Οι απόψεις για το ακριβώς προκαλεί το πέρασμα του χρόνου στον χαρακτήρα του ανθρώπου διχάζονται. Υπάρχουν αυτοί που λένε ότι δεν μπορείς να διδάξεις καινούρια κόλπα σε ένα γέρικο σκυλί και ότι με τα χρόνια ο άνθρωπος παραξενεύει. Η άλλη άποψη αναφέρει ότι η συσσωρευμένη εμπειρία «μαλακώνει» τον χαρακτήρα, με τον άνθρωπο που μεγαλώνει να καταλαβαίνει καλύτερα τι ακριβώς έχει μεγαλύτερη σημασία στη ζωή, αφήνοντας πίσω του τα «μικρά» που φθείρουν μυαλό και σώμα για δεκαετίες.
Η συζήτηση για το θέμα συνεχίζεται και θα συνεχίζεται επ’ άπειρον, ωστόσο ο Γιουπ Χάινκες ανήκει σίγουρα στη δεύτερη κατηγορία. Από το 1963 που το όνομά του ακούστηκε για πρώτη φορά ως ποδοσφαιριστή με τη φανέλα της Μπορούσια Μενχενγκλάντμπαχ, τον ακολουθούσε για δεκαετίες η φήμη του σκληρού, του πειθαρχημένου, του αγέλαστου.
Δεν βάζεις 243 γκολ σε 394 ματς Μπουντεσλίγκα απέναντι στους αμυντικούς «δρεπάνια» των δεκαετιών 1960-1970 αν δεν είσαι σκληρός. Δεν κατακτάς Παγκόσμιο Κύπελλο και Ευρωπαϊκό με την Εθνική αν δεν είσαι πειθαρχημένος. Δεν παίρνεις κούπες σαν προπονητής με Ρεάλ Μαδρίτης και Μπάγερν Μονάχου αν ασχολείσαι μόνο με τις δημόσιες σχέσεις.
«Κατάλληλος για υπνωτικά»
Ειδικά από τότε που ξεκίνησε προπονητική καριέρα, η φήμη του σκληρού και του απόμακρου του κόλλησε σαν ταμπέλα. Στη Γκλάντμπαχ, την πρώτη ομάδα που ανέλαβε ως τεχνικός το 1979, οι νεαροί παίκτες δεν τολμούσαν καν να τον κοιτάξουν στα μάτια. Ένας απ’ αυτούς, του έβγαλε και το παρατσούκλι που τον ακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια. Ένα από τα χαρακτηριστικά του Χάινκες είναι πως όταν θυμώνει, το κεφάλι του κοκκινίζει σε υπερβολικό βαθμό, όπως του σερ Άλεξ Φέργκιουσον. Έτσι το «ζιζάνιο» των αποδυτηρίων τον αποκάλεσε «Όσραμ», από τη γνωστή γερμανική εταιρία κατασκευής λαμπτήρων.
«Είχε μία τάση να ξεσπάει στους παίκτες όταν βρισκόταν υπό πίεση», καταθέτει ο Γερμανός δημοσιογράφος Ρόναλντ Ρενγκ, βιογράφος του αυτόχειρα τερματοφύλακα Ρόμπερτ Ένκε, τον οποίο ο Χάινκες είχε κάνει αρχηγό του στη Μπενφίκα το 1999.
Αρκετοί ήταν αυτοί που πείραξαν τον …διακόπτη του «Όσραμ» κατά τη διάρκεια της προπονητικής του καριέρας. Ο Κρίστοφ Ντάουμ τον έχει χαρακτηρίσει «κατάλληλο για διαφημίσεις υπνωτικών χαπιών». Ο Στέφαν Έφενμπεργκ στην κοινή τους θητεία στη Μπάγερν το 1990-91, μετά από μία διαμάχη τον …προσκάλεσε σε μονομαχία λέγοντάς του «καλύτερα να λύσουμε τους λογαριασμούς μας έξω».
