Να μετατρέψει δηλαδή, τον αποκλεισμό της από τον Τσάμπιονς Λιγκ σε
προίκα και παρακαταθήκη για το άμεσο μέλλον και την επικείμενη συμμετοχή του στο Europa League.
Κι αυτό γιατί το ποδόσφαιρο που έπαιξε ο Ολυμπιακός στα 5 από τα 6 ματς της φάσης των ομίλων είναι το καλύτερο ποδόσφαιρο που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια από ελληνική ομάδα σε τόσο υψηλό επίπεδο.
Ποδόσφαιρο με συγκεκριμένο πλάνο, με ασφυκτικό πρέσινγκ ψηλά στην άμυνα των αντιπάλων, με πολλές φάσεις και ευκαιρίες και 8 γκολ στην επίθεση, ένα περισσότερο από την ʼρσεναλ και την Μαρσέιγ, που πήραν τελικά το εισιτήριο για τους «16».
Οι πρωταθλητές Ελλάδας αγωνίστηκαν για να κερδίσουν τα παιχνίδια τους και όχι για να τα «κλέψουν», όπως γίνεται συνήθως από τις ομάδες μας όταν παίζουν κόντρα σε μεγάλους αντιπάλους.
Η φιλοσοφία του Βαλβέρδε ήταν ίδια σχεδόν σε όλους τους αγώνες και ο Ολυμπιακός εμφανίστηκε ως ΟΜΑΔΑ με όλη τη σημασία της λέξης. Δεν έπαιξε ποτέ πλήρης. Πάντοτε είχε απουσίες βασικών παικτών, αλλά αυτό δεν φάνηκε.
Δεν ήταν ο Ολυμπιακός του Ριβάλντο, του Τζιοβάνι, του Καρεμπέ, του Τζόρτζεβιτς, του Γκαλέτι ή του Κοβάσεβιτς. Ήταν ο Ολυμπιακός του Βαλβέρδε, δηλαδή ομάδα του προπονητή του.
Αυτή η ομάδα μπορεί πράγματι να κάνει την διαφορά στο Europa League. Το ζητούμενο είναι αν θα καταφέρει να ξεπεράσει το δίλημμα Ευρώπη ή πρωτάθλημα. Διότι Φεβρουάριο και Μάρτιο, που θα εξελίσσεται η φάση των «32» και των «16» ο Ολυμπιακός θα πρέπει να δώσει στην Ελλάδα και όλα τα ντέρμπι του πρωταθλήματος.
Θα θελήσει λοιπόν, να κάνει την υπέρβαση στην Ευρώπη και να διεκδικήσει ότι καλύτερο μπορεί ή θα ασχοληθεί πιο σοβαρά με το πρωτάθλημα για να παίξει και του χρόνου απ΄ ευθείας στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ;
Το ιδανικό θα ήταν να τα καταφέρει και τα δύο, αλλά επειδή θα υπάρχει και το κύπελλο, οι υποχρεώσεις θα είναι πολλές και η ορθή διαχείριση του υλικού απαραίτητο στοιχείο της δύσκολης δουλειάς που θα έχει ο Βαλβέρδε.
Ταυτόχρονα, τα νοκ άουτ ματς είναι μια «άλλη υπόθεση» σε σχέση με το μίνι πρωτάθλημα που εξελίχθηκε στη φάση των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ. Ωστόσο η «μαγιά» υπάρχει, η όρεξη για διάκριση είναι δεδομένη και η 2η διοργάνωση της ΟΥΕΦΑ επιτρέπει τα όνειρα ακόμα και για την χρεωκοπημένη Ελλάδα.