Συνέντευξη στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» παραχώρησε ο Γιώργος Μαυρωτάς, που μίλησε για την «έκρηξη» του ντόπινγκ στην Ελλάδα.
Αποσπάσματα των όσων είπε ο έμπειρος πολίστας…
Οι περισσότεροι σας γνωρίζουν ως κορυφαίο αθλητή, αλλά αγνοούν τη συμμετοχή σας στο σαφάρι ενάντια στα αναβολικά: «Ασχολήθηκα πρώτη φορά με το ντόπινγκ το 2003, όταν συστάθηκε το ΕΣΚΑΝ με πρώτη πρόεδρο τη Δήμητρα Κουτσούκη. Εξαρχής ήμουν ο εκπρόσωπος των αθλητών με εισήγηση της ΕΟΕ. Το ΕΣΚΑΝ άρχισε να λειτουργεί ουσιαστικά από τον Μάιο του 2005, οπότε και απέκτησε την δικαιοδοσία των αιφνιδιαστικών ελέγχων κατά τη διάρκεια της προπόνησης. Από το 2006 ήμουν μέλος της επιστημονικής επιτροπής, λόγω της εμπειρίας που είχα αποκτήσει στα θέματα των διαδικασιών για τους ελέγχους».
Και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, σωστά; «Όχι, παραιτήθηκα τον Ιούνιο του 2010, οπότε η λειτουργία του ΕΣΚΑΝ είχε αρχίσει να γίνεται προβληματική. Το Κέντρο αντιμετώπιζε προβλήματα οικονομικά και γραφειοκρατικά, απεργίες δειγματοληπτών και άλλα».
Υποθέτω ότι υπήρξαν παρατράγουδα σε κρίσιμες υποθέσεις: «Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν είχαμε πολιτικές παρεμβάσεις. Κυρίως, μας “κυνηγούσαν” συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι, ενώ οι ομοσπονδίες μάς έβλεπαν πάντα επιφυλακτικά».
Το ΕΣΚΑΝ βρέθηκε στη δίνη του κυκλώνα τις μέρες των Αγώνων του 2004, όταν η πολιτεία ζητούσε μετάλλια με κάθε κόστος: «Κάθε φορά η διοργανώτρια χώρα επιδιώκει διακρίσεις. Το θέμα είναι ότι δεν νομίζω να υπήρχε καμία στρατηγική της ελληνικής πολιτείας για το θέμα του ντόπινγκ, ούτε να το ενθαρρύνει, ούτε να του κόψει τα πόδια όσο ήταν νωρίς. Απλώς μιμήθηκε τα τρία μαϊμουδάκια που το ένα κλείνει τα αφτιά, το άλλο τα μάτια και το άλλο το στόμα. Προσευχόταν να μη γίνει η στραβή που τελικά έγινε».
Το βασανιστικό δίλημμα που αντιμετωπίζουν πολλοί αθλητές είναι: να πάρω φάρμακα ή να μείνω για πάντα αθλητής δεύτερης διαλογής; «Για μένα αυτό το δίλημμα είναι τεχνητό και είναι ένας από τους δύο μύθους που στηρίζεται το ντόπινγκ».
Ο δεύτερος ποιος είναι; «Ότι υπάρχουν ουσίες και μέθοδοι που δεν ανιχνεύονται! Κατά τη γνώμη μου, μπορεί κάποιος να αθλητής πρώτης διαλογής χωρίς ντόπινγκ. Δεν είναι ανάγκη να γίνεις ολυμπιονίκης. Πρώτης διαλογής είναι για μένα ένας αθλητής που εξαντλεί τις δυνατότητές του και φτάνει εκεί που μπορεί. Ας είναι πέμπτος, εκτός, δέκατος. Η διάρκεια για μένα μετράει περισσότερο από τη στιγμιαία λήψη».
Τα λέτε και στο βιβλίο σας αυτά; «Στο “Θεώρημα της επτάδας” έχω αφιερώσει αρκετές σελίδες σε τέτοια ζητήματα μέσα από τα μάτια των ηρώων του βιβλίου σχετικά με την δεοντολογία και το ντόπινγκ, επειδή είναι θέματα τα οποία θεωρώ πρώτιστης σημασίας. Οι βασικές αιτίες του ντόπινγκ λέω ότι είναι τα τρία άλφα: άγνοια, ανασφάλεια, απληστία».
Τι θα λέγατε σε έναν ατιμασμένο αθλητή, αν τον συναντούσατε σήμερα; «Θεωρώ ότι οι αθλητές είναι τα θύματα της υπόθεσης, αν και όχι αθώα θύματα. Είναι οι μόνοι από ένα ευρύτερο κύκλωμα που υφίστανται τις συνέπειες, τουλάχιστον μέχρι τώρα. Το κακό όμως είναι ότι δεν βλάπτουν μόνο τους εαυτούς τους, αλλά δημιουργούν ένα σύννεφο αμφιβολίας που πλανάται από δικαίων και αδίκων, βλάπτοντας τον ίδιο τον αθλητισμό».
Είναι ορθή τακτική η ποινικοποίηση του ντόπινγκ; «Το ντόπινγκ είναι ευρύτερο κοινωνικό θέμα. Δεν νομίζω ότι λύνεται μόνο από τις αθλητικές αρχές. Δεν είμαι υπέρ της ποινικής δίωξης των αθλητών, των χρηστών δηλαδή, νομίζω ότι αρκετή η πειθαρχική δίωξη και η απώλεια προνομίων. Είμαι όμως υπέρ της εμπλοκής των διωκτικών αρχών σε θέματα διακίνησης απαγορευμένων ουσιών, όπως γίνεται σε όλε τις χώρες. Και εκεί ναι, είμαι υπέρ των ποινικών διώξεων».