγούμενες θητείες του. Ο Παναθηναϊκός είναι μια ομάδα που έχει διαθέσιμους τους Έλληνες παίκτες που θα απαρτίσουν τον κορμό της για τα επόμενα χρόνια: Καλάθης, Παπαπέτρου, Παπαγιάννης, Παππάς, ο Βουγιούκας για λίγο ακόμα, ο Καλαϊτζάκης μαζεύοντας εμπειρίες. Γύρω τους ο νέος προπονητής θα προσπαθήσει να επιλέξει τους καλύτερους δυνατούς ξένους παίκτες στο μπάτζετ που έχει διαθέσιμο, αυτούς που θα σπρώξουν τον σύλλογο πιο μπροστά χωρίς ταυτόχρονα να παρεμποδίσουν την εξέλιξη μονάδων που είναι σημαντικές επενδύσεις για τον σύλλογο, όπως ο Παπαγιάννης και ο Παπαπέτρου.
Υπό αυτό το πρίσμα, η επιλογή Πεδουλάκη μπορεί να απογοητεύει τον κόσμο, ο οποίος θεωρεί πως ο πήχης χαμηλώνει απότομα και το όνειρο του F4 πρέπει ήδη να απαγορευτεί, όμως αυτό δεν αποκλείεται να είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται ο Παναθηναϊκός.
Από τη στιγμή που σε επίπεδο προϋπολογισμού οι «πράσινοι» δεν είναι σε θέση να ανταγωνιστούν όχι μόνο τα «χοντρά πορτοφόλια», αλλά πλέον ούτε αρκετά από τα υπόλοιπα, το να ξεκινά κάθε σεζόν με ανώφελες προσδοκίες που μετατρέπονται σε πέτρες γύρω από το λαιμό της ομάδας δεν μοιάζει ούτε σοφό, ούτε λειτουργικό. Αυτές τις μέρες, Ιούνιο του 2019, δεν θα υπήρχαν παρά ελάχιστοι που θα ήθελαν να είχαν ακούσει εκείνο το «αν δεν πάμε φάιναλ φορ, θα είμαι απογοητευμένος» του Πασκουάλ, πίσω στον Σεπτέμβρη του ‘18. Μια κουβέντα που δημιούργησε ελπίδες που η ομάδα δεν είχε ούτε την δυναμική, ούτε την ετοιμότητα να αντέξει.
Πιστός στη φιλοσοφία του στοχευμένου μπάσκετ, ο Πεδουλάκης θεωρεί πως ο Παναθηναϊκός έχει παρεκκλίνει από τις αξίες του ελληνικού μπάσκετ τα τελευταία 2.5 χρόνια. Ελπίζει πως θα έχει τον χρόνο να δουλέψει και να παρουσιάσει μια σκληρή ομάδα που θα βελτιώνεται συνεχώς κατά τη διάρκεια της σεζόν, πετυχαίνοντας στόχους και θέτοντας καινούριους στην πορεία. Η ύπαρξη ισχυρού ελληνικού στοιχείου τον ευνοεί, ενώ η εύρεση των ξένων παικτών που θα αποδειχτούν value for money είναι το μεγάλο του στοίχημα. Αν καταφέρει να εντοπίσει τους Λάσμε, Γκιστ, Ματσιούλις, Μπράμος του 2019, το Ο.Α.Κ.Α θα επαναλάβει το χειροκρότημα που του επιφύλασσε στην πρόσφατη βράβευσή του.