Μια διαφορετική, πέραν των συνηθισμένων, ανακοίνωση εξέδωσαν οι οργανωμένοι οπαδοί του Άρη.

Μια διαφορετική, πέραν των συνηθισμένων, ανακοίνωση εξέδωσαν οι οργανωμένοι οπαδοί του Άρη. Ο Super 3 ασχολείται με το κίνημα των «αγανακτισμένων Ελλήνων» οι οποίοι κάθε βράδυ συγκεντρώνονται στις πλατείες, εκφράζοντας τη δυσφορία τους προς τους πολιτικούς και όχι μόνο. Το κείμενο έχει τίτλο «Κι ευχαρσιτημένοι να΄ ναι.» και έχει ως εξής:

«Ο αποκλεισμός της Βουλής των Ελλήνων, με σκοπό τη διαμαρτυρία για την εξοντωτική πολιτική που ακολουθείται στη χώρα μας, από χιλιάδες διαμαρτυρομένων Ελλήνων, ανέδειξε διάφορα τραγελαφικά μεν, ενδεικτικά δε την νοοτροπίας των ελλήνων πολιτικών και της κρατικοδίαιτης συναντίληψης πολιτικών και… φίλων τους δημοσιογράφων. «Δημοκρατική παρεκτροπή», «Επικίνδυνα φαινόμενα», «Ακρότητες και Πολιορκία» οι χτυπητοί τίτλοι των Μέσων Μαζικής Αποχαύνωσης και Παραπληροφόρησης που έσπευσαν να δηλώσουν τον αποτροπιασμό τους.

Ενδεικτικές οι δηλώσεις βουλευτή που χαρακτήρισε «κίνδυνο για την ίδια τη δημοκρατία» το γεγονός ότι κάποιες χιλιάδες απεγνωσμένων, στα όρια της οικονομικής εξαθλίωσης και κοινωνικής περιθωριοποίησης, Ελλήνων προσπάθησαν να προπηλακίσουν αυτούς που όλοι μας αντιλαμβανόμαστε ηθικούς, κατ’ ελάχιστον, και σε πολλές περιπτώσεις φυσικούς αυτουργούς της υποβάθμισης και της κατάντιας της Ελλάδας.

Έχουμε εκφράσει πολλές φορές την αποστροφή μας προς τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτικών. Δεν συμβαίνει ωστόσο και το ίδιο με την πολιτική, όχι τον κομματισμό, αλλά την ουσία της πολιτικής, η οποία ως ένα σύνολο κοινωνικό δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους ή δίχως άποψη.

Καταρχήν παρεκτροπή είναι να θεωρεί ότι ο κάθε πολιτικός ενσαρκώνει και μετουσιώνει, ως φυσική παρουσία και οντότητα, τη δημοκρατία. Αυτό αποτελεί μέγιστη ύβρη και έπαρση. Η μήνη και η οργή του κόσμου δεν στράφηκε στο κοινοβουλευτικό κτίριο της Βουλής που συμβολίζει τη δημοκρατία. Η μήνη του κόσμου στράφηκε στα συγκεκριμένα πρόσωπα αυτών που έχουν ακέραια την ευθύνη για τον κατήφορο που έχει πάρει η χώρα και κατά συνέπεια οι πολίτες της Ελλάδας που καλούνται να πληρώσουν τα κλεμμένα, χωρίς να είναι αυτοί που τα έκλεψαν

Όσοι λοιπόν θεωρούν ότι η φυσική παρουσία και μόνο των. εθνοπατέρων – η οποία πλέον είναι ανυπόφορη για τον μέσο Έλληνα – στα κοινοβουλευτικά δρώμενα είναι μετενσάρκωση της δημοκρατίας, μπορούν να έχουν αυτή την άποψη αλλά να ξέρουν ότι αν ρίξουν μια ματιά έξω από τη γυάλα στην οποία ζουν δεν θα βρούνε και πολλούς συμπαραστάτες.

Η οργή του κόσμου, του εργάτη, του φοιτητή, του νέου που αγωνιά να βρει αξιοπρεπή δουλειά, των μικρομεσαίων επιχειρηματιών που βλέπουν τα λουκέτα να μπαίνουν το ένα μετά το άλλο, του άνεργου που αισθάνεται ότι πλέον δεν έχει στον ήλιο μοίρα και όλων των αγανακτισμένων, είναι τεράστια και άκρως δικαιολογημένη διότι καλούνται για μία ακόμα φορά να σηκώσουν βάρη που δεν τους ανήκουν, που δεν τα δημιούργησαν, σε αντίθεση με τα πολιτικά κόμματα που κατά καιρούς κυβέρνησαν την χώρα και επιμελώς φρόντισαν να την βουλιάξουν.

