Ο αγώνας του ΠΑΟΚ με τον Παναθηναϊκό το βράδυ της Κυριακής ήταν κάτι μεγαλύτερο από μια – ακόμη – αναμέτρηση. Λογική που ισχύει για κάθε τί όταν αυτό μοιάζει να δοκιμάζεται ενώ θεωρείται πως έχει φτάσει στο … απροχώρητο. Και πώς ορίζεται η έννοια «απροχώρητο»; Από το γεγονός πως λιγοστεύουν απελπιστικά οι περί του αντιθέτου απαντήσεις και τα αντίστοιχα επιχειρήματα. Από το ότι δεν υπάρχει ψήγμα ηρεμίας κι όλα τα ενδεχόμενα μπορούν να θεωρηθούν ως πιθανά, όσο παράδοξα κι αν έμοιαζαν μέχρι πριν από λίγο καιρό με πλέον πρόσφατο παράδειγμα την αποπομπή του Φρανκ Αρνεσεν.
Ο … αποδεκατισμένος από τους τραυματισμούς ΠΑΟΚ, ταξίδεψε στην Αθήνα με πολύ κακή ψυχολογία, απόρροια των πρόσφατων αρνητικών αποτελεσμάτων και συνολικά εμφανίσεων. Με σοβαρό πρόβλημα ακόμη και στην επίτευξη γκολ. Με τις συγκεκριμένες αδυναμίες που τον χαρακτηρίζουν από το ξεκίνημα της σεζόν. Βρέθηκε πίσω στο σκορ – με δυο λάθη – με διαφορά δυο τερμάτων αλλά κόντρα σε όλες τις προβλέψεις έβγαλε αντίδραση, αξιοποίησε τα αντίστοιχα του αντιπάλου, σκόραρε δις και με ποδοσφαιριστή λιγότερο στις καθυστερήσεις, έπειτα από την αποβολή του Χαρίση με δεύτερη κίτρινη κάρτα, έψαξε τη φάση για την ολική ανατροπή. Το τελικό 2-2 (8′ Μπεργκ, 51′ Καλτσάς – 56′ Τσίμιροτ, 67′ Πέλκας) λειτουργεί καταλυτικά ως προς την ηρεμία και την πίστωση χρόνου μέχρι τον επόμενο αγώνα, δηλαδή αυτόν με τον Αστέρα Τρίπολης στην Τούμπα, το προσεχές Σάββατο στις 19.30.
Αυτό προδίδει και τον προσωρινό – εν γένει – χαρακτήρα του συγκεκριμένου αποτελέσματος. Τα βήματα προς τα πίσω ήταν πολλά ως τώρα για να μπορέσει να προκαλέσει ικανοποίηση ένα και μόνον δείγμα. Καμία προσπάθεια να μετριαστεί η πραγματικότητα ή τα θετικά της χτεσινής αναμέτρησης. Θετικός ο βαθμός, θετικό το ότι υπήρξε αντίδραση για πρώτη φορά έπειτα από καιρό, θετικά στοιχεία κι από την τεχνική ηγεσία κι από τους ποδοσφαιριστές του «Δικεφάλου», παρά το κακό ξεκίνημα. Ο Παναθηναϊκός ξεκίνησε τον αγώνα με ορμή.
Το 3-4-2-1, με δίδυμο Πέλκα – Μυστακίδη πίσω από τον Μακ δεν απέδωσε τα αναμενόμενα ούτε ανασταλτικά, μα κυρίως ούτε δημιουργικά. Ο Παναθηναϊκός μπήκε με ορμή, άσκησε πίεση από ψηλά κι εκμεταλλευόμενος λάθος του Χατζηισαϊα αρχικά και το χρονικό διάστημα που χρειάστηκε ο Μαλεζάς εντός αγώνα για να βρει ρυθμό έπειτα από – σχεδόν – δίμηνη απουσία από επίσημη αναμέτρηση, άνοιξε το σκορ στο πρώτο δεκάλεπτο με τον Μπεργκ. Η πίεση έκανε και πάλι την εμφάνισή της στη χειρότερη μορφή της, χωρίς όμως να προκαλέσει τριγμούς όπως άλλες φορές.
Οι οδηγίες ήταν συνεχόμενες … Οι αμυντικοί να εκμεταλλεύονται όλο το πλάτος του γηπέδου, οι Χαρίσης και Τσίμιροτ να μοιράζουν παιχνίδι αλλά και να πιέζουν τα αντίπαλα χαφ στον άξονα αποτρέποντας την ανάπτυξη από εκεί, οι ακραίοι Κίτσιου – Λέοβατς ν’ ανεβαίνουν τις πλευρές τους για να πλαγιοκοπούν σε κάθε ευκαιρία και να μη γυρίζει η μπάλα πίσω, πλην εξαιρετικής ανάγκης. Η πίεση των γηπεδούχων ψηλά, έδωσε χώρους που σε κάποιες περιπτώσεις εκμεταλλεύτηκε ο Μυστακίδης με ανταμοιβή φάουλ εκτός περιοχής και «κιτρίνισμα» των Πράνιτς και Λαγού. Η άνευ ουσίας πληθώρα παικτών στα άκρα κι η «μοναξιά» του Μακ στην επίθεση, καθιστούσαν τον διεθνή Σλοβάκο εύκολο στόχο για τους κεντρικούς αμυντικούς των «πρασίνων» με τον Κουτρουμπή να «ντουμπλάρει» με συμπαίκτη του όποιον κίνδυνο κινούνταν περιφερειακά της περιοχής του Στιλ.
