Το μήνυμα του ομογενή προπονητή της Σέλτικ.

Ο προπονητής της Σέλτικ, Άγγελος Ποστέκογλου, γεννημένος στην Αθήνα (27/8/1965) και μεγαλωμένος στην Αυστραλία (από πέντε ετών), σε συνέντευξή του στην “Greek Herald”, τη μεγαλύτερη και μια από τις παλαιότερες καθημερινές εφημερίδες της ελληνικής κοινότητας στην Αυστραλία, με αφορμή την επίσκεψη και τους αγώνες της σκωτσέζικης ομάδας στο Σίδνεϊ τον Νοέμβριο (για το “Sydney Super Cup”), μίλησε για την απόφαση των γονιών του να μεταναστεύσουν από την Ελλάδα, τις δυσκολίες που βίωσαν, αλλά και την επιθυμία του να προπονήσει στην Ελλάδα:

«Οι μετανάστες σαν κι εμάς ήρθαμε στην Αυστραλία σαν οικογένεια, χωρίς όμως δίκτυο υποστήριξης, και η πρόκληση ήταν να προσπαθήσω να καταλάβω πώς να ζήσω σε αυτή τη νέα χώρα» είπε ο Ποστέκογλου.

«Το μόνο πράγμα που βρήκε ο πατέρας μου ήταν η “South Melbourne Hellas” (σ.σ. νυν “South Melbourne FC”). Αγαπούσε το ποδόσφαιρο, του άρεσε το ποδόσφαιρο και βρήκε έναν σύλλογο όπου ήταν μια κοινότητα ανθρώπων, ένα περιβάλλον που μας έκανε να αισθανόμαστε άνετα. Νομίζω ότι, καθώς μεγαλώνουμε, κοιτάμε πίσω στο τι είναι σημαντικό και είμαι ευλογημένος που είχα γονείς που έκαναν όλες αυτές τις θυσίες και είμαι αρκετά τυχερός που έχω μεγαλώσει σε μια φανταστική χώρα στην Αυστραλία, αλλά έχω και ρίζες σε μια άλλη μεγάλη χώρα όπου νιώθω σαν στο σπίτι μου» πρόσθεσε ο προπονητής της Σέλτικ.

«Είναι καταπληκτικό που επιστρέφω στην Αυστραλία ως προπονητής μιας από τις μεγαλύτερες ομάδες, ανυπομονώ. Οφείλουμε στους φιλάθλους να παίξουμε όσο καλύτερα μπορούμε. Έφυγα από την Αυστραλία πριν από περίπου πέντε χρόνια και έχω πάει στο εξωτερικό και δεν έχω επιστρέψει καθόλου» συμπλήρωσε ο Ποστέκογλου, ενώ, σε ερώτηση εάν στο μέλλον καθήσει στον πάγκο μίας ελληνικής ομάδας, τόνισε:

«Είναι μια δύσκολη ερώτηση να απαντηθεί. Η Ελλάδα είναι πολύ ελκυστική για μένα, με τραβάει. Ελπίζω να είμαι εκεί μια μέρα. Κάποτε προπονούσα την Παναχαϊκή για ένα χρόνο, ήταν μια ωραία εμπειρία, παρά το χάος που συμβαίνει με το ελληνικό ποδόσφαιρο. Αλλά αυτό είναι κάτι που είναι ένα μέρος της Ελλάδας, όμως ήταν μια εξαιρετική εμπειρία».