«Δεν ταιριάζει στη νέα εποχή»
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό του 1994, όταν δούλευε στην Άιντραχτ Φρανκφούρτης. Ο σύλλογος τον προσέλαβε ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο, για να συγκρατεί τα γκέμια μίας ταλαντούχας, αλλά και απείθαρχης φουρνιάς ποδοσφαιριστών.
Ο Χάινκες, κάποια στιγμή αγανάκτησε τόσο πολύ από τα καμώματα των τριών πιο ταλαντούχων παικτών του – του Οκότσα, του Γεμπόα και του Γκαουντίνο-, που τους έστειλε για έξτρα προπόνηση μέχρι να βάλουν μυαλό. Οι τρεις επαναστάτησαν, αρνήθηκαν να παίξουν στο επόμενο ματς πρωταθλήματος και ο Χάινκες τους πέταξε εκτός ομάδας επ’ αόριστον. Τελικά, λίγο αργότερα ο Γκαουντίνο έφυγε για Μάντσεστερ Σίτι, ο Γεμπόα για Λιντς Γιουνάιτεντ και μόνο ο Οκότσα επανήλθε. Ο Χάινκες όμως είχε χάσει το παιχνίδι στα αποδυτήρια και μόλις τέσσερις μήνες μετά παραιτήθηκε.
Στη Ρεάλ Μαδρίτης έζησε τη μεγαλύτερη μέχρι στιγμής προπονητική του επιτυχία, την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ το 1998. Ωστόσο στο παρασκήνιο οι σχέσεις του με παίκτες και διοίκηση μόνο καλές δεν ήταν. Ο Χάινκες προσπάθησε να ενσταλάξει την πειθαρχία στην «ομάδα Φεράρι» -όπως την αποκαλούσαν τότε – επιβάλλοντας πρόστιμα για διάφορα παραπτώματα σε παίκτες όπως ο Μιγιάτοβιτς και ο Ζέεντορφ. «Μην ανησυχείτε καθόλου», καθησύχαζε τα «πουλέν» του ο τότε πρόεδρος Λορένσο Σανθ, ο οποίος απέλυσε τον Γερμανό τεχνικό στα μεθεόρτια του θριάμβου του Άμστερνταμ επί της Γιουβέντους.
Τον Σεπτέμβριο του 2004, μετά την αρκετά επιτυχημένη «τουρνέ» στην Ιβηρική με Μπιλμπάο και Μπενφίκα, προσελήφθη από τη Σάλκε. Ωστόσο έμεινε εκεί μόνο λίγους μήνες, καθώς όπως ισχυριζόταν τότε ο τεχνικός διευθυντής της ομάδας Ρούντι Ασάουερ, «έχει χάσει τα αποδυτήρια και το προπονητικό του στυλ δεν ταιριάζει πλέον στη νέα εποχή».
Ακόμα και όταν επέστρεψε στην αγαπημένη του Γκλάντμπαχ το 2006, αναγκάστηκε να ζητήσει αστυνομική προστασία, μια και δεχόταν απειλές για τη ζωή του λόγω της αποτυχημένης πορείας της ομάδας. Λίγο μετά τα βρόντηξε και αποφάσισε να βγει στη σύνταξη, απόφαση για την οποία γρήγορα μετάνιωσε.
Η αλλαγή
Έτσι, όταν η Μπάγερν αποφάσιζε να αντικαταστήσει τον «δικτάτορα» Λούις Φαν Χάαλ με τον Χάινκες τον Ιούλιο του 2011, οι περισσότεροι στη Γερμανία – και όχι μόνο- απόρησαν. Τι νόημα είχε να διώχνεις έναν δυνάστη των αποδυτηρίων που έκανε τους παίκτες να χάσουν τη χαρά τους για το παιχνίδι, για να φέρεις έναν 65χρονο προπονητή με παρόμοια χαρακτηριστικά; Εύλογη απορία, μόνο που στη δεύτερη θητεία του στη Μπάγερν, ο Χάινκες θα ήταν ένας διαφορετικός προπονητής, ένας διαφορετικός άνθρωπος. Η μεταμόρφωσή του είχε ξεκινήσει από πριν.