Τα δυο φάουλ που κέρδισε ο Μυστακίδης και τα εκτέλεσε ο Τζαβέλλας, όπως επίσης και κάποια σουτ που έγιναν εκτός περιοχής κατέληξαν άουτ. Την ελπίδα αντίδρασης έδιναν τα δυο χαφ. Τσίμιροτ και Χαρίσης πρώτα συντονίστηκαν ανασταλτικά και στη συνέχεια αργά μεν αλλά σταθερά δε άρχισαν να είναι εξίσου αποτελεσματικά και δημιουργικά, με καλύτερες συνεργασίες κι άνοιγμα παιχνιδιού από τα άκρα. Ωστόσο, η κίνηση που κατά την ταπεινή μου άποψη, έμελλε να κρίνει τον αγώνα ήρθε στο 35′ όταν ο κ. Τούντορ κάλεσε Μυστακίδη και Μακ κοντά του ζητώντας τους να παίξουν πλέον στην ίδια ευθεία και να μεταφέρουν στον Πέλκα να μετακινηθεί στη θέση που του ταιριάζει καλύτερα από όλες όσες έχει δοκιμαστεί, αυτή του μεσοεπιθετικού, δηλαδή λίγα μέτρα πιο πίσω κι από τους δυο προωθημένους συμπαίκτες του κι ακριβώς ανάμεσά τους.
Αυτομάτως, δημιουργήθηκαν χώροι στις πλαϊνές γραμμές που έδωσαν την ευκαιρία στους ακραίους να εκμεταλλευτούν. Οι εστίες προσοχής στην αντίπαλη άμυνα έγιναν δυο και το πλάνο πίεσης στον ΠΑΟΚ άρχισε να εμφανίζει ρήγματα. Εντούτοις, η καλύτερη στιγμή για την ομάδα του Ιγκορ Τούντορ ήρθε στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου με μια προσπάθεια του Πέλκα που κατέληξε σε σουτ με το αριστερό πόδι με τον Βρεττανό τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού να μπλοκάρει την μπάλα. Μια γενικότερη εικόνα του «Δικεφάλου» που διατηρούσε ζωντανή την ελπίδα αντίδρασης έχοντας ένα ολόκληρο, δεύτερο ημίχρονο μπροστά του.
Ομως, όπως ακριβώς συνέβη στο πρώτο έτσι και στο δεύτερο, αυτή τη φορά στο έκτο λεπτό, οι ποδοσφαιριστές του κ. Στραματσιόνι έβγαλαν την ιδανική αντεπίθεση αφού οι αντίπαλοί τους αδράνησαν κι ο Καλτσάς ζευγάρωσε τα τέρματα της ομάδας του, με τον Κροάτη τεχνικό του ΠΑΟΚ να τα βάζει με τον Λέοβατς, αφού στην προκειμένη περίπτωση αυτός είχε την ευθύνη να μπλοκάρει τον άξονα, καθώς όλοι οι κεντρικοί αμυντικοί είχαν προωθηθεί για το κόρνερ που προηγήθηκε. Κάπου εκεί, η σεμνή τελετή έμοιαζε να λαμβάνει τέλος, όμως πολλοί λογάριαζαν δίχως τον … «ξενοδόχο».
Αυτός ήταν η πίστη στην προσπάθεια. Μια αίσθηση που δεν άφησε την ομάδα να πτοηθεί ψυχολογικά από τη δυσχερέστατη θέση στην οποία βρέθηκε και πέντε λεπτά μετά, σε μια φάση ανάλογη με αυτήν από την οποία ξεκίνησε το δεύτερο γκολ του Παναθηναϊκού, ο Τσίμιροτ μ’ εξαιρετικό σουτ πάνω στην κίνηση μείωσε σε 2-1. Μια φάση που ξεκίνησε από κόρνερ, σε εξαιρετική απόκρουση του Στιλ σε πολύ ωραία προσπάθεια του Κίτσιου. Η γρήγορη αντίδραση ενίσχυσε την αυτοπεποίθηση των φιλοξενούμενων και κλόνισε αυτήν των γηπεδούχων, που τον τελευταίο καιρό στο γήπεδό τους δυσκολεύονται να πάρουν θετικό αποτέλεσμα.
