Νέα δήλωση του πρώην προπονητή της Εθνικής για την αποχώρησή του.

Συνέντευξη στους Times παραχώρησε ο Γκουστάβο Πογέτ, ο οποίος τοποθετήθηκε και για την Εθνική Ελλάδος, στην οποία ήταν προπονητής μέχρι και το ματς με τη Γεωργία, στο οποίο η Γαλανόλευκη έχασε την πρόκριση στην τελική φάση του EURO 2024.

«Όταν τελείωσα με την Ελλάδα τον Μάρτιο, για να είμαι ειλικρινής τον πρώτο ενάμιση μήνα περίμενα να με καλέσουν για νέο συμβόλαιο, γιατί η πρόοδος ήταν ξεκάθαρη και το φυσικό επακόλουθο ήταν να συνεχιστεί η συνεργασία μας. Αλλά η Ελλάδα είναι άλλη χώρα, άλλη νοοτροπία, άλλο πάθος. Έγινε αλλαγή προεδρίας στην ομοσπονδία και κανονικά σε αυτές τις χώρες όταν υπάρχει νέος πρόεδρος υπάρχει και νέος προπονητής. Είναι το ποδόσφαιρο έτσι. Αλλά η εμπειρία ήταν φανταστική. Δεν έχω μετανιώσει», σημείωσε μεταξύ άλλων ο Ουρουγουανός.

Για την σχέση του με τους παίκτες: «Έρχεσαι κοντά τους. Ακούγεται αντίφαση, γιατί σε επίπεδο συλλόγου έχεις τους παίκτες καθημερινά, αλλά δεν θα τους τηλεφωνούσες ποτέ το απόγευμα για να μιλήσουν. Στην εθνική ομάδα έχεις 30, 40 παίκτες σε όλη την Ευρώπη και θες να μάθεις τα πάντα για αυτούς, ώστε να διατηρείς επαφή και ίσως είναι φυσικό οι παίκτες να ανοίγονται περισσότερο στο τηλέφωνο.

Ταξίδεψα πολύ για να τους δω επίσης. Ήθελα να τους δω στο δικό τους περιβάλλον. Όπως ο ”Τσίμι” (σ.σ. Κώστας Τσιμίκας). Ήταν φανταστικός για μένα, 100% βασικός, αλλά περνούσε δύσκολα στη Λίβερπουλ γιατί δεν έπαιζε.

Έτσι, πήγα να τον δω και πρέπει να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Κλοπ, που ήταν εξαιρετικός. Με άφησε να είμαι στην προπόνηση για να βλέπω. Με έβαλε να στέκομαι στο γήπεδο μαζί του. Έλεγα, ”μπορώ να πάω να παρακολουθήσω από το πλάι” και μου έλεγε, ”όχι, μείνε εδώ”. Ο ”Τσίμι” είναι ένας κορυφαίος παίκτης, που καταλαβαίνει ότι ανταγωνίζεται έναν πολύ καλό παίκτη και χαρακτήρα, όπως είναι ο Άντι Ρόμπερτσον.

Αυτό που μου αρέσει περισσότερο σε αυτόν είναι ότι δεν πήρε τον εύκολο δρόμο. Δεν είπε ”α, φεύγω και παίζω για άλλη ομάδα”. Είπε, ”θα παλέψω για τη θέση μου και θα γίνω παίκτης της Λίβερπουλ”. Αυτή η νοοτροπία τον ανέβασε σε υψηλό επίπεδο».