Μετά από μία σύντομη θητεία ως υπηρεσιακός στη Μπάγερν το 2009, μετακόμισε στη Μπάγερ Λεβερκούζεν, όπου δουλεύοντας με μία νεανική ως επί το πλείστον ομάδα, έδειξε ψήγματα αλλαγής, κάνοντας τους νεαρούς παίκτες να παίζουν ολοκληρωτικά γι’ αυτόν. «Ξέρετε κάτι; Δεν με νοιάζουν πια τόσο πολύ οι τίτλοι. Υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή», απαντούσε τότε όταν τα ΜΜΕ τον ρωτούσαν για τους στόχους του.
Όσοι τον ξέρουν, λένε ότι κάποια γεγονότα στην προσωπική του ζωή τον άλλαξαν. Μία σοβαρή ασθένεια της αγαπημένης του συζύγου Ίρις , άλλη μία αρρώστια του πεθερού του, μερικά δικά του προβλήματα υγείας, ο χαμός ενός πολύ καλού φίλου, τον έκαναν να δει το ποδόσφαιρο και τη ζωή με άλλο μάτι.
Η ανάπαυλα της περιόδου 2007-09, τον βοήθησε επίσης να «καθαρίσει» το μυαλό του. Και τη στιγμή που κανείς δεν περίμενε ότι θα μπορούσε να επανέλθει στην ποδοσφαιρική επικαιρότητα, ο «Όσραμ» επανήλθε και μάλιστα με πανηγυρικό τρόπο.
«Ποτέ δεν έκανε τόσο κρύο»!
Πλέον οι Γερμανοί αντιμετωπίζουν έναν πολύ πιο «χαλαρό» Χάινκες. Το «ίματζ» του σκληρού , αγέλαστου «Όσραμ» που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του έχει αλλάξει ολοκληρωτικά. Πενήντα χρόνια από τότε που βγήκε στο προσκήνιο σαν παίκτης, στη Γερμανία έχουν αρχίσει να υποψιάζονται ότι ο Γιουπ Χάινκες έχει βάλει τελικά και το χιούμορ στη ζωή του.
Όταν στις 6 Απριλίου η Μπάγερν κατέκτησε μαθηματικά τη Μπουντεσλίγκα νωρίτερα από οποιαδήποτε άλλη ομάδα στην ιστορία, ο Χάινκες έκανε μία ολόκληρη αίθουσα Τύπου στο γήπεδο της Άιντραχτ Φρανκφούρτης να ξεραθεί από τα γέλια με το εξής σχόλιο: «Έχω πάρει πολλά πρωταθλήματα στην καριέρα μου σαν παίκτης και προπονητής. Ποτέ όμως δεν είχε τόσο κρύο την ημέρα που το εξασφάλιζα όσο σήμερα»!
Πριν από το πρώτο ματς των προημιτελικών με τη Γιουβέντους, όταν τον ρώτησαν για το κατά πόσο γνωρίζει την αντίπαλό του, απάντησε: «Χθες βράδυ κοιμήθηκα με μία ”Γηραιά Κυρία”. Περάσαμε όλο το βράδυ μαζί. Τη μελέτησα, έμαθα όλα τα μυστικά της. Τώρα ξέρω τα πάντα γι’ αυτήν». Όχι κι άσχημες απόπειρες για έναν «αγέλαστο» Γερμανό, δεν νομίζετε;
Όσο για τους παίκτες του; Οι περισσότεροι πίνουν νερό στο όνομά του. Ειδικά ο Φρανκ Ριμπερί, αυτό το ελεύθερο ποδοσφαιρικό πνεύμα που υπέφερε από την πειθαρχία του Φαν Χάαλ δεν διστάζει να παραδεχτεί: «Ο Χάινκες είναι σχεδόν σαν πατέρας για μένα».