Το γκολ του Βόσνιου μέσου στο 51′, ήρθε ως επίρρωση της διαρκούς βελτίωσης της συνεργασίας του με τον Χαρίση, δημιουργώντας ευχάριστα ερωτήματα για το αν δυο ποδοσφαιριστές σ’ αυτήν την ηλικία ανταποκρίνονται μ’ αυτόν τον τρόπο σ’ έναν τέτοιο αγώνα, μ’ αυτές τις πολύ ιδιαίτερες συνθήκες, τί θα πρέπει να περιμένει κανείς μελλοντικά από αυτούς τους δυο; Ο προβληματισμός που προκάλεσε ο ΠΑΟΚ επιβεβαιώνεται στο 59′ με διπλή αλλαγή για τους «πράσινους» κι οκτώ λεπτά μετά ο Πέλκας με προβολή ισοφαρίζει σε 2-2. Η εικόνα του νεαρού μεσοεπιθετικού, ο οποίος στο πρώτο ημίχρονο άκουσε τα περισσότερα σε σχέση με τους υπόλοιπους συμπαίκτες του από τον προπονητή του, να τρέχει να πανηγυρίζει με τον Κροάτη τεχνικό το γκολ του κι όλοι οι υπόλοιποι να τρέχουν κοντά τους για να γίνουν ένα κουβάρι έχει τη σημειολογία του.
Μαρτυρά την ανάγκη συσπείρωσης, μόνον έτσι προκύπτει το αίσθημα της ασφάλειας και της σιγουριάς. Στο 79′ ο Κοροβέσης άλλαξε τον κουρασμένο Λέοβατς και στο 85′ ο Αντόνις τον Μυστακίδη. Δυο επιστροφές, του πρώτου από τραυματισμό, του δεύτερου από … παροπλισμό. Η πρωτοβουλία πέρασε στους γηπεδούχους, όπως κι η πίεση με συνέπεια τα λάθη. Η άμυνα πλέον του ΠΑΟΚ λειτουργούσε αποτελεσματικά. Ο Βελλίδης μπλόκαρε συρτό δυνατό σουτ από εκτέλεση φάουλ στη δεξιά του γωνία και στις καθυστερήσεις, ο Σάμπο που πήρε τη θέση του Πέλκα έψαξε το νικητήριο γκολ με δυνατό σουτ εντός περιοχής αλλά ο Στιλ του είπε «όχι».
Τις καθυστερήσεις, στις οποίες ο «Δικέφαλος» αγωνίστηκε με ποδοσφαιριστή λιγότερο, λόγω της αποβολής του Χαρίση κι ενώ υπήρχαν έντονες διαμαρτυρίες από πλευράς ΠΑΟΚ για μαρκάρισμα που είχε προηγηθεί του Μπεργκ στον Τζαβέλλα και για μια φάση έντασης ανάμεσα στους Πέλκα – Μαμουτέ, όπως αντίστοιχα είχαν οι γηπεδούχοι για μαρκάρισμα – εντός περιοχής – του Τζαβέλλα στον Σουηδό επιθετικό. Το αποτέλεσμα έδωσε νέα πνοή στην ομάδα που την είχε απόλυτη ανάγκη. Ομως λίγη σημασία θα έχει αν δεν υπάρχει ανάλογη και καλύτερη συνέχεια. Ετσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα, κάθε αγώνας έχει τον χαρακτήρα τελικού. Και προς το παρόν, μόνον τ’ αποτελέσματα μπορούν να ηρεμήσουν την όλη κατάσταση.
Γιατί, όπως αποδεικνύεται όλοι έχουν ελλείματα. Ο μεγαλομέτοχος στις επιλογές των συνεργατών του και στον τρόπο διαχείρισης, όπως φάνηκε ως τώρα. Τα πρόσωπα που επελέγησαν να πλαισιώσουν αυτές τις καίριες θέσεις, όχι τόσο βάσει δυνατοτήτων αλλά κυρίως λόγω αποτυχίας στην προσαρμογή τους στα υπάρχονται δεδομένα και στην ανάγκη της μεταξύ τους επικοινωνίας για ένα καλύτερο και πιο ομοιογενές αποτέλεσμα. Της τεχνικής ηγεσίας που ελέω της απειρίας της χρειάστηκε χρόνο για να συνειδητοποιήσει και το πού βρίσκεται και τις υψηλές απαιτήσεις που προκαλούν πίεση αλλά και το τί έχει στα χέρια της από έμψυχο υλικό. Των ίδιων των ποδοσφαιριστών, που υστερούν ο καθένας σε κάτι διαφορετικό, είτε σ’ επίπεδο προσωπικότητας, είτε σ’ αυτό της ικανότητας ή της συνεργασίας. Του κόσμου, όχι όλου αλλά αυτού που έχει διάθεση και δύναμη να φωνάξει πιο δυνατά για ν’ ακουστεί, που δεν έχει τη διάθεση να περιμένει – κι άλλο – επιζητώντας αν όχι άμεσο αποτέλεσμα, τουλάχιστον βάσιμες ενδείξεις για μια καλύτερη συνέχεια. Το άθροισμα αυτών των ελλειμάτων έχει κοστίσει σημαντικά, ενώ δεν είναι κάτι απλό που ξεπερνιέται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αν αυτό έχει παρέλθει, θα το δείξει το άμεσο μέλλον.
Καλή εβδομάδα, καλή δύναμη και καλή συνέχεια σε όλους …