Η σύσταση κοινής ομάδας εργασίας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου με τη συμμετοχή Εισαγγελέων και υπηρεσιακών παραγόντων με στόχο την καταπολέμηση της διαφθοράς συμφωνήθηκε κατά τη διάρκεια συνάντησης του Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης, κ. Δημήτρης Παπαγγελόπουλος με τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, κ. Ιωνά Νικολάου. Στο επίκεντρο της συνάντησης εργασίας βρέθηκαν τα θέματα συνεργασίας των δύο χωρών για την καταπολέμηση της διαφθοράς και αντηλλάγησαν απόψεις επί του θέματος ενώ εξετάσθηκαν οι δυνατότητες ανταλλαγής τεχνογνωσίας.
 
Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος σε δηλώσεις του έκανε λόγο για « μία εποικοδομητική συνεργασία»  που αφορούσε  θέματα Δικαιοσύνης και διαφθοράς αλλά και ζητήματα «στρατηγικού σχεδιασμού κατά της διαφθοράς των δύο κυβερνήσεων μας».
 
«Αποφασίσαμε η συνεργασία μας να συνεχιστεί, -είπε ο υπουργός- να επακολουθήσουν και άλλες συναντήσεις, ανταλλάξαμε απόψεις, θα καταρτιστεί και κοινή ομάδα εργασίας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, θα συμμετέχουν Εισαγγελείς και άλλοι υπηρεσιακοί παράγοντες για να προωθήσουμε τον κοινό μας στόχο, την καταπολέμηση της διαφθοράς. Επίσης συζητήσαμε θέματα δικαστικών συνδρομών και αποφασίσαμε να ενταθούν οι προσπάθειες και η επιτάχυνση διεκπεραίωσης και από τις δύο πλευρές των αιτημάτων δικαστικής συνδρομής».
 
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, κ. Ιωνάς Νικολάου υπογράμμισε ότι «Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας η Κύπρος προετοιμάζει το δικό της στρατηγικό σχέδιο κατά της διαφθοράς» και συμπλήρωσε πως «Το Υπουργείο εδώ έχει ετοιμάσει, ήδη, ένα στρατηγικό σχέδιο, το οποίο τρέχει και στα πλαίσια της κοινής μας προσπάθειας επιδιώξαμε σήμερα να δημιουργήσουμε μία ομάδα κοινή, η οποία ουσιαστικά θα συμβάλει, από τη μια και στην προετοιμασία των δικών μας στρατηγικών στόχων και δράσεων και από την άλλη στην από κοινού αντιμετώπιση των διαφόρων ζητημάτων που μας απασχολούν καθόσον αφορά την διαφθορά»
 
Όπως τόνισε ο υπουργός «είναι κοινή διαπίστωση και των δύο μας ότι υπάρχουν πάρα πολλά ζητήματα για τα οποία χρειάζεται όπως από κοινού εργαστούμε τόσο στο χώρο τον ευρωπαϊκό όσο και στους εθνικούς μας χώρους, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε, ή τουλάχιστον να δημιουργήσουμε εκείνες τις συνθήκες πρόληψης όσον αφορά στα ζητήματα διαφθοράς».