Οι βουλευτές είναι κομμάτι του συστήματος εξουσίας που διέλυσε τα πάντα, καταβάλλοντας. υπεράνθρωπες «προσπάθειες» να χρεώσει μέχρι τον λαιμό ό,τι κινείται κι αναπνέει και να χρωστάνε ακόμα και οι επόμενες γενιές που δεν έχουν καν έρθει στη ζωή ακόμα, οπότε καλό θα είναι να σκύβουν το κεφάλι και να ψάχνουν τρόπους να σταματήσουν να προκαλούν το κοινό αίσθημα, όπως για παράδειγμα με τα 11.000 ? μηνιαίο μισθό που έχουν, τη στιγμή που εύκολα και ανώδυνα καλούν όλους τους άλλους να κάνουν «θυσίες».

Κρατούν για τους εαυτούς τους το. δικαίωμα ν’ αυξάνουν τους δικούς τους μισθούς, τα δικά τους επιδόματα και τις δικές τους παροχές, τη στιγμή που έχουν το θράσος να εμφανίζονται με το χέρι προτεταμένο και τον δείκτη του χεριού να δακτυλοδείχνει συλλήβδην τον κόσμο ότι. φταίει (!) κι από πάνω, ενώ οι ίδιοι για πάρτη τους δεν λένε κουβέντα, πέρα από το τυπικό και αόριστο «υπάρχουν ευθύνες» που μονότονα παπαγαλίζουν μόνο και μόνο για ξεκάρφωμα, χωρίς φυσικά να πιστεύει κανείς μας ότι οι «ευθύνες» αυτές θα αποδοθούν ποτέ.

Το κοινωνικό αισθητήριο, όταν η ανάγκη και το αίσθημα της αυτοσυντήρησης το επιβάλλει, είναι αλάνθαστο. Ποτέ ο αυτουργός ενός προβλήματος δεν μπορεί να αποτελέσει και τον καταλύτη ή τον αυτουργό της λύσης του προβλήματος. Νομοτελειακά. Αυτοί οι πολιτικοί που ευθύνονται, με τις πράξεις, τη νοοτροπία, τη συμπεριφορά και τις παραλείψεις τους για την εξαθλίωση στην οποία έχουν οδηγήσει τον κόσμο, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να μας πείσουν ότι μπορούν να πετύχουν και τη λύση του προβλήματος.

Και για να έρθουμε και σε κάτι λιγότερο σημαντικό – σε σχέση με τα προβλήματα επιβίωσης που αντιμετωπίζει πλέον πολύς κόσμος – θυμίζουμε στους πολιτικούς μας κάτι για το οποίο τώρα μπορεί να διαμαρτύρονται αλλά όταν δεν τους αφορά διατηρούν για τους εαυτούς τους το δικαίωμα να το χρησιμοποιούν κατά πώς τους βολεύει: Το τσουβάλιασμα. Με μεγάλη ευκολία, ως οπαδοί κονιορτοποιηθήκαμε, ομαδοποιηθήκαμε, τσουβαλιαστήκαμε από τους πολιτικούς. Ας νιώσουν τώρα στο πετσί τους, αυτό που εμείς ζούμε χρόνια. Ας βιώσουν το τσουβάλιασμα κι ας μη διαμαρτύρονται για κάτι που πάμπολλες φορές έχουν επιλέξει οι ίδιοι να κάνουν.

Και καθώς ζούμε μέσα στην κοινωνία – κι όχι στους διαδρόμους της Βουλής – και μπορούμε να διαμορφώνουμε άποψη σχετικά με τις προθέσεις του κόσμου, έχουμε να τους προειδοποιήσουμε ότι ακόμη δεν είδαν τίποτε. Η αγανάκτηση του κόσμου έχει φτάσει στα όρια της οργής και ας μην εκπλαγεί κανείς αν το επόμενο βήμα είναι ακόμα και εκδηλώσεις και πράξεις μίσους.

Οι cult φιγούρες της ελληνικής πολιτικής σκηνής, οι κοιλαράδες εξυπνάκηδες, οι ευφραδείς λεξοπλάστες και όλα τα. στοιχεία της πολιτικής που κούρασαν για τόσα χρόνια και πλέον αηδιάζουν και εκνευρίζουν, ας έχουν υπόψη τους ότι πολλά μπορεί να δουν ακόμα. Και να βιώσουν αυτά που επέβαλλαν σ’ άλλους να βιώνουν.

Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει ποτέ από τους πολίτες της. Η δημοκρατία διαχρονικά κινδύνευε και καταλύονταν από κάστες και πρόσωπα. Ποτέ οι πολίτες δεν επέβαλαν αιρετή ολιγαρχία, μοναρχία, δικτατορία. Συντεχνίες προσώπων επέβαλαν αυτά τα καθεστώτα. Οι λαοί μάχονταν για τις δημοκρατίες, σκοτώνονταν για τις δημοκρατίες. Και διαχρονικά οι πολιτικοί (οι οποίοι αρκετές φορές μετεξελίσσονταν σε πολιτικούς μέσα από τους λαϊκούς αγώνες) έδρεπαν τους καρπούς από τους κόπους των πολιτών.»