Ακόμα και οι συνεργάτες του πλέκουν το εγκώμιό του. «Είναι ένας άγιος», απεφάνθη ο βοηθός του Χέρμαν Γκέρλαντ.
Μην τον πολυζορίζετε
Αυτό δεν σημαίνει πάντως ότι ξαφνικά ο Χάινκες έχει γίνει …χαλί να τον πατήσουν. Εξακολουθεί να είναι ισχυρογνώμων και ειδικά στα θέματα ενδεκάδας και τακτικής. Σε συνέντευξή του σε αγγλική εφημερίδα πριν τον περσινό τελικό Τσάμπιονς Λιγκ με την Τσέλσι, τον ρώτησαν για τη συνεργασία που έχει με εξ’ ίσου ισχυρές προσωπικότητες της Μπάγερν όπως ο Ούλι Χένες, ο Φραντς Μπεκενμπάουερ και ο Καρλ-Χάιντς Ρουμενίγκε.
«Είναι όλοι τους άνθρωποι του ποδοσφαίρου, αλλά τους βλέπω περισσότερο σαν φίλους. Μπορεί να έχουμε συζητήσεις στις οποίες δεν συμφωνούμε και να μπαίνουμε σε μία αίθουσα έχοντας τρεις διαφορετικές γνώμες. Θα βγούμε όμως απ’ αυτήν έχοντας μόνο μία: τη δική μου! Θα ήθελα να πιστεύω ότι μοιραζόμαστε μία κοινή άποψη, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα μπορούσα να δουλεύω για κάποιον ο οποίος θα προσπαθήσει να μου πει πώς θα κάνω τη δουλειά μου. Πώς μπορεί κάποιος που δεν ζει την ομάδα μέρα με τη μέρα να πάρει αποφάσεις γι’ αυτήν; Κανένας προπονητής δεν θα έπρεπε ποτέ να δέχεται εντολές από τον πρόεδρό του. Γι’ αυτό άλλωστε δεν θα μπορούσα να δουλέψω με έναν άνθρωπο όπως ο Αμπράμοβιτς», ήταν η απάντησή του.
Η τοποθέτηση του Ματίας Ζάμερ στο πόστο του αθλητικού διευθυντή τον πείραξε αρκετά, καθώς θεώρησε ότι οι Βαυαροί το έκαναν για να έχουν έναν έτοιμο προπονητή «καβάντζα» σε περίπτωση που αποτύγχανε.
Παρ’ όλα αυτά, ο «Όσραμ» …ανάβει όλο και λιγότερο τον τελευταίο καιρό. Η τελευταία φορά που.πυρακτώθηκε, ήταν όταν τον ρώτησαν αν σκόπευε να πάρει τηλέφωνο τον Πεπ Γκουαρντιόλα για συμβουλές πριν από τα ματς με τη Μπαρτσελόνα: «Πρέπει να με σέβεστε. Δεν έχω ανάγκη τις συμβουλές κανενός. Ποτέ δεν ρώτησα κανέναν για το πώς θα προετοιμάσω την ομάδα μου».
Σίγουρα η πρόωρη ανακοίνωση της συμφωνίας με τον Γκουαρντιόλα τον «τσίγκλισε». Όμως ο «νέος» Χάινκες, οδεύοντας προς τα 68 του χρόνια φαίνεται ότι είναι σε θέση να διοχετεύει πλέον τον θυμό του δημιουργικά. Και αν στο «Γουέμπλεϊ» σηκώσει την κούπα του Τσάμπιονς Λιγκ, θα διεκδικήσει επάξια μία θέση δίπλα στους «μεγάλους» προπονητές του γερμανικού ποδοσφαίρου, Μπεκενμπάουερ, Λάτεκ, Ρεχάγκελ και Χίτσφελντ. Μία αναγνώριση που του έλειπε για πολλές δεκαετίες.
Τελικά, ίσως ένα γέρικο σκυλί είναι σε θέση να μάθει μερικά νέα κόλπα. Αρκεί να μην το παραζορίσεις.