“Στην πλατεία Βικτωρίας της Αθήνας, έδρα ενός ολοένα αυξανόμενου αριθμού μεταναστών, μία αμφιλεγόμενη νυχτερινή οικονομία έχει κάνει την εμφάνισή της. Το Σάββατο, καθώς ένας μεγαλόσωμος μεσήλικας έβγαζε βόλτα τον σκύλο του, ένα αγόρι από το Αφγανιστάν τον έδειξε στον νέο του φίλο, τον Αμπντούλ. 'Είναι ένας από αυτούς που έρχονται εδώ τη νύχτα', είπε το αγόρι. Τα μάτια του Αμπντούλ γούρλωσαν. 'Είναι εντάξει, δε θέλουν ανήλικους – παίρνουν τους νεαρούς άνδρες που θα πάνε με τη θέλησή τους στα σπίτια τους και τους προσφέρουν ντους και 10 με 15 ευρώ για σεξ. Κάποιοι πάνε, αυτοί που δεν έχουν καθόλου λεφτά'”.
Με αυτή τη συγκλονιστική αφήγηση ξεκινά το ρεπορτάζ της δημοσιογράφου Tracy McVeigh από την Αθήνα για λογαριασμό του Observer, που περιγράφει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν στην αθηναϊκή πρωτεύουσα οι χιλιάδες πρόσφυγες που βρίσκονται εγκλωβισμένοι στη χώρα μας, στην πορεία τους προς μία καλύτερη ζωή στην κεντρική ή τη βόρεια Ευρώπη.
Ο Αμπντούλ έφτασε μόνος στη Βικτώρια περίπου στις 7 το πρωί, την ίδια ώρα που οι 200-300 άνθρωποι που κοιμούνταν εκεί άρχιζαν να ξυπνούν, τυλιγμένοι ακόμα στις γκρίζες κουβέρτες τους, καθώς ξεκινούσε άλλη μία μέρα αναμονής. Έφυγε από το Αφγανιστάν πριν από δύο μήνες και μιλά για την προσπάθειά του να συναντήσει την αδελφή του Μίνα, που ζει στη Γερμανία εδώ και έξι χρόνια. Η μητέρα του έχει πεθάνει, ενώ ο πατέρας του ζει στην Καμπούλ.
“Είμαι 13 χρονών και οκτώ μηνών”, λέει. “Είμαι μόνος”. Άλλοι Αφγανοί του δείχνουν τα κατατόπια. Το πράσινο κουτί της ΔΕΗ που έχει ανοιχτεί βίαια είναι το σημείο όπου μπορούν να φορτιστούν τα κινητά. Του δείχνουν την καφετέρια όπου ο ιδιοκτήτης δε σου επιτρέπει να πλησιάζεις, και την πιο φιλική όπου μπορείς να χρησιμοποιήσεις την τουαλέτα, αρκεί να αγοράσεις έναν καφέ. Υπάρχει και το δέντρο και ο θάμνος που χρησιμοποιείς όταν δεν αγοράζεις καφέ. Κανείς δεν του δείχνει το δέντρο όπου δύο άνθρωποι κρεμάστηκαν.
“Ήταν πολύ σοκαριστικό, πολύ ξαφνικό. Δεν είπαν ότι θα το έκαναν αυτό – ξαφνικά πήδηξαν. Ένας, μάθαμε, πέθανε. Ο άλλος είναι ακόμα στο νοσοκομείο”, λέει ο επίσης Αφγανός Σακίμπ Σαρζάι.
Στο ρεπορτάζ περιγράφεται η κατάσταση που επικρατεί κατά τη διάρκεια της ημέρας στη Βικτώρια, με τους πρόσφυγες να συγκεντρώνονται στην πλατεία χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα παραπάνω από το να περιμένουν, ελπίζοντας πως θα μάθουν ότι άνοιξαν τα σύνορα, ενώ γίνονται αναφορές και στους Έλληνες που τους βοηθούν όπως μπορούν – όπως τον Θανάση, ιδιοκτήτη εστιατορίου στην Καισαριανή που τους έφερε το πρωί ψαρόσουπα, τον 76χρονο άνδρα που όποτε μπορεί τους φέρνει σάντουιτς που φτιάχνει μόνος του, αλλά και την πρώην σκηνοθέτιδα και δασκάλα Ευαγγελία Παπαγιαννίδου, που όπως λέει συνήθιζε να παίρνει μπαγιάτικο ψωμί για να ταΐζει τα περιστέρια και τις αδέσποτες γάτες στη Βικτώρια, και πλέον ταΐζει ανθρώπους.
Οι περισσότεροι αρτοποιοί θα μου δώσουν αυτά που θα πετούσαν ούτως ή άλλως. Σε κάποιους αναγκάζομαι να πω ότι είναι για την οικογένειά μου. Ένα κάθαρμα στη γωνία ρίχνει χλωρίνη στο ψωμί που πετάει”, αναφέρει. Ένας ηλικιωμένος Κούρδος της δείχνει το αυτί του, για το οποίο του προσφέρει αλοιφή. Το δάγκωσε κάποιο τρωκτικό την ώρα που κοιμόταν.
Όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ, ο δήμος Αθηναίων έχει απομακρύνει τους κάδους σκουπιδιών και την τουαλέτα από την πλατεία για να αποθαρρύνει τον κόσμο από το να μείνει εκεί. Όμως δεν έχουν πού αλλού να πάνε.
“Στη χώρα μου υπάρχει το Ισλαμικό Κράτος, οι Ταλιμπάν, βόμβες κάθε μέρα και καθόλου δουλειές”, λέει ο Σαρζάι. “Το Ισλαμικό Κράτος εκδηλώνεται στο ραδιόφωνο, προσφέροντας λεφτά στον κόσμο για να καταταγεί, πολλά λεφτά, και σκοτώνει αυτούς που αρνούνται. Αυτή η ομάδα είναι μόλις 100 χιλιόμετρα από την Καμπούλ. Τι μπορώ να κάνω;”.
Η Ανίσα από το Αφγανιστάν επέστρεψε με λεωφορείο από την Ειδομένη στην Αθήνα, αφού περίμενε μάταια εκεί για τρεις εβδομάδες με την οικογένειά της να περάσει τα σύνορα. “Είναι δύσκολο να πρέπει να γυρίσεις πίσω, όταν το μόνο που θες να κάνεις είναι να συνεχίσεις”, λέει. Παίρνει ένα πορτοκάλι από μία τσάντα και το μοιράζει στα τρία μικρά αγόρια της. “Είναι αρκετό, γιατί ξέρεις, τουαλέτα”, λέει με ένα χαμόγελο που προδίδει ντροπή.